Άρθρα

Ο οικονομικός κύκλος της ασφαλιστικής αγοράς

Απόψεις & Θέσεις Φοιτητών του ΠΑ.ΠΕΙ. – Τμήμα Στατιστικής και Ασφαλιστικής Επιστήμης

Ο οικονομικός κύκλος της ασφαλιστικής αγοράς

Του Χρήστου Κούνα, μεταπτυχιακού φοιτητή στο ΠΜΣ «Αναλογιστική Επιστήμη & Διαχείριση Κινδύνων»

Η οικονομία της ασφαλιστικής αγοράς ακολουθεί κυκλική και επαναλαμβανόμενη πορεία. Η αγορά επηρεάζεται από διάφορους εξωτερικούς και εσωτερικούς παράγοντες, όπως για παράδειγμα το ύψος των επιτοκίων, το πλήθος και το μέγεθος των ζημιών, αλλά και τη νομοθεσία. Η φάση του κύκλου στην οποία βρίσκεται η αγορά επηρεάζει το ύψος των ασφαλίστρων, την αναληπτική διάθεση (risk appetite) των ασφαλιστών, το ύψος των επενδύσεων, καθώς και τα επίπεδα ανταγωνιστικότητας της αγοράς

Oι ασφαλιστικές εταιρείες είναι πολύ ευαίσθητες απέναντι στον κίνδυνο επιτοκίων, ο οποίος είναι ένας σημαντικός παράγοντας για τον καθορισμό του κέρδους. Οι αλλαγές στα επιτόκια επηρεάζουν διάφορα οικονομικά μεγέθη των ασφαλιστικών, όπως τα περιουσιακά τους στοιχεία, όμως, σε γενικές γραμμές, η αύξηση και η μείωση των επιτοκίων επηρεάζει αντίστοιχα και την κερδοφορία τους. Οι ασφαλιστικές εταιρείες ως θεσμικοί επενδυτές οφείλουν να επενδύουν μέρος των περιουσιακών τους στοιχείων, ώστε να μπορούν να αντεπεξέρχονται σε μελλοντικές υποχρεώσεις έναντι των ασφαλισμένων τους. Ένα μεγάλο κομμάτι των επενδύσεών τους γίνεται σε προϊόντα (π.χ. ομόλογα) που είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα σε οποιεσδήποτε αλλαγές των επιτοκίων. Συγκεκριμένα, όταν αυξάνονται τα επιτόκια, αυξάνεται επίσης το κόστος ευκαιρίας διατήρησης των υπαρχόντων ομολόγων για μεγάλο χρονικό διάστημα, δηλαδή το κόστος της απώλειας μιας ακόμη καλύτερης επένδυσης. Από την άλλη πλευρά, η πτώση των επιτοκίων μπορεί κατ’ επέκταση να επηρεάσει το παθητικό μιας ασφαλιστικής εταιρείας και τις μελλοντικές υποχρεώσεις της έναντι των ασφαλισμένων. Επιπλέον, τα χαμηλότερα επιτόκια καθιστούν τα προϊόντα των ασφαλιστικών εταιρειών λιγότερο ελκυστικά, με αποτέλεσμα χαμηλότερες πωλήσεις και, συνεπώς, χαμηλότερο εισόδημα με τη μορφή ασφαλίστρων που μια ασφαλιστική εταιρεία διαθέτει για να επενδύσει.

Ο δεύτερος παράγοντας που επηρεάζει τον οικονομικό κύκλο είναι το επίπεδο των ζημιών. Οι ζημιές χαρακτηρίζονται από δύο μεγέθη: τη συχνότητα (frequency) και τη σφοδρότητα (severity). Οι αναλογιστές λαμβάνουν υπ’ όψιν τους τα μεγέθη αυτά για τον υπολογισμό του τεχνικού ασφαλίστρου, βασιζόμενοι σε στατιστικά στοιχεία προηγούμενων ετών. Ωστόσο, μία ή περισσότερες καταστροφικές ζημιές μπορεί να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στις συνθήκες της αγοράς. Οι οικονομικές απώλειες των μεγάλων ζημιών επιφέρουν τη μείωση της ανάληψης ενός ή περισσότερων κινδύνων μέχρι και την οριστική έξοδο ασφαλιστικών εταιρειών από συγκεκριμένους κλάδους ασφάλισης. Εναλλακτικά, ορισμένες ασφαλιστικές επιλέγουν να συγχωνευτούν ή να εξαγοραστούν, ώστε να αντεπεξέλθουν στις οικονομικές απώλειες. Όλα τα παραπάνω καταλήγουν στη μείωση της αναληπτικής ικανότητας της αγοράς (underwriting capacity), με αποτέλεσμα οι ασφαλιστές που βρίσκονται ακόμη σε ισχυρή οικονομική θέση να ορίζουν τα επίπεδα των ασφαλίστρων.

Οι αλλαγές στη νομοθεσία έχουν άμεσο αντίκτυπο στις ασφαλιστικές εταιρείες. Η εγχώρια νομοθεσία της έδρας των ασφαλιστικών επηρεάζει την ανταγωνιστικότητά τους, καθώς οι κανονισμοί κατευθύνουν τον τρόπο λειτουργίας τους. Ταυτόχρονα, οι αλλαγές στη νομοθεσία σε διεθνές επίπεδο, όπως για παράδειγμα η απελευθέρωση της ευρωπαϊκής ασφαλιστικής αγοράς το 1994 από τους εγχώριους περιορισμούς σχετικά με την τιμολόγηση των ασφαλιστικών προϊόντων, αύξησε σημαντικά τη διεθνή ανταγωνιστικότητα και επέφερε μείωση των επιτοκίων. Επιπλέον, η επιβολή του νομοθετικού πλαισίου Φερεγγυότητας 1 και 2 άλλαξε τις απαιτήσεις του ύψους των αποθεμάτων που έπρεπε να διαθέτουν οι ασφαλιστικές, καθώς και τις μεθόδους αποτίμησής τους. Συνεπώς, οι αλλαγές στη νομοθεσία επιδρούν άμεσα στις αποφάσεις των ασφαλιστικών εταιρειών και καθορίζουν τη στρατηγική ανάληψης κινδύνων.

Με βάση τους παραπάνω παράγοντες, σχηματίζονται τα στάδια του κύκλου που ακολουθεί η ασφαλιστική αγορά. Σε ευνοϊκές περιόδους της αγοράς, οι ασφαλιστικές εταιρείες αυξάνουν τα περιουσιακά τους στοιχεία, τα οποία και επιθυμούν να αξιοποιήσουν. Αρχικά, επεκτείνουν το χαρτοφυλάκιό τους αναλαμβάνοντας την ασφάλιση περισσότερων κινδύνων με εκτενέστερα πλαίσια κάλυψης. Επιπλέον, είναι πιο δεκτικές στο να συμμετέχουν στην ανάληψη πολυπλοκότερων κινδύνων, οι οποίοι αυξάνουν σημαντικά τα κέρδη τους αλλά και την έκθεσή τους (exposure) στον κίνδυνο, αντίστοιχα. Καθώς, όμως, η αύξηση της διαθέσιμης αναληπτικής ικανότητας προέρχεται από την πλειοψηφία των ασφαλιστικών επιχειρήσεων της αγοράς, παρατηρείται σημαντική μείωση των ασφαλίστρων, ώστε να είναι πιο ανταγωνιστικές και να προσελκύσουν περισσότερους πελάτες. Ταυτόχρονα, εκμεταλλεύονται την αύξηση της ρευστότητας με την επένδυση περισσότερων κεφαλαίων σε χρηματοοικονομικά προϊόντα.

Οι παραπάνω συνθήκες είναι η αρχή της πτώσης των διαθέσιμων πλεονασμάτων που κατέχουν οι ασφαλιστικές. Η συνεχής μείωση των ασφαλίστρων για λόγους ανταγωνιστικότητας αλλά και για λόγους μακροχρόνιας σχέσης με πελάτες που έχουν χαμηλό ιστορικό ζημιών, μειώνει σημαντικά τα κέρδη τους. Την ίδια στιγμή, η αύξηση του χαρτοφυλακίου και η ανάληψη πολυπλοκότερων κινδύνων επιφέρουν σημαντικές οικονομικές απώλειες μέσω της αναλογικής αύξησης των ζημιών. Οι ασφαλιστικές εταιρείες τότε αποφασίζουν πως πρέπει να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα για τον περιορισμό των οικονομικών απωλειών και την επιβίωσή τους.

Στις δυσμενείς αυτές συνθήκες, η ασφαλιστική αγορά γίνεται πιο συντηρητική (hardening market). Οι ασφαλιστικές εταιρείες περιορίζουν τα διαθέσιμα κεφάλαια σε ζημιογόνους κλάδους μέχρι και την οριστική έξοδο από αυτούς, ώστε να μειώσουν την έκθεσή τους στον κίνδυνο. Στους υπόλοιπους κλάδους που παραμένουν, περιορίζουν τις παρεχόμενες καλύψεις. Τα επίπεδα ανταγωνιστικότητας πέφτουν, καθώς μεταφερόμαστε πλέον σε ολιγοπώλιο για ορισμένα είδη κινδύνων και οι εναπομείναντες ασφαλιστές που τους αναλαμβάνουν, αυξάνουν σημαντικά το ύψος των ασφαλίστρων. Ταυτόχρονα, η μείωση των κερδών περιορίζει τα κεφάλαια που διαθέτουν οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις για επενδύσεις.

Οι επιπτώσεις των δυσμενών συνθηκών στην ασφαλιστική αγορά προαναγγέλλουν τη βελτίωση της οικονομίας. Η αύξηση των ασφαλίστρων αυξάνει κατά συνέπεια και τα κέρδη των ασφαλιστικών και η συντηρητική στρατηγική στην ανάληψη κινδύνων μειώνει τη συχνότητα και τη σφοδρότητα των ζημιών και κατ’ επέκταση τις οικονομικές απώλειες. Η αύξηση των κερδών δημιουργεί πλεόνασμα περιουσιακών στοιχείων για τις ασφαλιστικές με αποτέλεσμα την επανάληψη του κύκλου.

Η διάρκεια της κάθε φάσης του οικονομικού κύκλου δεν είναι προκαθορισμένη και εξαρτάται από πολλούς μακροοικονομικούς παράγοντες της οικονομίας. Ωστόσο, ανά τακτά χρονικά διαστήματα αναγνωρίζονται χαρακτηριστικά του κύκλου στην τρέχουσα κατάσταση της αγοράς. Οι ασφαλιστικές εταιρείες που είναι σε θέση να αναγνωρίσουν σε ποια φάση του οικονομικού κύκλου βρισκόμαστε, καθώς και να εκτιμήσουν πότε αναμένονται οι επόμενες αλλαγές, δημιουργούν ένα σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στον σχεδιασμό της στρατηγικής αλλά και στη μακροβιότητά τους.


Πηγές

l Hogan A., Nickerson D., (2019). Insurance Cycles, Spanning and Regulation. Journal of Economics and Public Finance. Vol. 5, No. 4, 2019.
l Maverick J.B (2020) https://www.investopedia.com/ask/answers/061515/how-much-do-changes-interest-rates-affect-profitability-insurance-sector.asp.
l Νεκτάριος Μ., (2014). Ιδιωτική ασφάλιση και διαχείριση κινδύνων. Εκδόσεις Παπαζήση. Αθήνα.
l Gron, A. (1994). Capacity Constraints and Cycles in Property-Casualty Insurance Markets. The RAND Journal of Economics, 25(1), 110-127. Retrieved March 20, 2021, from http://www.jstor.org/stable/2555856.
l Ermoliev Y.M., Ermolieva T.Y., Mac Donald G.J.,Norkin V.I., Amendola A., (2000) A system approach to management of catastrophic risks European Journal of Operational Research, Volume 122, Issue 2, Pages 452-460.
l Doherty, N., Garven, J. (1995). Insurance Cycles: Interest Rates and the Capacity Constraint Model. The Journal of Business, 68(3), 383-404. Retrieved March 20, 2021, from http://www.jstor.org/stable/2353333.


Διαβάστε επίσης:

Το ζητούμενο της αυξήσεως της παραγωγικότητας των ασφαλιστικών επιχειρήσεων

PEPP (Pan-European Pension Product): Δυνατότητες & Προκλήσεις, Του Μιχαήλ Πεχλιβανίδη

Η χρήση των νέων τεχνολογιών στην ελληνική ασφαλιστική αγορά, Των Μαρίας Καρύδη και Μαρίας Μπούρα

Υποχρεωτική ασφάλιση έναντι κινδύνων από φυσικές καταστροφές, Της Ναταλίας Καλούμενου

Μικροασφάλιση: Η σημασία της για τις αναπτυσσόμενες χώρες & τους οικονομικά ασθενέστερουςΤης Γεωργίας Κωτούλα

Γιατί η Ιδιωτική Ασφάλιση δεν είναι «αναγκαίο κακό», Της Νικολίνας Σοφίας Καραγκιόζογλου

Σύστημα 3 Πυλώνων: Γιατί είναι αναγκαία η ασφαλιστική μεταρρύθμιση, Του Ηλία Μπενέκου

Η μεγάλη πρόοδος του Ασφαλιστικού Τομέα μέσω της Τεχνολογίας, Των Σπύρου Σηφάκη και Τάσου Κρατημένου

Aντεπιλογή & Ηθικός Κίνδυνος στις Κυβερνοασφαλίσεις: Μπορούν να περιοριστούν; Της Μαρίας Κυλάφη

Τεχνητή Νοημοσύνη: Ευκαιρία ή απειλή για την ασφαλιστική ­βιομηχανία; Του Θεόδωρου Πηλιχού

H ασφάλιση ως εργαλείο ανάπτυξης των επιχειρήσεων, Του Αθανάσιου Παρίση

Apps: οι φίλοι του ασφαλιστή αλλά και του ασφαλισμένουΤου Αλέξανδρου Θανάση

Το μάρκετινγκ στον τομέα των ασφαλίσεων, Των Μαρίας Μιχαλίτση και Μαρίνας Τριανταφυλλοπούλου


Ακολουθήστε την Ασφαλιστική Αγορά στο Google News

Εγγραφείτε στο NewsLetter μας