Άρθρα

Ποιους ωφελεί η ανάπτυξη της ιδιωτικής ασφάλισης υγείας και η σύμπραξη ιδιωτικού και δημόσιου τομέα;

Την απάντηση στο παραπάνω ερώτημα έδωσε η κα Μαργαρίτα Αντωνάκη, Γενική Δ/ντρια της ΕΑΕΕ, στην ομιλία της (την παραθέτουμε κατωτέρω) στο 16ο Annual Conference Healthworld 2017, που διοργάνωσε το Ελληνοαμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο, στις 5/10/2017.

 

Ευχαριστώ θερμά για την πρόσκληση να μιλήσω για ένα θέμα που επί καιρώ, για πάρα πολλά χρόνια συζητείται και για το οποίο τόσα πολλά έχουν ειπωθεί.

Θα είμαι ξεκάθαρη από την αρχή: θεωρώ ότι η ύπαρξη και η λειτουργία της Ιδιωτικής Ασφάλισης Υγείας (ΙΔΑ) αποτελεί de facto κλασική μορφή σύμπραξης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. 

Αυτό τουλάχιστον αποδεικνύουν τα 40 σχεδόν έτη «συμπόρευσης» της εθελοντικής ΙΔΑ με την υποχρεωτική και καθολική Κοινωνική αντίστοιχή της, στην πατρίδα μας.

Επί 4, λοιπόν, δεκαετίες, η ΙΔΑ διαθέτει πρωτίστως προγράμματα νοσοκομειακής κάλυψης, τα οποία, τα τελευταία μάλιστα έτη, συμπληρώνονται τις περισσότερες φορές και από εξωνοσοκομειακή, καθώς διαπιστώνεται αυξανόμενη ζήτηση και αυτής της κάλυψης. Η εικόνα αυτή, ασφαλώς, σχετίζεται με τις εντεινόμενες δυσκολίες πρόσβασης και εξυπηρέτησης, τις οποίες αντιμετωπίζουν οι συμπολίτες μας στις υπηρεσίες δευτεροβάθμιας, αλλά και πρωτοβάθμιας, πλέον, περίθαλψης που διατίθενται στο πλαίσιο της κοινωνικής τους ασφάλισης.

Μια ασφαλής διαπίστωση, λοιπόν, εκ των ανωτέρω είναι ότι η ΙΔΑ υπάρχει, παρά την ύπαρξη της υποχρεωτικής κοινωνικής αντίστοιχής της, γιατί καλύπτει υπάρχουσες, πραγματικές ανάγκες των πολιτών, γι’ αυτό και αντέχει χωρίς σημαντική πτώση στα δύσκολα χρόνια της οικονομικής ύφεσης που διανύουμε, όταν σχεδόν όλοι οι υπόλοιποι κλάδοι και τομείς της οικονομίας υποχωρούν. Μία ακόμη διαπίστωση, είναι ότι υπάρχουν ακάλυπτες ανάγκες των κοινωνικά ασφαλισμένων, τις οποίες, για κάποιους εξ αυτών, καλύπτει η ιδιωτική ασφάλιση υγείας

 

Ερώτημα, λοιπόν, τίθεται ως προς τις ανάγκες για χρήση υπηρεσιών υγείας. Ποια είναι ή τάση τους; Αυξάνει η ζήτηση υπηρεσιών υγείας; Αυξάνει το σχετικό κόστος χρήσης υπηρεσιών υγείας;

Κοινή διαπίστωση, διεθνώς, συνιστά ότι οι δαπάνες υγείας αυξάνονται σημαντικά τις τελευταίες δεκαετίες, καθιστώντας τις πολιτικές ηγεσίες αντιμέτωπες με τον κίνδυνο βιωσιμότητας των συστημάτων υγείας, αλλά και των οικονομικών συστημάτων, των χωρών τους.

Η διεθνής επιστημονική κοινότητα των οικονομικών της υγείας και των οικονομικών αναλυτών, αποδίδουν την αύξηση των δαπανών στο συνδυασμό των εξής παραγόντων:

(α) της αυξανόμενης ζήτησης, ως συνέπεια της γήρανσης του πληθυσμού,

(β) της αύξησης των χρόνιων νοσημάτων, τα οποία αντιμετωπίζονται με μακροχρόνιες θεραπείες,

(γ) της αύξησης των προσδοκιών των πολιτών – χρηστών των υπηρεσιών υγείας, αλλά και (δ) την αύξηση της προσφοράς νέας και ακριβής ιατρικής τεχνολογίας, καθώς και νέων, υψηλού κόστους, διαγνωστικών και θεραπευτικών μεθόδων.

Για να το θέσουμε πιο απλά, ζούμε παραπάνω πλέον. Μελέτη έχει δείξει ότι κάθε τέσσερα χρόνια, κερδίζουμε ένα χρόνο παραπάνω ζωής. Το ότι ζούμε παραπάνω, ας μη γελιόμαστε, το οφείλουμε στην εξέλιξη της ιατρικής επιστήμης και της τεχνολογίας που χρησιμοποιεί. Η εξέλιξη, όμως, αυτή δεν έρχεται χωρίς κόστος. Αντίθετα, κοστίζει πολύ. Η ιατρική επιστήμη εξελίσσεται, θα συνεχίσει να εξελίσσεται και τα αντίστοιχα κόστη θα εξακολουθήσουν να αυξάνονται. Η παγκόσμια εμπειρία αυτό δείχνει.

Η ζήτηση υπηρεσιών υγείας, επομένως, βαίνει διαρκώς αυξανόμενη. Η απάντηση είναι ξεκάθαρη.

 

Επόμενο ερώτημα που τίθεται είναι: ποιος χρηματοδοτεί αυτό το διαρκώς αυξανόμενο κόστος των υπηρεσιών υγείας; Ποια είναι η κατάσταση στην πατρίδα μας;

Στη χώρα μας, παραδοσιακά, το μεγαλύτερο μέρος της χρηματοδότησης των δαπανών υγείας, αναλάμβανε το δημόσιο και κοινωνικό σύστημα. Η εικόνα αυτή, ωστόσο, σύμφωνα με τα δημοσιευμένα από την ΕΛΣΤΑ στο Σύστημα Λογαριασμών Υγείας δείχνει να αλλάζει. Τί δείχνουν τα διαθέσιμα για την περίοδο 2011-2015 στοιχεία;

Δείχνουν μείωση της συνολικής χρηματοδότησης υγείας, η οποία, ωστόσο, προέρχεται από την υποχώρηση της χρηματοδοτικής εισφοράς, από πλευράς τόσο των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης, όσο και από το Γενικό Προϋπολογισμό του κράτους. Αντίθετά, κατά την ίδια περίοδο η ιδιωτική χρηματοδότηση των δαπανών υγείας, ειδικά από το 2012 και εξής εμφανίζει αύξηση. Ασφαλές συμπέρασμα; Παρά τη χρηματοδοτική υποχώρηση από πλευράς του δημοσίου, υπάρχουν ανάγκες των πολιτών που δεν καλύπτονται, τις οποίες αναλαμβάνουν να καλύψουν οι πολίτες ιδιωτικά.

Τα μεγέθη, είπαμε, είναι δημοσιευμένα και χαρακτηριστικά. Ας πάρουμε εκείνα της τελευταίας επίσημα καταγεγραμμένης από το ΣΛΥ χρονιάς, του 2015, τα οποία ως ποσοστά δεν διαφέρουν ιδιαίτερα από εκείνα των προηγουμένων ετών.

  • Η συνολική χρηματοδότηση της υγείας επιμερίζεται, κατά 59,1% (8.704,5 εκ) και 39,1% (5.765,4 εκ) μεταξύ δημόσιας (Γενική Κυβέρνηση και ΟΚΑ) και ιδιωτικής δαπάνης.

*(1,8% (262,4 εκ) συνιστά άλλες δαπάνες υγείας, διοικητικές κλπ).

  • Από το 39,1% (5.765,4 εκ) της ιδιωτικής χρηματοδότησης, μόλις το 3,7% (541,3 εκ) προέρχεται από τις αποζημιώσεις που κατεβλήθησαν από την ιδιωτική ασφάλιση, ενώ το 35,5% (5.224,1 εκ) συνιστά αμιγώς ιδιωτικές πληρωμές!

(ΓΙΑ ΤΟ 2015: 14.731 δις το σύνολο της χρηματοδότησης)

Κοιτάζοντας, τα τελευταία κυρίως μεγέθη, συνειδητοποιεί ότι, μόλις το 10% της συνολικής ιδιωτικής δαπάνης, όσο περίπου και το ποσοστό των πολιτών που διαθέτουν ιδιωτική ασφάλιση, χρηματοδοτείται μέσω της ιδιωτικής ασφάλισης. Το υπόλοιπο 90% της ιδιωτικής χρηματοδότησης αποτελεί πληρωμές που οι ίδιοι οι πολίτες πληρώνουν εντελώς μόνοι τους!

 

Επόμενο ερώτημα που τίθεται, λοιπόν, είναι: συμφέρει να αυξηθεί το μερίδιο και η συμμετοχή της ΙΔΑ στη χρηματοδότηση των δαπανών υγείας της χώρας; Και, αν ναι, ποιους;

Πρώτα απ’ όλα, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις, θα απαντούσε οποιοσδήποτε. Δεν θα διαφωνήσουμε. Ναι, αυτή είναι η επαγγελματική τους δραστηριότητα. Η πώληση ασφαλίσεων. Και αυτή η άτυπη μορφή συνεργασίας έχει και θετικά στοιχεία για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις. Κάνουν, όμως, αυτό που πραγματικά μπορούν; Τους επιτρέπει το ισχύον «μοντέλο συνεργασίας» να αξιοποιήσουν την τεχνογνωσία που διαθέτουν ικανοποιητικά; Τους επιτρέπει το άτυπο αυτό μοντέλο να προσεγγίσουν όλη την ελληνική κοινωνία; Θα σας απαντήσω άμεσα: όχι, δεν επιτρέπεται στην ιδιωτική ασφάλιση κανένα από τα ανωτέρω, υπό τις παρούσες συνθήκες.

Απαντώντας, όμως, ουσιαστικά στο ανωτέρω ερώτημα, θα υποστηρίζαμε ότι οι πρώτοι που θα ωφελούνταν είναι οι ίδιοι οι ασφαλισμένο, οι οποίοι θα κάλυπταν, όπως ήδη κάνει το 10% του πληθυσμού που διαθέτει ΙΔΑ, εκείνες τις ανάγκες τους που δεν μπορεί να ικανοποιήσει η κοινωνική ασφάλιση τους,

  • είτε αυτές είναι η ταχύτητα εξυπηρέτησής τους για μια νοσηλεία χωρίς αναμονή σε ιδιωτικό νοσηλευτήριο, που είναι αναπόφευκτη στα νοσοκομεία του ΕΣΥ,
  • είτε η πρόσβαση σε σύγχρονη ιατρική τεχνολογία και μεθόδους θεραπείας, τα οποία είναι διαθέσιμα στις ιδιωτικές κλινικές, παρά στα δημόσια νοσοκομεία,
  • είτε είναι η συγχρηματοδότηση της νοσηλείας τους σε ιδιωτικό νοσηλευτήριο, για τους λόγους που προαναφέραμε, τόσο από την κοινωνική, όσο και από την ιδιωτική ασφάλιση.

Ειδικά σε ό,τι αφορά το τελευταίο, όλοι γνωρίζουμε ότι η εισαγωγή σε ιδιωτική κλινική με χρήση μόνη της κοινωνικής ασφάλισης, πόσο μεγάλα χρηματικά ποσά απαιτεί να αναλάβει ο κοινωνικά ασφαλισμένος. Δηλαδή, είτε το 50% ή 30% του ΚΕΝ, αναλόγως, αν είναι ασφαλισμένος του ΟΓΑ ή του ΙΚΑ, συν τις αμοιβές των ιατρών κλπ. Καθόλου ευκαταφρόνητα ποσά…

Μήπως, όμως, από την αύξηση της ΙΔΑ θα ωφελείτο και το ίδιο το δημόσιο σύστημα και η κοινωνική ασφάλιση; Θα απαντήσουμε, ναι! Και θα συμπληρώσουμε: και τα έσοδα του κράτους! Ενδεικτικά αναφέρουμε:

  • Με τη χρήση της ιδιωτικής ασφάλισης και της περίθαλψης των πολιτών από ιδιώτες παρόχους υγείας, που κατά βάση εξυπηρετούν τους ασφαλισμένους που διαθέτουν ιδιωτική ασφάλιση, αποφορτίζεται το ΕΣΥ, άμεσα.
  • Περαιτέρω, η νοσηλεία σε ιδιωτική κλινική κοινωνικά ασφαλισμένων αποζημιώνεται πάντα με μειωμένα ΚΕΝ (-50% ή -30%), σε σχέση με τα νοσοκομεία του ΕΣΥ, άρα κοστίζει λιγότερο στους ΟΚΑ.
  • Με τη χρήση ιδιωτικής ασφάλισης για υπηρεσίες υγείας δημιουργείται σημαντικός φορολογητέος όγκος υπηρεσιών και αγαθών, άρα έσοδα για το κράτος. Δεν υπάρχουν άτυπες πληρωμές στο πλαίσιο των υπηρεσιών και αγαθών που καλύπτονται από την ιδιωτική ασφάλιση!
  • Από την ύπαρξη της ιδιωτικής ασφάλισης υγείας, όπως προείπαμε, το κράτος εισπράττει από τη φορολόγηση του κύκλου εργασιών των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, αλλά και την φορολόγηση των εισοδημάτων των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών.

Και πηγαίνοντας, ένα βήμα παραπέρα, θα ρωτούσαμε: μήπως από την ανάπτυξη της ιδιωτικής ασφάλισης θα ωφελείτο ακόμη περισσότερο και η ίδια η ιδιωτική αγορά υγείας; Ας το σκεφτούμε λίγο. Η ιδιωτική αγορά υγείας καθίσταται προσβάσιμη και έχει μεγαλύτερη διείσδυση στην ελληνική κοινωνία χάρη στην ιδιωτική ασφάλιση. Τούτο ξεκάθαρα διευρύνει την πελατειακή της βάση και τον κύκλο εργασιών της, ενώ οι οικονομικές της συναλλαγές στο πλαίσιο της ιδιωτικής ασφάλισης, εξασφαλίζουν ρευστότητα και βραχύ, σε σχέση με τις συναλλαγές με την κοινωνική ασφάλιση, ταμειακό κύκλο. Αυτά, συμβάλλουν, ώστε η ελληνική ιδιωτική αγορά υγείας να μπορεί να επενδύει, να εισάγει την πλέον εξελιγμένη ιατρική τεχνολογία και μεθόδους διάγνωσης και θεραπείας και να τα διαθέτει στους πολίτες της χώρας μας. Ας είμαστε ειλικρινείς!

 

Τελευταίο ερώτημα, επομένως, που τίθεται είναι: Εφόσον συμφέρει όλες τις πλευρές η αύξηση της ΙΔΑ, μπορεί να γίνει κάτι προς την κατεύθυνση αυτή;

Μπορεί, με πιο απλά λόγια, να καταστεί η ΙΔΑ υγείας πιο προσιτή στους Έλληνες πολίτες, να διεισδύσει σε μεγαλύτερο τμήμα ή γιατί όχι σε ολόκληρο, τον πληθυσμό;

Θα μπορούσαν ίσως να βρεθούν κίνητρα για την απόκτηση ΙΔΑ ή να καταργηθούν υπάρχοντα αντικίνητρα;

Να θυμίσουμε, στο σημείο αυτό ότι, υπό την παρούσα κατάσταση, εκείνοι που διαθέτουν ιδιωτική ασφάλιση, δεν απαλλάσσονται των εισφορών προς το ταμείο της κοινωνικής τους ασφάλισης, αλλά ούτε τυγχάνουν κάποιας φορολογικής απαλλαγής για τα ασφάλιστρα που καταβάλλουν για το ασφαλιστήριό τους, επί του οποίου, μάλιστα, φέρουν την επιβάρυνση του Φόρου Ασφαλίστρων, ο οποίος ανέρχεται στο 15%.

Βοηθεί η κατάσταση αυτή την ανάπτυξη της ΙΔΑ ή αλλιώς: ποιον ωφελεί τελικά η κατάσταση αυτή; Και, μοιραζόμενη τις σκέψεις μου μαζί σας, θα ρωτούσα ακόμη: μήπως θα μπορούσαμε να διερευνήσουμε ένα άλλο μοντέλο σύμπραξης μεταξύ δημόσιας και ΙΔΑ, που θα επιτύγχανε τα οφέλη που προαναφέραμε;

Η παρούσα κατάσταση και όπως αυτή διαμορφώνεται επιτάσσει υπευθυνότητα, ρεαλισμό και άμεση ανάληψη πρωτοβουλιών για δράση. Εν τούτοις, μέχρι στιγμής δεν έχει υπάρξει σοβαρή πρωτοβουλία ανάληψης σχετικής δράσης, παρ’ εκτός από εκείνη την απόπειρα συνεργασίας με τα δημόσια νοσοκομεία του 2011, που έμεινε στα χαρτιά.

Και το ερώτημα παραμένει: μπορεί να γίνει κάτι άμεσα ώστε η ΙΔΑ υγείας να γίνει πιο προσιτή και προσβάσιμη σε κάθε νοικοκυριό της χώρας μας;

Από πλευράς μας, θα λέγαμε: ΝΑΙ. η μείωση του τελικού κόστους των ασφαλιστικών προγραμμάτων υγείας και η διεύρυνση της ασφαλιστικής βάσης είναι δυνατό να επιτευχθούν άμεσα και σε ουσιαστικό βαθμό μέσω της άρσης του φορολογικού αντικινήτρου αγοράς των προγραμμάτων αυτών, τα οποία επιβαρύνοται με ΦΑ 15%. Προς την ίδια κατεύθυνση, ασφαλώς, θα συμβάλει και η θεσμοθέτηση φορολογικών κινήτρων για τα καταβαλλόμενα ασφάλιστρα.

Υπάρχει ελπίδα και προσδοκία ότι το θεσμοθετημένο κράτος μπορεί και, υπό την πίεση των τρεχουσών συνθηκών, να ανοίξει έναν ουσιαστικό διάλογο με όλα τα εμπλεκόμενα στο σύστημα ασφάλισης και περίθαλψης της υγείας μέρη, δημόσιας και ιδιωτικής ταυτότητας.

Από πλευράς μας, υπάρχει η ειλικρινής διάθεση για έναν τίμιο διάλογο προς αυτή την κατεύθυνση.

 

Εγγραφείτε στο NewsLetter μας