Άρθρα

Προϋποθέσεις Ασφαλιστικής Υποκατάστασης

Στην ασφάλιση Ζημιών, ο λήπτης της ασφάλισης που υπέστη βλάβη ή απώλεια του αντικειμένου του ασφαλιστικού του συμφέροντος διατηρεί αξίωση κατά τρίτου, για αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη. Ο ασφαλιστής, δυνάμει της ασφαλιστικής σύμβασης, είναι υπόχρεος να αποκαταστήσει τη ζημία του ασφαλισμένου λήπτη.

Σύμφωνα με το άρθρο 14 του ν. 2496/1997 (ΑσφΝ), ο ασφαλιστής που τον αποζημίωσε υποκαθίσταται αυτοδίκαια (εκ του νόμου) στα δικαιώματα του ικανοποιηθέντος ασφαλισμένου και συνακόλουθα έχει αξίωση κατά του τρίτου, στην έκταση του ασφαλίσματος που κατέβαλε και υπό τις προϋποθέσεις που ορίζει το ανωτέρω άρθρο του ΑσφΝ.

Συνεπώς, βασική προϋπόθεση της ασφαλιστικής υποκατάστασης είναι η ύπαρξη αξίωσης του ασφαλισμένου κατά του τρίτου, υπόχρεου σε αποζημίωση. Το δικαίωμα αυτό της υποκατάστασης του ασφαλιστή προκύπτει λόγω του αποζημιωτικού χαρακτήρα της ασφάλισης, σύμφωνα με το ανωτέρω άρθρο του ΑσφΝ.

Το περιεχόμενο της αγωγής του ασφαλιστή κατά του τρίτου υπόχρεου σε αποζημίωση πρέπει να περιλαμβάνει πλήρη και σαφή έκθεση των γεγονότων επί των οποίων βασίζεται η αγωγή και δίνουν το δικαίωμα άσκησής της, την πλήρη περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς, καθώς και το ορισμένο αίτημα.

Τα ανωτέρω είναι αναγκαία, για να μπορεί το Δικαστήριο να κρίνει επί του παραδεκτού της αγωγής, καθώς και για να παρασχεθεί η δυνατότητα στον εναγόμενο να αμυνθεί σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον νόμο, ούτως ώστε να αποφευχθεί η περίπτωση του να απορριφθεί η αγωγή λόγω αοριστίας. Αυτονόητο είναι, συνεπώς, ότι η αγωγή του ασφαλιστή θα πρέπει να φέρει όλα τα στοιχεία εκείνα τα οποία θα έφερε και η αγωγή του ζημιωθέντος, ώστε να μην κριθεί αόριστη.

Επί του ανωτέρω ζητήματος, μεταξύ άλλων ζητημάτων, τα οποία κρίθηκαν από το ανώτατο Δικαστήριο, παραθέτουμε απόσπασμα πρόσφατης απόφασης του Αρείου Πάγου (ΑΠ 299/23, απόσπασμα από τη δημοσίευση στη ΝΟΜΟΣ):

(…) Συγκεκριμένα, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στη μείζονα σκέψη, για την πληρότητα της εν λόγω αγωγής ο ασφαλιστής, και εν προκειμένω η ενάγουσα, πρέπει να επικαλεσθεί και, σε περίπτωση αμφισβήτησης, να αποδείξει, εκτός από τη συνδρομή των προϋποθέσεων της ασφαλιστικής υποκατάστασης (ήτοι τη σύναψη και τους όρους της ασφαλιστικής σύμβασης και την καταβολή του ασφαλίσματος στον ζημιωθέντα ασφαλισμένο, λόγω επέλευσης της ασφαλιστικής περίπτωσης), και τη ζημία του ασφαλισμένου που αποζημίωσε, καθώς και την προέλευση αυτής, με αναλυτική παράθεση των επί μέρους κονδυλίων που την απαρτίζουν, ήτοι έπρεπε να επικαλεστεί αναλυτικά στην αγωγή τα κλαπέντα εμπορεύματα κατ’ είδος, ποσότητα και αξία, μη αρκούντος του γεγονότος της συλλήβδην αναφοράς της αξίας αυτών χωρίς παράθεση τουλάχιστον του αριθμού και του είδους των επί μέρους κλαπέντων εμπορευμάτων, ώστε να παρασχεθεί στην εναγόμενη η ευχέρεια της άμυνας, στο δε δικαστήριο η δυνατότητα ελέγχου του βάσιμου κατά νόμο της αγωγής. Τα ανωτέρω δε στοιχεία, που παραλείπει να αναφέρει η ενάγουσα και ήδη αναιρεσείουσα στην αγωγή της, είναι κρίσιμα για τη θεμελίωση της έκτασης της ευθύνης της εναγομένης και ήδη αναιρεσίβλητης. Επομένως, το Εφετείο, που έκρινε ομοίως, και απέρριψε την αγωγή ως αόριστη, επειδή στο δικόγραφό της δεν εκτίθενται όλα τα στοιχεία που απαιτούνται κατά νόμο για τη στήριξη του αιτήματος της αγωγής, τα πραγματικά, δηλαδή, περιστατικά που απαρτίζουν την ιστορική βάση της αγωγής και προσδιορίζουν το αντικείμενο της δίκης, και συνακόλουθα δεν προέβη στην κατ’ ουσίαν εξέτασή της, κηρύσσοντας ακυρότητα του δικογράφου της αγωγής κατ’ άρθρο 216 ΚΠολΔ, όχι παρά τον νόμο κήρυξε απαράδεκτο και, συνεπώς, ο αντίθετος δεύτερος λόγος του αναιρετηρίου, με τον οποίο αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση, η πλημμέλεια από τον αρ. 14 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, με την αιτίαση ότι, παρά τον νόμο, απέρριψε την αγωγή ως αόριστη, παρόλο που στο δικόγραφό της αναφερόταν όλα τα απαιτούμενα από τον νόμο στοιχεία για το ορισμένο αυτής, είναι αβάσιμος. Κατόπιν αυτών και αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος αναίρεσης προς έρευνα, η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της και να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο, ενόψει της ήττας της αναιρεσείουσας (άρθρ. 495 παρ. 3 εδ. ε του ΚΠολΔ). (…)

Θεόδωρος Κουτσούμπας, Δικηγόρος – Διδάκτωρ Νομικής, [email protected]
Σε συνεργασία με το περιοδικό ΣΥΝήΓΟΡΟΣ


Ακολουθήστε την ασφαλιστική αγορά στο Google News

Εγγραφείτε στο NewsLetter μας