Άρθρα

Πού συμφωνούν, σε τι διαφωνούν εταιρείες και διαμεσολαβητές

Στα βαθιά έχει ρίξει η ΤτΕ εταιρείες και ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές, που καλούνται αμφότεροι να αποδείξουν το πόσο καλοί …κολυμβητές είναι. 

Αναφερόμαστε βεβαίως στις Πράξεις 30 και 31 της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΤτΕ. Αν και σε γενικές γραμμές έτυχαν θετικής αποδοχής από τα εμπλεκόμενα μέρη, η εφαρμογή τους από 1/1/2014 ξεκίνησε σε ένα αρκετά θολό τοπίο, καθώς πολλά από τα ασαφή σημεία τους παραμένουν αδιευκρίνιστα, ενώ στην πράξη αποδεικνύεται ότι, σε πολλές περιπτώσεις, εταιρείες και διαμεσολαβητές δεν είναι τόσο έτοιμοι να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις τους.
Οι προφορικές διευκρινίσεις που έδωσε η ΤτΕ στις επαφές που είχαν στελέχη της με εκπροσώπους της αγοράς, αλλού φαίνεται να ξετυλίγουν το κουβάρι των προβληματισμών, κι αλλού να το μπερδεύουν ακόμα περισσότερο, καθώς εταιρείες και διαμεσολαβητές δείχνουν να αντιλαμβάνονται διαφορετικά κάποια πράγματα –η εμπιστευτική εγκύκλιος της ΕΑΕΕ που διέρρευσε στον Τύπο και η αντίδραση των διαμεσολαβητών σε αυτήν είναι ενδεικτικές.
Ας δούμε, όμως, πιο αναλυτικά ποια είναι τα σημεία που εξακολουθούν να προβληματίζουν και πώς ερμηνεύονται από την κάθε πλευρά.

Η εμπιστευτική Εγκύκλιος της ΕΑΕΕ και οι αντιρρήσεις της ΕΑΔΕ

Η Εγκύκλιος της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος στάλθηκε στα μέλη της στις 23 Δεκεμβρίου 2013, και περιελάμβανε τα συμπεράσματα της ομάδας εργασίας που συγκροτήθηκε στην ΕΑΕΕ σχετικά με τις Πράξεις 30 και 31 της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΤτΕ. Τα συμπεράσματα αυτά στάλθηκαν εν αναμονή της γραπτής τοποθέτησης της ΔΕΙΑ επί όλων των ανοιχτών θεμάτων και προκειμένου να διευκολυνθούν οι εταιρείες «στην κατανόηση των υποχρεώσεων που δημιουργούνται κατά τη χάραξη των απαραίτητων πολιτικών εκ μέρους αυτών, μέσα σε χρονικά περιθώρια ιδιαίτερα πιεσμένα», όπως σημειωνόταν χαρακτηριστικά.

Λαμβάνοντας γνώση της παραπάνω εγκυκλίου της ΕΑΕΕ, η  Ένωση Ασφαλιστικών Διαμεσολαβητών Ελλάδος απέστειλε, στις 8 Ιανουαρίου 2014, επιστολή στη Διεύθυνση Εποπτείας Ιδιωτικής Ασφάλισης, από την οποία φαίνεται ότι τα δύο μέρη αντιλαμβάνονται διαφορετικά ορισμένα σημεία των Πράξεων.

Πιο συγκεκριμένα:
1. Για τον Κανονισμό Πωλήσεων η ΕΑΕΕ δεν θεωρεί απαραίτητη την προσάρτησή του στη σύμβαση συνεργασίας, εφόσον εξασφαλίζεται η ενημέρωση και γνώση του διαμεσολαβητή για το περιεχόμενό του. Ωστόσο, όπως σημειώνεται στην εγκύκλιο, «μη υπάρχουσας γραπτής επιβεβαίωσης της παραπάνω άποψης από μέρους της ΤτΕ, κάθε ασφαλιστική εταιρεία αποφασίζει αυτοτελώς για την ακολουθητέα πρακτική». Η ΕΑΔΕ, αντίθετα, θεωρεί «αναγκαία και σύμφωνη με τις διατάξεις των Πράξεων της ΤτΕ την προσάρτηση του Κανονισμού Πωλήσεων στη σύμβαση μεταξύ Εταιρείας και Διαμεσολαβούντος, οιαδήποτε δε αντίθετη ερμηνεία δύναται να αποδειχθεί εξαιρετικά επικίνδυνη».
2. Η ΕΑΕΕ θεωρεί, επίσης, ότι στον Κανονισμό Πωλήσεων μπορούν να εξειδικευθούν οι δυνατότητες παρέμβασης της εταιρείας στη συναλλαγή πελάτη και διαμεσολαβητή, θέτοντας όρια στην απόλυτη απαγόρευση της διάταξης του άρθρου 14 παρ. 4 της Πράξης 30.
Αντίθετη βρίσκει την ΕΑΔΕ «η τυχόν δυνατότητα παρέμβασης των Εταιρειών στη σχέση μεταξύ Ασφαλιζομένων και Διαμεσολαβητών μέσω του κανονισμού Πωλήσεων εκάστης Εταιρείας, και άρα η παροχή στις Εταιρείες του δικαιώματος να προσδιορίζουν τον τρόπο και την έκταση εφαρμογής των Πράξεων της ΤτΕ», καθώς, όπως επισημαίνει, «όχι μόνον δεν διασφαλίζει την αποφυγή καταχρήσεων εκ μέρους των μερών, αλλά αντίθετα θα “ανοίξει τους ασκούς του Αιόλου” για την κατά το δοκούν και a la carte παρέμβαση των Εταιρειών σε βάρος των συμφερόντων των Διαμεσολαβητών και την εν τοις πράγμασι κατάργηση της εποπτικής διαδικασίας».
3. Τη διαφωνία της εκφράζει η ΕΑΔΕ και όσον αφορά την επιθυμία της ΕΑΕΕ για μείωση του χρόνου προσβασιμότητας των Διαμεσολαβητών στην ηλεκτρονική κατάσταση ασφαλίστρων και προμηθειών από 6 σε 2 μήνες. Οι διαμεσολαβούντες θεωρούν ότι η μείωση του χρόνου «περιορίζει τη δυνατότητα παρακολούθησης των εισπράξεών τους και δημιουργεί ερωτηματικά αναφορικά με τη σκοπιμότητα του σχετικού αιτήματος», καθώς «θα διευκολύνει την καταστρατήγηση υποχρεώσεων των Εταιρειών σε βάρος των Διαμεσολαβητών». 

Στην επιστολή της η ΕΑΔΕ καλεί την ΤτΕ «να προβεί εκείνη σε έκδοση ερμηνευτικών οδηγιών και κατευθύνσεων, όπου χρειάζεται, ώστε οι πράξεις της να μην γίνουν έρμαιο τυχόν αυθαίρετων, κατά το δοκούν και κατά το συμφέρον τους ερμηνειών από τους εκάστοτε εμπλεκόμενους στη διαδικασία της ιδιωτικής ασφάλισης», σημειώνοντας ότι «οιαδήποτε άλλη εν τοις πράγμασι και δια της ερμηνείας παρέκκλιση από το κανονιστικό πλαίσιο των Πράξεων της ΤτΕ» τη βρίσκει αντίθετη, «καθώς είναι και θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως αυθαίρετη και μη νόμιμη».

Πεδίο εφαρμογής της προείσπραξης

Ένα σημαντικό θέμα για το οποίο αναμένονται διευκρινίσεις από την ΤτΕ είναι εκείνο που αφορά το πεδίο εφαρμογής της προείσπραξης. Η άποψη της ΕΑΕΕ επ’ αυτού, όπως αποτυπώνεται στην εγκύκλιο και έχει προωθηθεί στη ΔΕΙΑ, είναι η εξής: «ο κανόνας της προείσπραξης των ασφαλίστρων συμπεριλαμβανομένης και της ταυτόχρονης καταβολής του ασφαλίστρου και έναρξης της ασφαλιστικής κάλυψης να εφαρμοστεί ως έχει στις καταναλωτικές ασφαλίσεις όπως είναι κατ’ εξοχήν οι συμβάσεις υποχρεωτικής ασφάλισης αστικής ευθύνης αυτοκινήτου», με τα όρια που τίθενται στην εφαρμογή του κανόνα λόγω των διατάξεων του άρθρου 11α παρ. 2 και 4 του κ.ν. 489/76 καθώς και του άρθρου 6 παρ. 2 του ν. 2496/97 (σ.σ.: Αναφέρονται στη δυνατότητα, εντός 30 ημερών, του ασφαλισμένου-λήπτη της ασφάλισης, αφενός, της εταιρείας, από την άλλη, να καταγγείλουν τη σύμβαση. Ο πρώτος γιατί άλλαξε γνώμη, η δεύτερη λόγω καθυστέρησης καταβολής ασφαλίστρου). Η παραπάνω ερμηνεία μάλλον καθησυχάζει τους φόβους των διαμεσολαβητών, μήπως οι πελάτες τους μείνουν ακάλυπτοι ή χάσουν τα ασφάλιστρα σε περίπτωση που αλλάξουν γνώμη. Όπως και να έχει, όμως, αναμένεται σύντομα σχετική νομοθετική ρύθμιση.

Διαφορετική πρακτική καταβολής ασφαλίστρου προτείνει η ΕΑΕΕ σε ορισμένες κατηγορίες ασφαλίσεων, όπως του κλάδου μεταφορών (π.χ. open cover), πιστώσεων, εγγυήσεων, θαλάσσιων (π.χ. εμπορικών πλοίων), σιδηροδρομικών και αεροπορικών κινδύνων. Επίσης, στις περιπτώσεις ασφάλισης δημοσίων έργων, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, συνασφαλίσεων, ορισμένων κατηγοριών ομαδικών ασφαλίσεων, καθώς και μεγάλων επιχειρηματικών ή εμπορικών κινδύνων, βάσει, όμως, συγκεκριμένων κριτηρίων (ασφαλιζόμενα κεφάλαια, ασφάλιστρα).

Εκείνο που δεν είναι ακόμα ξεκάθαρο είναι αν αυτά τα κριτήρια θα είναι ενιαία για όλες τις εταιρείες ή η κάθε μία θα ακολουθήσει τη δική της πολιτική.

Γενικότερα για την Προείσπραξη, στην εγκύκλιο της ΕΑΕΕ τονίζεται ότι «η υποχρέωση αφορά σε ασφάλιστρα νέων ασφαλιστηρίων καθώς και στις δόσεις ασφαλίστρων ήδη υφιστάμενων συμβάσεων, με την επιφύλαξη τυχόν διαφορετικής ρύθμισης στο ήδη εκδοθέν ασφαλιστήριο. Αφορά κατ’ αρχήν τουλάχιστον όλους τους κλάδους και όλες τις έχουσες την έδρα τους στην Ελλάδα ασφαλιστικές επιχειρήσεις».

Επίσης ως προς τους τρόπους είσπραξης η ΕΑΕΕ θεωρεί ότι η χρέωση πιστωτικής κάρτας, η τραπεζική κατάθεση, η ταχυπληρωμή ή η πληρωμή με οποιοδήποτε ηλεκτρονικό μέσο (e-banking) σε ημερομηνία πριν (ή και την ημέρα έναρξης) της κάλυψης πρέπει να θεωρείται σύμφωνη με τον κανόνα του άρθρου 8 παρ. 1. της Πράξης 30.

Οι διαμεσολαβητές, πάντως, είναι αντίθετοι στην πληρωμή ασφαλίστρων στα ταμεία των Τραπεζών, καθώς, όπως επισημαίνεται στο ψήφισμα που εξέδωσε η ΠΟΑΔ κατά τη Γενική της Συνέλευση στην Κοζάνη, στις 14/12/2013, «γνωρίζουμε ότι οι πελάτες μας υφίστανται ιδιαίτερα φορτικές πιέσεις από Τραπεζικούς υπαλλήλους, όχι απαραίτητα πιστοποιημένους, για να ακυρώσουν και να αντικαταστήσουν τα συμβόλαιά τους».

Στο ίδιο ψήφισμα, η ΠΟΑΔ ζητά από τις εταιρείες «να εφαρμοστεί ως νέο σύστημα είσπραξης το “τυπώνω-πληρώνω” για τον κλάδο αυτοκινήτων (πλην στόλων), η δε εξόφληση προς τις Ασφαλιστικές Εταιρείες να γίνεται άπαξ του μηνός αφαιρουμένων των προμηθειών».

Οι διαμεσολαβητές προκρίνουν το “τυπώνω-πληρώνω” ως πιο ενδεδειγμένο τρόπο είσπραξης, αφενός γιατί τους δίνει τη δυνατότητα να κρατούν την επαφή με τον πελάτη –πολύ περισσότερο, αφού υπό τις παρούσες συνθήκες ακόμα και η ανανέωση είναι μία νέα πώληση–, αφετέρου, γιατί περιορίζονται οι επισφάλειες, πράγμα πολύ σημαντικό και για τους ίδιους και για τις εταιρείες. Ωστόσο, διαπιστώνουν αρκετά προβλήματα στη λειτουργία του. Τα προβλήματα αυτά πηγάζουν, αφενός, από το γεγονός ότι πολλές εταιρείες πρόσφατα υιοθέτησαν το συγκεκριμένο σύστημα και δεν έχουν προλάβει ακόμα να το “τρέξουν” και να δουν τις δυσλειτουργίες του, αφετέρου, γιατί και οι ίδιοι οι διαμεσολαβητές δεν το γνωρίζουν ακόμα καλά και δυσκολεύονται να το λειτουργήσουν.

Σε κάθε περίπτωση, η επιτυχία της ομαλής μετάβασης στο νέο καθεστώς είσπραξης θα εξαρτηθεί εν πολλοίς και από τη σωστή και έγκαιρη ενημέρωση των καταναλωτών. Η ΠΟΑΔ ήδη έχει καλέσει με το ψήφισμά της τις ασφαλιστικές εταιρείες, προκειμένου να στηρίξουν τους Συνεργάτες τους στην ομαλή μετάβαση στο νέο καθεστώς είσπραξης ασφαλίστρων, «να ενημερώσουν άμεσα και με κάθε πρόσφορο τρόπο το ασφαλιζόμενο κοινό για την αλλαγή της υποχρέωσης πληρωμής των ασφαλίστρων τους, από 1/1/2014».  Ωστόσο, αυτή η ενημέρωση είναι ευθύνη τόσο των εταιρειών όσο και των διαμεσολαβητών.

Μία καμπάνια, λοιπόν, που να υπογράφεται από την ΕΑΕΕ και την ΕΑΔΕ, τους επίσημους φορείς εκπροσώπησης της αγοράς, θα είχε περισσότερη βαρύτητα και κύρος αλλά κυρίως αποτελέσματα. Σύμφωνα με αρκετούς διαμεσολαβητές, πάντως, οι καταναλωτές δείχνουν να αποδέχονται πιο εύκολα από τους ασφαλιστές και να βρίσκουν πολύ πιο λογικό να πρέπει να πληρώσουν πρώτα για να πάρουν την υπηρεσία.

Το μόνο πρόβλημα έγκειται στο γεγονός ότι δυσκολεύονται λόγω της άσχημης οικονομικής κατάστασης, οπότε το προηγούμενο καθεστώς τους πρόσφερε μία μεγαλύτερη άνεση αποπληρωμής.

Απόδοση των ασφαλίστρων και Διακανονισμοί
Όσον αφορά την απόδοση των ασφαλίστρων, στην εγκύκλιο της ΕΑΕΕ αναφέρεται ότι «η υποχρέωση απόδοσης αυτών στο τέλος της εβδομάδας κατά την οποία εισπράχθηκαν ισχύει για τη νέα παραγωγή, συμπεριλαμβανομένων των δόσεων που καθίστανται ληξιπρόθεσμες μετά την 1/1/2014». Για την απόδοση παλαιότερων οφειλών σημειώνεται ότι «οι ασφαλιστικές εταιρείες θα προβούν αυτοτελώς σε συμφωνίες διακανονισμού με τους συνεργαζόμενους διαμεσολαβητές». Διευκρινίζει, πάντως, ότι «η απόδοση εντός μιας εβδομάδας είναι διαφορετικό θέμα από την υποχρέωση είσπραξης των ασφαλίστρων πριν την έναρξη της ασφαλιστικής κάλυψης. Κατ’ αποτέλεσμα, δεν αποκλείεται η απόδοση των ασφαλίστρων από τον εισπράκτορα να γίνει και μετά την έναρξη της ασφαλιστικής κάλυψης».

Η ΠΟΑΔ, λαμβανομένης υπ’ όψιν της γενικής κακής οικονομικής συγκυρίας, προτείνει στο ψήφισμά της άτοκους διακανονισμούς και με διάρκεια όχι μικρότερη των 36 μηνών –άποψη με την οποία συντάσσονται και σωματεία εκτός Ομοσπονδίας, όπως ο Σύνδεσμος Ασφαλιστικών Διαμεσολαβητών Νομού Χανίων.

Οι διακανονισμοί που έχουν γίνει μέχρι στιγμής δείχνουν ότι οι εταιρείες δεν προτίθενται να εφαρμόσουν μία κοινή φόρμουλα, αλλά θα ακολουθήσει η κάθε μία τη δική της πολιτική στο θέμα. Σύμφωνα με πληροφορίες, κυρίως από το χώρο της διαμεσολάβησης, άλλες εμφανίζονται πιο γενναιόδωρες, κάνοντας άτοκους διακανονισμούς, που μπορεί να φτάσουν από 6 μήνες έως και 4 χρόνια. άλλες βάζουν τόκους, αν ο διακανονισμός ξεπερνά το εξάμηνο. κάποιες προσφέρουν εκπτώσεις, αν η εξόφληση γίνει τοις μετρητοίς. Κάποιες άλλες είναι πιο “σφιχτές”, δίνοντας μικρά χρονικά περιθώρια αποπληρωμής και ζητώντας εγγυήσεις, ενώ υπήρξαν και ορισμένες που δυσκολεύτηκαν να καταλήξουν, αλλάζοντας μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα αρκετές φορές την τακτική τους.

Γεγονός είναι πάντως –όπως προκύπτει από συζητήσεις που είχαμε με αρκετούς ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές– ότι το ύψος της οφειλής, η συναλλακτική συμπεριφορά του διαμεσολαβητή και γενικότερα η σχέση του με την εταιρεία είναι παράγοντες που παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στους διακανονισμούς που γίνονται.

Πάντως, κανείς δεν είναι αισιόδοξος ότι οι διαμεσολαβητές με μικρό όγκο παραγωγής θα καταφέρουν να ανταποκριθούν, ενώ η ανάγκη συγχωνεύσεων προβάλλει επιτακτική περισσότερο από ποτέ.

Οι ασφαλιστικές συμβάσεις
Εξίσου σημαντικά σημεία των Πράξεων 30 και 31 είναι αυτά που αφορούν τις συμβάσεις συνεργασίας των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών με τις εταιρείες. Παλαιές και νέες συμβάσεις θα πρέπει να έχουν προσαρμοσθεί στις νέες υποχρεώσεις μέχρι τις 31/3/2014. Σύμφωνα με την εγκύκλιο της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών, η ανάγκη αλλαγών προκύπτει προκειμένου να προβλεφθεί, μεταξύ άλλων, «η αναγραφή των ποσοστών προμηθειών, τυχόν εξόδων, ή άλλων αμοιβών και επιδομάτων, κ.λπ., η εξουσιοδότηση για είσπραξη, με το πιθανό ανώτατο επιτρεπόμενο όριο και δυνατότητα αναθεώρησης του ορίου, η ρητή υποχρέωση απόδοσης των ασφαλίστρων εντός της εβδομάδας στη διάρκεια της οποίας εισπράχθηκαν, (…), η απαγόρευση υπεξουσιοδότησης για την είσπραξη των ασφαλίστρων σε συνεργάτη του διαμεσολαβητή, εκτός αν συναινεί η εταιρεία». Αυτό το τελευταίο προβληματίζει κάπως τους διαμεσολαβητές που είναι ταυτόχρονα και εντολοδόχοι είσπραξης, οι οποίοι αναρωτιούνται τι θα γίνει στις περιπτώσεις, για παράδειγμα, που χρησιμοποιούν υπηρεσίες courier. Ωστόσο, παραδέχονται ότι δεν παύει να είναι και μία δικλίδα ασφαλείας που θα τους προστατεύσει από έναν ενδεχομένως αφερέγγυο συνεργάτη.
Πάντως, είναι γεγονός ότι, με εξαίρεση την προσάρτηση ή όχι του κανονισμού Πωλήσεων στη σύμβαση, διαφορετικές ερμηνείες ή διαφωνίες όσον αφορά τις συμβάσεις δεν υπήρξαν, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, μεταξύ εταιρειών-διαμεσολαβητών. Ίσως αυτό να οφείλεται στο ότι υπάρχει το χρονικό περιθώριο μέχρι το τέλος Μαρτίου!

Οι γραφειοκρατικές υποχρεώσεις εξίσου σημαντικές
Είναι γεγονός ότι η είσπραξη και η απόδοση ασφαλίστρων, όπως αυτές ορίζονται από τις Πράξεις 30 και 31 της ΤτΕ, μονοπώλησαν τη συζήτηση όλο αυτό το διάστημα, θέτοντας σε δεύτερο πλάνο τα κανονιστικά πρότυπα ενημέρωσης και επαγγελματικής συμπεριφοράς που καθιερώνονται, ειδικά για τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές. Οι αλλαγές αυτές δημιουργούν μία σειρά γραφειοκρατικών υποχρεώσεων, οι οποίες δεν είναι ούτε λίγες ούτε ευκαταφρόνητες.

H  Ένωση Επαγγελματιών Ασφαλιστών Ελλάδος στην ενημερωτική εγκύκλιο που απέστειλε στα μέλη της, στις 8 Ιανουαρίου, εστιάζει όχι μόνο στην είσπραξη και την απόδοση ασφαλίστρων, «που έχουν προβληθεί και δικαίως ως κυρίαρχες και δύσκολες αλλαγές», αλλά και στις εξίσου πολύ σημαντικές αλλαγές που αφορούν την Οργάνωση και την Προσυμβατική Δεοντολογία, οι οποίες «έχουν περάσει σε δεύτερο πλάνο».  
«Πιστεύουμε ότι ίσως θα υπάρξει ένα εύλογο χρονικό διάστημα που θα επιτρέπει μια πιο ελαστική εφαρμογή, όμως πρέπει να είμαστε ενήμεροι και προετοιμασμένοι, γιατί κάποιοι έλεγχοι έχουν ήδη γίνει και έχουν υπάρξει προς το παρόν συστάσεις», επισημαίνει σχετικά το Δ.Σ. της
ΕΕΑΕ.

Όσον αφορά τις αλλαγές αυτές αντιγράφουμε από την εγκύκλιο της ΕΕΑΕ:

  • Ο Διαμεσολαβητής εκπονεί σε φυσική ή σε ηλεκτρονική μορφή, συγκεκριμένα ενημερωτικά έντυπα για τον πελάτη, με διαφορετική μορφή από τα διαφημιστικά ή ενημερωτικά έντυπα των Εταιρειών, ξεχωριστά ως σώμα και με διαφορετικό χρώμα, τα οποία φέρουν την επωνυμία ή/και τον διακριτικό τίτλο ή/και το εμπορικό σήμα του Διαμεσολαβητή. Όλα τα έντυπα φέρουν με μεγάλα σκούρα γράμματα τον τίτλο: «Υποχρέωση εκ του άρθρου 11 Π.Δ. 190/2006 Ενημέρωση από τον Ασφαλιστικό Διαμεσολαβητή σας».
  • Πριν από τη σύναψη οποιασδήποτε σύμβασης, ο Ασφαλιστικός Διαμεσολαβητής καταγράφει σε ξεχωριστό «Έντυπο Αναγκών Πελάτη» όλες εκείνες τις πληροφορίες που χρειάζεται για να διευκρινίσει τις απαιτήσεις και τις ανάγκες του. Το έντυπο αυτό περιέχει ερωτήσεις προσαρμοσμένες στον κλάδο και την πολυπλοκότητα του κάθε προϊόντος. Όλες οι πληροφορίες που συλλέγει στοχεύουν στην εξυπηρέτηση των αναγκών του πελάτη και στην παροχή ανάλογων συμβουλών για την ικανοποίησή τους.
  • Ο Ασφαλιστικός Διαμεσολαβητής εφαρμόζει τις οδηγίες και τις κατευθύνσεις των Εταιρειών για την περιγραφή και την επεξήγηση των προϊόντων τους και αξιοποιεί όλο το έντυπο υλικό που αυτές παρέχουν. Επίσης, παραδίδει στον πελάτη το σχετικό υλικό, λαμβάνει σχετική γραπτή απόδειξη από τον πελάτη και αντίγραφό της διαβιβάζει ηλεκτρονικά προς την Εταιρεία.
  • Ο Διαμεσολαβητής διατηρεί κατάλληλη για τον όγκο και τη μορφή των δραστηριοτήτων του λογιστική και μηχανογραφική οργάνωση:

α) Αρχειοθέτηση και διάθεση καταστάσεων παρακολούθησης και είσπραξης ασφαλίστρων (που του διαθέτουν οι Εταιρείες) καθώς και των αποδεικτικών εξοφλήσεως των υπολοίπων που προκύπτουν από αυτές.
β) Διάθεση όλων των ενημερωτικών εντύπων των Εταιρειών προς τους πελάτες.
γ) Φύλαξη των εντύπων ή εγγράφων των Εταιρειών.
δ) Τήρηση ενυπόγραφων αποδείξεων του άρθρου 9 παρ. 1β (που αφορά την είσπραξη ασφαλίστρων από εντολοδόχους).

  • Ο Ασφαλιστικός Διαμεσολαβητής μεριμνά ώστε οι υπάλληλοι και οι συνεργάτες του να παρακολουθούν τακτικά σεμινάρια συναφή με το αντικείμενό τους και τουλάχιστον αυτά της υποχρεωτικής επανεκπαίδευσής τους.
  • Ελάχιστο περιεχόμενο των Ασφαλιστικών Συμβάσεων: Οι συμβάσεις που θα υπογραφούν μεταξύ των Ασφαλιστικών Εταιρειών και των Διαμεσολαβητών πρέπει μεταξύ των άλλων να περιέχουν:

α) Τα ποσοστά των προμηθειών και υπερπρομηθειών, τα τυχόν καταβαλλόμενα έξοδα, κάθε αμοιβή ή επίδομα και την υλικοτεχνική υποδομή που θα παρέχει η Εταιρεία.
β) Τον Κανονισμό Πωλήσεων της Εταιρείας.
γ) Την τυχόν εξουσιοδότηση για είσπραξη ασφαλίστρων, το ανώτατο επιτρεπόμενο ποσό και την αναφορά στην προθεσμία και στις λοιπές διατάξεις του άρθρου 33, παρ. 2 του Ν. 400/1970.
«Γνωρίζουμε ότι στο θέμα της είσπραξης και απόδοσης η αγορά προσπαθεί να βρει τις λύσεις με τις μικρότερες αβαρίες. Είμαστε σε επιφυλακή και παρακολουθούμε τις πρακτικές που αναζητούνται», επισημαίνει η ΕΕΑΕ. «Όμως, γνωρίζουμε ότι η ΔΕΙΑ θα είναι σχολαστική στον έλεγχο της τήρησης των γραφειοκρατικών υποχρεώσεων. Η οργάνωση των Γραφείων μας πάνω στα νέα πρότυπα και η ορθή, υπεύθυνη και αποτελεσματική παρουσία μας δίπλα στον πελάτη, είναι αυτή που θα καταδείξει τελικά τη μοναδική σχέση Διαμεσολαβητή και Πελάτη. Μία σχέση που για πρώτη φορά, και με την Πράξη του Διοικητή της ΤτΕ, αναγνωρίζεται και θωρακίζεται».

Η αναγνώριση και η θωράκιση της σχέσης Διαμεσολαβητή και Πελάτη μπορεί να ικανοποιεί τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές, ωστόσο, είναι γεγονός ότι στο θέμα των γραφειοκρατικών υποχρεώσεων καλούνται να κερδίσουν ένα πολύ μεγάλο στοίχημα. Κι αυτό, γιατί μία μεγάλη μερίδα επαγγελματιών θα δυσκολευτεί πάρα πολύ να προσαρμοστεί σε όλες αυτές τις απαιτήσεις, καθώς ούτε την υποδομή να τις υποστηρίξουν έχουν ούτε τα διαθέσιμα κεφάλαια, για να αναπτύξουν τις υποδομές που χρειάζονται.

Για όλους αυτούς τα σωματεία και οι φορείς της ασφαλιστικής διαμεσολάβησης ίσως θα έπρεπε να αναλάβουν κάποιες πρωτοβουλίες, σε συνεργασία ενδεχομένως με το ΕΕΑ και τα άλλα Επιμελητήρια, για να δουν πώς θα μπορούσαν να τους βοηθήσουν.

Πέρα από τις διαφορετικές προσεγγίσει και ερμηνείες, πέρα από την ανάγκη ή όχι έκδοσης γραπτών διευκρινίσεων από την ΤτΕ, πέρα από τα προβλήματα και τις όποιες δυσλειτουργίες παρατηρούνται, εταιρείες και διαμεσολαβητές συμπίπτουν στην αναγκαιότητα της ύπαρξης μιας τάξης πραγμάτων. Άλλωστε, όλοι παραδέχονται ότι, αν όσα προβλέπουν οι δύο Πράξεις είχαν εφαρμοστεί χρόνια πριν, η εικόνα της αγοράς ίσως ήταν διαφορετική και τα πράγματα πολύ καλύτερα. Η κάθε πλευρά, ωστόσο }και ως ένα βαθμό είναι απόλυτα θεμιτό} θα προσπαθήσει να επωφεληθεί: οι εταιρείες να περιορίσουν την έκθεσή τους σε αφερέγγυους συνεργάτες και να προετοιμαστούν καλύτερα για τις απαιτήσεις του Solvency II. οι διαμεσολαβητές να μην επιτρέψουν την περιθωριοποίησή τους. Όπως και να έχει, οι δύο Πράξεις συνιστούν τη βάση για μια πιο εύρυθμη λειτουργία της αγοράς. Ίσως τον πρώτο καιρό υπάρξουν κραδασμοί, αλλά σιγά-σιγά θα βρεθεί ο σωστός βηματισμός. Επιβάλλεται να βρεθεί. Η αγορά δεν μπορεί να περιμένει άλλα 40 χρόνια, για να εφαρμοστεί ο νόμος.

Δήμητρα Καζάντζα

Εγγραφείτε στο NewsLetter μας