Διαμεσολαβούντες

Τυπικότεροι και εντονότεροι έλεγχοι για τους διαμεσολαβητές το προσεχές διάστημα

Η Ενδιάμεση Έκθεση της ΤτΕ για τη Νομισματική Πολιτική 2013, επισημαίνει τη μείωση της παραγωγής ασφαλίστρων, και κατά συνέπεια των Τεχνικών Αποθεμάτων και των Εσόδων, αλλά και την προετοιμασία του κλάδου της διαμεσολάβησης εν όψει τυπικότερων και εντονότερων ελέγχων το προσεχές διάστημα. Στην Έκθεση γίνεται, επίσης, λόγος για τους ελέγχους που διενήργησε η εποπτική αρχή σε ασφαλιστικές εταιρείες και ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές, για τις νομοθετικές παρεμβάσεις στις οποίες προχώρησε κατά το 2013, αλλά και για τη συμμετοχή της στο σχεδιασμό και την υλοποίηση πανευρωπαϊκών ασκήσεων ποσοτικών επιπτώσεων.

Η Ενδιάμεση Έκθεση της ΤτΕ υποβλήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου στον Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων και το Υπουργικό Συμβούλιο, σύμφωνα με όσα προβλέπει το Καταστατικό της, και αναλυτικά για τον ασφαλιστικό κλάδο αναφέρει τα εξής:

Στο τέλος Σεπτεμβρίου 2013, η ασφαλιστική αγορά στην Ελλάδα περιλάμβανε εβδομήντα δύο (72) ασφαλιστικές επιχειρήσεις με καθεστώς εγκατάστασης, με συνολικό ενεργητικό ύψους 14,9 δισεκ. ευρώ. Σε όρους παραγωγής ασφαλίστρων, το μερίδιο αγοράς των ελληνικών ανώνυμων εταιρειών ανέρχεται σε 51,8%, των θυγατρικών ομίλων κρατών-μελών της ΕΕ σε 42,1%, των υποκαταστημάτων τρίτων χωρών και των υποκαταστημάτων κρατών-μελών της ΕΕ σε 6,1%. Όσον αφορά το βαθμό συγκέντρωσης ως προς την παραγωγή ασφαλίστρων, οι 5 και 10 μεγαλύτερες επιχειρήσεις κατέχουν το 72,9% και 91,2% της αγοράς στις ασφαλίσεις ζωής και το 36,9% και 62,3% στις ασφαλίσεις κατά ζημιών, αντίστοιχα.

Την περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2013, κύρια χαρακτηριστικά της ασφαλιστικής αγοράς ήταν η μείωση για δεύτερη συνεχή χρονιά της παραγωγής ασφαλίστρων και η συνέχιση των αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου, το ύψος των οποίων κατά την επισκοπούμενη περίοδο ανήλθε σε 200 εκατ. ευρώ.

Αναφορικά με άλλα μεγέθη, τα έσοδα από πάσης φύσεως ασφάλιστρα υποχώρησαν κατά 9,5% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2012 και ανήλθαν σε 3,1 δισεκ. ευρώ, εκ των οποίων το 39,5% προήλθε από ασφαλίσεις ζωής και το 60,5% από ασφαλίσεις κατά ζημιών. Ειδικότερα, η μείωση των εσόδων από ασφαλίσεις ζωής ήταν της τάξεως του 15,0%, ενώ των εσόδων από ασφαλίσεις κατά ζημιών 5,5%. Το σύνολο των Τεχνικών Αποθεμάτων των ασφαλιστικών επιχειρήσεων που εποπτεύονται από την Τράπεζα της Ελλάδος υποχώρησε περαιτέρω και διαμορφώθηκε σε 11,7 δισεκ. ευρώ (Ιαν.-Σεπτ. 2012: 12,0 δισεκ. ευρώ). Η εξέλιξη αυτή οφείλεται στις ασφαλίσεις ζωής, εξαιτίας των εξαγορών συμβολαίων αλλά και της υποχώρησης της νέας παραγωγής.

Την περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2013 η Τράπεζα της Ελλάδος συνέχισε την πολιτική εντατικοποίησης των επιτόπιων ελέγχων στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, διενεργώντας πάνω από 100 επιτόπιους έλεγχους και επιβάλλοντας τα προβλεπόμενα εποπτικά μέτρα στις περιπτώσεις όπου παρατηρήθηκαν αποκλίσεις από το κανονιστικό πλαίσιο. Παράλληλα, σε τακτά χρονικά διαστήματα πραγματοποιήθηκαν συναντήσεις με τις διοικήσεις και στελέχη των επιχειρήσεων, όπου και τους

επισημάνθηκαν ζητήματα διοικητικής οργάνωσης και κανονιστικής συμμόρφωσης, με έμφαση στην προετοιμασία της σταδιακής προσαρμογής των πρακτικών της αγοράς και της εσωτερικής οργάνωσης των εταιρειών στις απαιτήσεις της Οδηγίας “Φερεγγυότητα ΙΙ”.

Στο πλαίσιο της προετοιμασίας για την υιοθέτηση της επερχόμενης οδηγίας “Φερεγγυότητα ΙΙ” (“Solvency II”), από την 1η Ιανουαρίου 2016, συνεχίστηκε και κατά το 2013 η συμμετοχή της Τράπεζας της Ελλάδος στο σχεδιασμό και την υλοποίηση πανευρωπαϊκών ασκήσεων ποσοτικών επιπτώσεων. Συγκεκριμένα, η Τράπεζα της Ελλάδος συμμετείχε, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (EIOPA), στην πανευρωπαϊκή άσκηση για την

εκτίμηση των οικονομικών επιπτώσεων μιας σειράς τροποποιήσεων που αφορούν προϊόντα με μακροχρόνιες εγγυήσεις επιτοκίου (Long-Term Guarantees – LTG).

Συνεχίστηκαν επίσης οι εργασίες των οκτώ Ομάδων Εργασίας, που συστάθηκαν το 2012 με πρωτοβουλία της Τράπεζας της Ελλάδος, με σκοπό την αναβάθμιση της ποιότητας των κατάλληλων στατιστικών στοιχείων των επιχειρήσεων αλλά και τη δημιουργία κατάλληλων αναλογιστικών υποδειγμάτων αποτίμησης συγκεκριμένων ασφαλιστικών κινδύνων. Σε συνεργασία με τις ασφαλιστικές εταιρείες, πραγματοποιήθηκε ο σχεδιασμός και η ανάπτυξη των λογισμικών για την παραγωγή των στατιστικών στοιχείων και την υποστήριξη των εν λόγω υποδειγμάτων και οριστικοποιήθηκαν οι σχετικές εκθέσεις.

Εκτός από τα μέτρα ενδιάμεσης εφαρμογής της Οδηγίας “Φερεγγυότητα ΙΙ”, οι ρυθμιστικές παρεμβάσεις της Τράπεζας της Ελλάδος επεκτάθηκαν και στον κλάδο της ασφαλιστικής διαμεσολάβησης, με την έκδοση των Αποφάσεων Εκτελεστικής Επιτροπής αριθ. 30 και 31/30.9.2013 (ΦΕΚ Β’ 2556). Με την Απόφαση 30/2013 για τη “Ρύθμιση θεμάτων διοικητικής και λογιστικής οργάνωσης των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, ιδία δε αναφορικά με την εμπορική πολιτική, την πρόσκτηση εργασιών και τα συναφή με αυτήν δίκτυα, καθώς και την παρακολούθηση της παραγωγής, της είσπραξης ασφαλίστρων και της απόδοσης προμηθειών, και συναφείς κανόνες Δεοντολογίας” οι

ασφαλιστικές επιχειρήσεις υποχρεούνται, μεταξύ άλλων, να υιοθετήσουν και να εφαρμόσουν εμπορική πολιτική, κανονισμό πωλήσεων και πολιτική διαχείρισης παραγωγής και είσπραξης ασφαλίστρου, το ελάχιστο περιεχόμενο των οποίων καθορίζει η Απόφαση.

Επίσης, περιγράφονται οι θεμελιώδεις αρχές που πρέπει να διέπουν τις συναλλαγές των ασφαλιστικών επιχειρήσεων με τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές, ενώ επιβάλλονται συγκεκριμένες υποχρεώσεις τήρησης αρχείων και υποβολής αναφορών στην εποπτική αρχή.

Η Απόφαση 31/2013 “Κανονισμός Συμπεριφοράς των (Αντ)ασφαλιστικών Διαμεσολαβητών” περιγράφει τα πρότυπα ενημέρωσης και επαγγελματικής συμπεριφοράς που πρέπει να τηρούν οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές κατά την προώθηση ασφαλιστικών προϊόντων, τόσο έναντι του πελάτη όσο και έναντι των άλλων διαμεσολαβητών και των ασφαλιστικών επιχειρήσεων. Η Απόφαση περιέχει

ενδεικτική περιπτωσιολογία αθέμιτων ή παραπλανητικών πράξεων και πρακτικών και προβλέπει την επιβολή διοικητικών κυρώσεων εις βάρος όσων ασφαλιστικών διαμεσολαβητών μετέρχονται τις πρακτικές αυτές. Επίσης, από την έναρξη ισχύος της εν λόγω Απόφασης, καταργείται το Π.Δ. 298/86 (ΦΕΚ Α’ 133) “Δικαιώματα και υποχρεώσεις ασφαλιστικών πρακτόρων και παραγωγών ασφαλίσεων και Κανονισμός Συμπεριφοράς για την άσκηση του επαγγέλματος αυτών”, που προέβλεπε ότι οι ασφαλιστικοί πράκτορες μπορούν να παρακρατούν το εισπραχθέν από τους πελάτες ασφάλιστρο για ένα δίμηνο, και σε ό,τι αφορά τους χρόνους απόδοσης των ασφαλίστρων εφαρμόζεται πλέον η διάταξη του άρθρου 33 παρ. 2 του Ν.Δ. 400/1970. Οι αποφάσεις τίθενται σε ισχύ από 1.1.2014.

Παράλληλα με την αλλαγή του κανονιστικού πλαισίου για την ασφαλιστική διαμεσολάβηση, η Τράπεζα της Ελλάδος πραγματοποιεί ήδη έναν πρώτο κύκλο επισκέψεων σε επιχειρήσεις (αντ)ασφαλιστικής διαμεσολάβησης με μεγάλη παραγωγή. Σκοπός των συναντήσεων είναι η γνωριμία με τους μεγαλύτερους εκπροσώπους του κλάδου και η γόνιμη ανταλλαγή απόψεων και προβληματισμών, αλλά και η προετοιμασία του κλάδου της διαμεσολάβησης εν όψει τυπικότερων και εντονότερων ελέγχων το προσεχές διάστημα.

Εξάλλου, αναφορικά με το ζήτημα της προστασίας του ασφαλισμένου-καταναλωτή, με την Πράξη Εκτελεστικής Επιτροπής 3/8.1.2013 ενσωματώθηκαν στην ελληνική έννομη τάξη οι υπ’ αριθ. πρωτ. EIOPA-BoS-12/069 EL “Κατευθυντήριες Γραμμές για την Εξέταση Αιτιάσεων από τις Ασφαλιστικές Επιχειρήσεις” της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων, δημοσιευθείσες

στις 16.11.2012. Με την Πράξη αυτή, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις υποχρεούνται να διαθέτουν εγκεκριμένη από το διοικητικό τους συμβούλιο πολιτική αλλά και λειτουργία χειρισμού αιτιάσεων των ασφαλισμένων τους και κάθε δικαιούχου ασφαλιστικής αποζημίωσης.

Ο επικεφαλής αυτής της λειτουργίας (Υπεύθυνος Χειρισμού Αιτιάσεων) οφείλει να πληροί ορισμένα ελάχιστα εχέγγυα ανεξαρτησίας, ώστε να διασφαλίζεται η δίκαιη και αντικειμενική αντιμετώπιση των αιτιάσεων. Επίσης, προβλέπονται συγκεκριμένες προθεσμίες απάντησης στον αιτιώμενο, υποχρέωση τήρησης συγκεκριμένων αρχείων αλλά και υποβολής σχετικής αναφοράς προς την εποπτική αρχή. Σκοπός της Πράξης είναι, αφενός μεν, η ταχύτερη και ουσιαστικότερη εξυπηρέτηση του ασφαλισμένου-καταναλωτή, αφετέρου δε, ο εντοπισμός από την ίδια την ασφαλιστική επιχείρηση των βαθύτερων αιτίων (εσωτερικών δυσλειτουργιών) που προκαλούν τις αιτιάσεις των καταναλωτών, με στόχο την αποτελεσματική τους αντιμετώπιση.

Τέλος, στο πλαίσιο της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων (stress test) που διεξάγει η Τράπεζα της Ελλάδος στα πιστωτικά ιδρύματα, αξιολογούνται και οι κεφαλαιακές απαιτήσεις των ασφαλιστικών εταιρειών που αποτελούν θυγατρικές τραπεζών.

 

Εγγραφείτε στο NewsLetter μας