Διεθνή

ECOFIN: Οι καταθέσεις θα χρησιμοποιούνται για τη διάσωση των Τραπεζών

Σε συνεδρίασή του στις 26 Ιουλίου, το Συμβούλιο του Ecofin κατέληξε σε προσχέδιο οδηγίας που ορίζει τοπλαίσιο για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των πιστωτικών ιδρυμάτων και των επιχειρήσεων επενδύσεων (11148/1/13 REV 1).
Το Συμβούλιο κάλεσε την Προεδρία να αρχίσει διαπραγματεύσεις με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με στόχο την έγκριση της οδηγίας πριν από το τέλος του έτους.

Η προτεινόμενη οδηγία έχει ως στόχο να παρέχει στις εθνικές αρχές κοινές αρμοδιότητες και εργαλεία, ώστε να προλαμβάνουν μια τραπεζική κρίση και να διαχειρίζονται με μεθοδευμένο τρόπο κάθε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα που μπορεί να καταρρεύσει, να διατηρούνται οι βασικές τραπεζικές εργασίες, ενώ παράλληλα να ελαχιστοποιείται η έκθεση των φορολογουμένων σε απώλειες. 
Η οδηγία θα θεσπίσει μια σειρά εργαλείων για την αντιμετώπιση πιθανών τραπεζικών κρίσεων σε τρία στάδια: προπαρασκευαστικά και προληπτικά, πρώιμης παρέμβασης και εκκαθάρισης-εξυγίανσης.
Τα ιδρύματα θα πρέπει να καταρτίζουν σχέδια ανάκαμψης και να τα επικαιροποιούν ετησίως, ορίζοντας τα μέτρα που θα λάβουν για την αποκατάσταση της χρηματοοικονομικής τους θέσης στην περίπτωση σημαντικής επιδείνωσής της. Οι αρμόδιες Αρχές θα πρέπει να καταρτίζουν σχέδια εξυγίανσης για κάθε ίδρυμα, καθορίζοντας τις ενέργειες στις οποίες θα προβούν, εάν κάποιο ίδρυμα καλύπτει τις προϋποθέσεις για την εξυγίανσή του.
Οι Αρχές θα έχουν, επίσης, την εξουσία να διορίζουν ειδικούς διαχειριστές σε κάποιο ίδρυμα, εάν η οικονομική του κατάσταση επιδεινωθεί σημαντικά ή αν υπάρχουν σοβαρές παραβιάσεις του νόμου. 
Τα κύρια μέτρα εξυγίανσης περιλαμβάνουν:
– την πώληση (μέρους) δραστηριοτήτων
– τη δημιουργία ενός μεταβατικού ιδρύματος (προσωρινή μεταφορά των καλών στοιχείων ενεργητικού των τραπεζών σε δημόσιο οργανισμό που θα ελέγχεται)
– το διαχωρισμό των περιουσιακών στοιχείων (μεταβίβαση των απομειωμένων περιουσιακών στοιχείων σε ένα σχήμα διαχείρισης κεφαλαίων)
– μέτρα διάσωσης (Bail-in,  επιβολή ζημιών, με σειρά αρχαιότητας, σε μετόχους και ανασφάλιστους πιστωτές).

Bail-in
Το εργαλείο αυτό (συμμετοχή στη διάσωση) θα επιτρέψει στις αρμόδιες Αρχές να μπορούν αποσβέσουν ή να μετατρέψουν σε ίδια κεφάλαια τις απαιτήσεις μετόχων και πιστωτών των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.  
Βάσει της γενικής προσέγγισης του Συμβουλίου, συμφωνήθηκε ότι οι καταθέσεις φυσικών προσώπων και πολύ μικρών, μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, καθώς και οι υποχρεώσεις προς την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, θα έχουν προτεραιότητα έναντι των απαιτήσεων των απλών ανασφάλιστων, μη προνομιούχων πιστωτών και καταθετών μεγάλων εταιρειών. Το σύστημα εγγυημένων καταθέσεων, το οποίο θα ενεργοποιείται πάντα για τις καλυπτόμενες καταθέσεις (δηλ. καταθέσεις κάτω των € 100.000), θα έχει προτεραιότητα έναντι των καταθέσεων φυσικών προσώπων και πολύ μικρών, μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων.

Εξαιρέσεις
Ορισμένοι τύποι οφειλών θα αποκλείονται οριστικά από το bail-in:
– Καλυπτόμενες καταθέσεις.
– Ασφαλισμένες υποχρεώσεις, περιλαμβανομένων των καλυμμένων ομολόγων.
– Υποχρεώσεις προς τους υπαλλήλους των υπό κατάρρευση ιδρυμάτων, όπως είναι οι μισθοί και τα συνταξιοδοτικά κεφάλαια.  
– Εμπορικές απαιτήσεις σχετικές με προϊόντα και υπηρεσίες ζωτικής σημασίας για την καθημερινή λειτουργία του ιδρύματος.
– Οφειλές που προκύπτουν από τη συμμετοχή σε συστήματα πληρωμών με υπολειπόμενο χρόνο ωρίμανσης μικρότερο των επτά ημερών.
– Διατραπεζικές οφειλές με αρχική λήξη μικρότερη από επτά ημέρες.

Οι εθνικές αρχές για την εξυγίανση θα έχουν επίσης την εξουσία να αποκλείουν ή εν μέρει να αποκλείουν, οφειλές, σε προαιρετική βάση, για τους ακόλουθους λόγους:
1) αν δεν μπορούν να διασωθούν εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος
2) για τη διασφάλιση της συνέχειας κρίσιμων λειτουργιών
3) για την αποφυγή μετάδοσης
4) για να αποφευχθεί η καταστροφή αξίας που θα επιβαρύνει τους άλλους πιστωτές.

Οι Αρχές θα είναι σε θέση να αντισταθμίσουν τον αποκλεισμό ορισμένων οφειλών με τη μεταφορά αυτών των ζημιών σε άλλους πιστωτές, εφόσον κανένας πιστωτικός φορέας δεν είναι σε χειρότερη κατάσταση από ό,τι υπό κανονικές πτωχευτικές διαδικασίες, ή μέσω μιας συνεισφοράς από το ταμείο εξυγίανσης
(βλέπε παρακάτω).

Ταμείο εξυγίανσης
Η οδηγία απαιτεί από τα κράτη μέλη να συστήσουν εκ των προτέρων κεφάλαια εξυγίανσης, που θα διασφαλίζουν ότι τα εργαλεία εξυγίανσης μπορούν να εφαρμοστούν αποτελεσματικά. Αυτά τα εθνικά κονδύλια θα πρέπει, μέσα σε 10 χρόνια, να έχουν ανέλθει στο επιδιωκόμενο επίπεδο-στόχο τουλάχιστον 0,8% των καλυπτόμενων καταθέσεων όλων των πιστωτικών ιδρυμάτων που εδρεύουν στη χώρα. Για την επίτευξη του επιπέδου-στόχου, τα πιστωτικά ιδρύματα θα πρέπει να προβαίνουν σε ετήσιες εισφορές με βάση τις υποχρεώσεις τους, εξαιρουμένων των ιδίων κεφαλαίων και των αναπροσαρμοσμένων σε κίνδυνο
Μια εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα θα επιτρέπει στα κράτη μέλη να θεσπίσουν την εθνική χρηματοδότηση μέσω υποχρεωτικών εισφορών, χωρίς τη δημιουργία ενός ξεχωριστού ταμείου. Ωστόσο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να συγκεντρώσουν τουλάχιστον το ίδιο ποσό χρηματοδότησης και αυτό να είναι διαθέσιμο στις αρμόδιες αρχές εξυγίανσης άμεσα, κατόπιν αιτήματός της.
Τα κράτη μέλη θα είναι ελεύθερα να επιλέξουν εάν θα συγχωνεύσουν ή θα διατηρήσουν χωριστά τα κεφάλαια εξυγίανσης με τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων (ΣΕΚ). Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, το συνδυασμένο επίπεδο-στόχος των κεφαλαίων θα πρέπει να είναι το ίδιο. 
Η γενική προσέγγιση του Συμβουλίου σχετικά με την πρόταση οδηγίας για τα ΣΕΚ, η οποία 
συμφωνήθηκε τον Ιούνιο του 2011 (11359/11), καθορίζει το επίπεδο-στόχο τους στο 0,5% των καλυπτόμενων καταθέσεων. Ο δανεισμός μεταξύ των εθνικών ταμείων εξυγίανσης θα είναι δυνατός σε προαιρετική βάση.
Τα κεφάλαια εξυγίανσης θα είναι διαθέσιμα για να παρέχουν προσωρινή στήριξη σε ιδρύματα υπό εκκαθάριση, μέσω δανείων, εγγυήσεων, αγοράς περιουσιακών στοιχείων ή κεφαλαίων για τις μεταβατικές τράπεζες. Θα μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν για να αποζημιώσουν τους μετόχους ή τους πιστωτές, εφόσον και στο βαθμό που οι ζημιές τους από το bail-in υπερβαίνουν τις απώλειες που θα είχαν υποστεί υπό κανονικές διαδικασίες πτώχευσης, σύμφωνα με την αρχή «κανένας πιστωτής σε χειρότερη θέση».
Επιπλέον, η συμβιβαστική πρόταση του Συμβουλίου παρέχει ευελιξία στις εθνικές αρχές, υπό αυστηρά κριτήρια και μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, να αποκλείσουν οφειλές και να χρησιμοποιήσουν το ταμείο εξυγίανσης για την απορρόφηση ζημιών ή την ανακεφαλαιοποίηση ενός ιδρύματος. Ωστόσο, κάτι τέτοιο θα μπορεί να γίνει μόνο υπό ορισμένες και συγκεκριμένες προϋποθέσεις, όπως ένα ελάχιστο επίπεδο απωλειών, ίσο με το 8% του συνόλου των οφειλών, περιλαμβανομένων των ιδίων κεφαλαίων, να επιβαρύνει τους μετόχους και τους πιστωτές του ιδρύματος.  Η συμβολή του ταμείου εξυγίανσης θα έχει ανώτατο όριο το 5% του συνόλου των υποχρεώσεων του ιδρύματος. Σε έκτακτες περιστάσεις, όπου το όριο αυτό έχει ξεπεραστεί, και όπου όλες οι άλλες πλευρές (ανασφάλιστες  μη προνομιούχες οφειλές) έχουν συμμετάσχει στη διάσωση, η αρχή εξυγίανσης μπορεί να αναζητήσει χρηματοδότηση από εναλλακτικές πηγές.

Ικανότητα απορρόφησης ελάχιστων απωλειών
Για να εξασφαλιστεί ότι τα ιδρύματα έχουν πάντα επαρκή ικανότητα απορρόφησης απωλειών, το Συμβούλιο προβλέπει ότι οι εθνικές αρχές εξυγίανσης θα πρέπει να θεσπίσουν ελάχιστες απαιτήσεις για τα ίδια κεφάλαια και τα στοιχεία παθητικού (MREL) για κάθε ίδρυμα, με βάση το μέγεθος, τον κίνδυνο και το επιχειρηματικό μοντέλο καθενός. Μια ρήτρα αναθεώρησης το 2016 θα επιτρέψει στην Επιτροπή, με βάση συστάσεις από την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών, να εισαγάγει εναρμονισμένες ελάχιστες απαιτήσεις MREL, που θα εφαρμοστούν σε όλες τις τράπεζες.

 

Εγγραφείτε στο NewsLetter μας