Άρθρα

Geneva Association: Η ψηφιακή υγεία ως εργαλείο ανάπτυξης της ασφαλιστικής αγοράς

Συμβάλλοντας στη συζήτηση σχετικά με την υποστήριξη της υγείας για όλους, η Geneva Association δημοσίευσε την έκθεση «Ψηφιακή Υγεία*: Είναι δικαιολογημένη η ευφορία;», στο πλαίσιο της οποίας διερευνά τον ρόλο των ασφαλιστών στην κλιμάκωση των ψηφιακών λύσεων στην υγεία.

Όπως επισημαίνεται στην έκθεση, η «ψηφιακή υγεία» είναι ήδη μια αγορά πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων και η ανάπτυξή της αναμένεται να συνεχιστεί με αυξανόμενο ρυθμό τα επόμενα χρόνια. Σε γενικές γραμμές, αυτή η ανάπτυξη ενισχύθηκε από παράγοντες όπως: η δυνατότητα πρόσβασης σε προσιτή περίθαλψη, η αύξηση των προσδοκιών των καταναλωτών μέσα σε ένα πιο τεχνολογικό περιβάλλον και οι προσπάθειες για τον έλεγχο του σπειροειδούς κόστους της φροντίδας. Πιο πρόσφατα, η καταλυτική επίδραση του Covid-19 επιτάχυνε περαιτέρω τη αξιοποίηση της ψηφιακής υγείας. Ως εκ τούτου, είναι ώρα ο ασφαλιστικός κλάδος να αποτιμήσει την τρέχουσα στρατηγική του για την ψηφιακή υγεία και να κατανοήσει πώς μπορεί να την αξιοποιήσει, για να υποστηρίξει τους παγκόσμιους στόχους για μια βελτιωμένη και πιο δίκαιη υγειονομική περίθαλψη.

H έκθεση της Geneva Association σκιαγραφεί το τοπίο της αγοράς της ψηφιακής υγείας, εστιάζοντας σε δημοφιλείς πελατοκεντρικές λύσεις, σε αντίθεση με λύσεις που έχουν ως επίκεντρο τους παρόχους ή αυτούς που πληρώνουν. Στη συνέχεια, διερευνάται ο αντίκτυπος της ψηφιακής υγείας στη συμπεριφορά και τα αποτελέσματα της υγείας και αναλύονται πρακτικές, αντιλήψεις και στρατηγικές εκτιμήσεις για τη βιομηχανία υγείας και την ασφάλισης ζωής.

Η διαθεσιμότητα λεπτομερών πληροφοριών σχετικά με τα χαρακτηριστικά της ψηφιακής υγείας από την πλευρά της προσφοράς ποικίλλει ανάλογα με το προϊόν και την περιοχή, αλλά υπάρχουν κάποια κοινά κύρια χαρακτηριστικά, τα οποία εντοπίζει η έκθεση. Αυτά είναι τα εξής:

Οι εφαρμογές για κινητά έχουν δημιουργήσει έναν μικρόκοσμο στην αγορά ψηφιακής υγείας.

Μια έκθεση της IQVIA, το 2017, υπολόγισε ότι 200 ​​εφαρμογές υγείας δημοσιεύονται καθημερινά, συχνά με περιορισμένη εποπτεία. Οι εφαρμογές ευεξίας κυριαρχούν, αλλά οι εφαρμογές για συγκεκριμένα προβλήματα υγείας έχουν αποκτήσει ιδιαίτερη σημασία τα τελευταία χρόνια. Ωστόσο, λιγότερες από 50 εφαρμογές υγείας έχουν “κατέβει” σε συσκευές περισσότερες από 10 εκατομμύρια φορές, γεγονός που υποδηλώνει εκτεταμένο κατακερματισμό στην αγορά εφαρμογών. Η ψυχική υγεία, ο διαβήτης και οι καρδιαγγειακές παθήσεις είναι οι πιο δημοφιλείς περιοχές παρέμβασης.

Σε παγκόσμιο επίπεδο, η χρήση της τηλεϊατρικής αυξήθηκε ραγδαία, καθώς η πανδημία Covid-19 δημιούργησε την ανάγκη για εξ αποστάσεως παροχή καθημερινών οδηγιών και συμβουλών όσον αφορά τις συνήθεις ασθένειες.

Σύμφωνα με έκθεση της McKinsey, μόνο στις ΗΠΑ, το 46% των καταναλωτών χρησιμοποιούν τώρα τηλε-θεραπεία σε σύγκριση με μόλις 11% το 2019. Αντιθέτως, και ανεξάρτητα από τον Covid-19, η τηλεϊατρική στην Ευρώπη εστιάζει σε θέματα υγείας, όπως οι καρδιαγγειακές παθήσεις, ο διαβήτης, η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) και η παχυσαρκία.

Το μερίδιο της Ασίας στην αγορά ψηφιακής υγείας αυξάνεται.

Η χρηματοδότηση διπλασιάστηκε από $808 εκατ. το πρώτο τρίμηνο του 2020, σε $1.663 εκατ. το δεύτερο τρίμηνο. Η Κίνα πρωτοστατεί, με απότομη αύξηση της τηλεϊατρικής τους τελευταίους μήνες. Χώρες με λιγότερους πόρους στην Ασία και την Αφρική έχουν υιοθετήσει την ψηφιακή υγεία σε ένα ευρύ φάσμα τομέων, από την οικονομική προστασία έως την πρωτοβάθμια υγειονομική περίθαλψη, κάτι που συχνά υποβοηθείται από την αυξανόμενη διείσδυση των κινητών τηλεφώνων.

Όπως επισημαίνεται στην έκθεση της Geneva Association, η ψηφιακή υγεία θεωρείται συχνά ως αντίδοτο στα προβλήματα που προκύπτουν από τον καθιστικό τρόπο ζωής. Οι εφαρμογές για κινητά, οι αισθητήρες και οι ανιχνευτές φυσικής κατάστασης υπόσχονται μακροπρόθεσμη αλλαγή συμπεριφοράς και είναι πιο αποτελεσματικές όταν ενσωματώνουν τα βασικά συστατικά των τεχνικών αλλαγής συμπεριφοράς (BCTs). Ωστόσο, μια έρευνα που αφορούσε εφαρμογές για κινητά που στοχεύουν στην αγορά ευεξίας διαπίστωσε ότι λίγες εφαρμογές περιείχαν ένα ισορροπημένο φάσμα BCT. Αντίθετα, υπάρχουν κάποιες ενδείξεις θετικής αλλαγής συμπεριφοράς όταν η ψηφιακή υγεία συνδυάζεται με κίνητρα. Εργαλεία όπως το gamification και τα nudges φαίνεται να έχουν μικτά αποτελέσματα.

Η αυτο-επιλογή (Self-selection) των νέων και των υγιών, η παράλειψη των ηλικιωμένων και η διατήρηση της αλλαγής συμπεριφοράς μακροπρόθεσμα συνιστούν προκλήσεις για το μέλλον.

Τα στοιχεία για το εάν η ψηφιακή υγεία βελτιώνει τη συμπεριφορά και έχει αποτελέσματα ως προς την υγεία των χρηστών είναι ασαφή. Ενώ υπάρχουν ενδείξεις για την αποτελεσματικότητά της σε ορισμένους τομείς, πρέπει να γίνουν περισσότερα σε ερευνητικό επίπεδο, με έμφαση στις ομάδες υψηλού κινδύνου και υψηλού κόστους.

Τα στοιχεία για τον αντίκτυπο της ψηφιακής υγείας στα αποτελέσματα της σωματικής και της ψυχικής υγείας είναι επίσης ανάμεικτα. Ορισμένες μελέτες δείχνουν βελτίωση όταν αυτή χρησιμοποιείται για τη θεραπεία και τη διαχείριση κάποιων χρόνιων παθήσεων. Η τηλεϊατρική φάνηκε ότι συμβάλλει περισσότερο σε σύνθετα προβλήματα υγείας που απαιτούν προσωπική παρέμβαση απ’ ό,τι οι αισθητήρες ή οι εφαρμογές για κινητά που διαθέτουν ένα γενικό λογισμικό. Σε μελέτη 73 εφαρμογών ψυχικής υγείας, μόνο δύο υποστήριξαν τους ισχυρισμούς τους με αξιόπιστα στοιχεία. Η χρήση ενός συνδυασμού διαδικτυακής και μη διαδικτυακής φροντίδας σχετίζεται με καλύτερα αποτελέσματα όταν συνδυάζεται με κίνητρα. Ωστόσο, τα κίνητρα για την προώθηση καλύτερης συμπεριφοράς και αποτελεσμάτων υστερούν, με την πλειονότητα των πρωτοβουλιών να εστιάζονται μόνο σε εκπτώσεις και gadget.

Υπάρχουν μόνο λίγα παραδείγματα όπου η ψηφιακή υγεία χρησιμοποιείται ως μέσο για τη μείωση των ασφαλίστρων, της συμμετοχής του ασφαλισμένου ή για να βοηθήσει τον σχεδιασμό του κύκλου ζωής του καταναλωτή με τρόπο που να ενθαρρύνεται η μακροπρόθεσμη και πιο ολιστική δέσμευσή του. Η γενίκευση των διαθέσιμων στοιχείων είναι δύσκολη σε περιπτώσεις ασθενειών υψηλού κόστους, καθώς οι μελέτες διεξάγονται συχνά σε υγιέστερους πληθυσμούς ή είναι μικρής κλίμακας. Επιπλέον, τα πρότυπα αξιολόγησης διαφέρουν σημαντικά. Τέλος, τα δεδομένα όσον αφορά τα αποτελέσματα μπορεί να επηρεάζονται άμεσα από το ότι τα προγράμματα αυτά έχουν ακόμα περιορισμένο χρόνο που δοκιμάζονται.

Εξετάζοντας πώς λειτουργεί η χρήση της ψηφιακής υγείας σε ολόκληρη την αλυσίδα ασφάλισης, από την αγορά του προϊόντος έως τις απαιτήσεις αποζημίωσης, φαίνεται ότι η προσπάθεια επικεντρώνεται στο μάρκετινγκ και τη διανομή. Ενώ υπάρχουν καινοτομίες και σε άλλους τομείς, όπως το underwriting και η επεξεργασία απαιτήσεων, πολλοί δεν έχουν ακόμη επιτύχει την κλίμακα που απαιτείται. Ζητήματα που αφορούν τη διαλειτουργικότητα των δεδομένων και την επιστροφή χρημάτων για υπηρεσίες και που οδηγούν σε μη ευθυγραμμισμένα κίνητρα από τον πάροχο, περιορίζουν σημαντικά την ικανότητα των ασφαλιστών να χρησιμοποιούν την ψηφιακή υγεία πιο στρατηγικά.

Διαδικτυακή έρευνα

Τα ευρήματα από μια διαδικτυακή έρευνα 11 ασφαλιστικών εταιρειών και 20 παρόχων ψηφιακής υγείας δείχνουν ότι οι περισσότεροι ερωτηθέντες εστιάζουν στρατηγικά στην αύξηση του μεριδίου αγοράς και στη βελτίωση της διανομής και της εμπειρίας των καταναλωτών. Οι περισσότεροι ασφαλιστές βλέπουν την ψηφιακή υγεία ως έναν τρόπο αντιμετώπισης των μη μεταδοτικών ασθενειών, αλλά πολύ λίγοι ερωτηθέντες δηλώνουν ότι η χρήση της για στρατηγικές αναλύσεις δεδομένων επηρεάζει ασφάλιστρα, underwriting ή αξιώσεις. Οι περισσότερες πλατφόρμες ασφαλιστών και παρόχων επικεντρώνονται σε πληθυσμούς κάτω των 55 ετών, οι οποίοι μπορεί να αποφέρουν μακροπρόθεσμα οφέλη, αλλά δεν ανταποκρίνονται στις τρέχουσες αιτίες κόστους που προκύπτουν από τη γήρανση, τη συννοσηρότητα και τις κατακερματισμένες υπηρεσίες.

Η επιστροφή χρημάτων σε παρόχους ψηφιακής υγείας από τρίτους πληρωτές, συμπεριλαμβανομένων των ασφαλιστών, φαίνεται πολωμένη. Οι πάροχοι δήλωσαν είτε ότι τα περισσότερα από τα έσοδά τους προέρχονταν από μια τέτοια πηγή, είτε πολύ λίγα. Η χρέωση για εξυπηρέτηση (fee-for-service) φάνηκε να είναι η πιο διαδεδομένη μέθοδος πληρωμής, αντικατοπτρίζοντας επίσης ευρήματα από τη βιβλιογραφία. Αυτό εγείρει τρεις ανησυχίες: πρώτον, υπάρχει έλλειψη ποιοτικού ελέγχου των ψηφιακών προϊόντων υγείας που διατίθεται άμεσα στους καταναλωτές, χωρίς τον έλεγχο τρίτου πληρωτή. Δεύτερον, υπάρχουν επιπτώσεις για τον πιθανό πληθωρισμό κόστους στα συστήματα υγείας λόγω των αυξημένων out-of-pocket εξόδων από τους καταναλωτές. Και τρίτον, υπάρχει ελάχιστο κίνητρο για τους παρόχους να περιορίσουν τον συνολικό όγκο των υπηρεσιών σε ένα περιβάλλον αποκλειστικά χρέωσης για υπηρεσίες.

Τα αποτελέσματα της έρευνας αποκάλυψαν ότι υπάρχει περιορισμένη χρήση της ψηφιακής υγείας σε ολόκληρη την αλυσίδα ασφάλισης, ελαχιστοποιώντας το ενδεχόμενο ευρύτερου αντίκτυπου. Ενώ τα δύο τρίτα των ασφαλιστών πιστεύουν ότι η ψηφιακή υγεία προσφέρει τις υπηρεσίες που χρειάζονται, σχεδόν όλοι οι πάροχοι δηλώνουν ότι δεν έχει ακόμη βελτιστοποιηθεί ώστε να αντιμετωπίσει ολιστικά τις ανάγκες των καταναλωτών.

Τόσο οι ασφαλιστές όσο και οι πάροχοι ανέφεραν προκλήσεις που σχετίζονται με τη διαθεσιμότητα πόρων για την επιτάχυνση της ψηφιοποίησης, την έλλειψη προτεραιοτήτων στην ψηφιακή υγεία, τη δυσκολία στην αλλαγή νοοτροπίας, το κληροδοτημένο σύστημα (έλλειψη διαλειτουργικότητας δεδομένων) και το επίπεδο ετοιμότητας των καναλιών διανομής ως πιο κοινά εμπόδια. Επιπλέον, οι πάροχοι προϊόντων και τα μη ευθυγραμμισμένα κίνητρα δημιουργούν επίσης προβλήματα στην ανάπτυξη των πρωτοβουλιών. Τόσο οι ασφαλιστές όσο και οι πάροχοι υπογράμμισαν την ανάγκη αύξησης της εμπιστοσύνης των καταναλωτών και εύρεσης τρόπων συμπερίληψης ομάδων μεγαλύτερης ηλικίας. Τόνισαν επίσης τους κινδύνους που δημιουργούνται λόγω της έλλειψης data governance και λόγω των ζητημάτων ασφάλειας στον κυβερνοχώρο.

5 + 1 Συστάσεις

Με βάση τα παραπάνω ευρήματα, η Geneva Association προτείνει έξι τρόπους με τους οποίους οι ασφαλιστές, σε επίπεδο εταιρείας και συνολικά βιομηχανίας, μπορούν να διαμορφώσουν την αγορά ψηφιακής υγείας για να βελτιστοποιήσουν τα κοινωνικά οφέλη της παράλληλα με την αξιοποίηση νέων επιχειρηματικών ευκαιριών.

Διατυπώστε μια ολιστική ψηφιακή στρατηγική υγείας. Προς το παρόν, δεν υπάρχει ολοκληρωμένη εικόνα του πώς και του γιατί οι ασφαλιστές χρειάζονται την ψηφιακή υγεία και το αντίστροφο. Η ανάπτυξή της οφείλεται κυρίως στο μάρκετινγκ, τη διανομή και τις πωλήσεις, αντικατοπτρίζοντας μια στενότερη μορφή δέσμευσης των καταναλωτών για τη διασφάλιση της (επανα)αγοράς. Υπάρχει περιορισμένη πληροφόρηση για το εάν χρησιμοποιείται συστηματικά για την αντιμετώπιση παραγόντων κόστους, χαμηλότερων ασφαλίστρων και απαιτήσεων και για την επέκταση της κάλυψης σε όσους βρίσκονται σε κίνδυνο ή χρειάζονται φροντίδα. Απαιτείται μια πιο ολιστική εκτίμηση των επιχειρηματικών και κοινωνικών ευκαιριών που προκύπτουν από την ψηφιακή υγεία για τους ασφαλιστές ζωής και υγείας, προκειμένου να διασφαλιστεί η ετοιμότητά τους να αντιμετωπίσουν τους κινδύνους που προκύπτουν από τις γρήγορες παγκόσμιες επιδημιολογικές και δημογραφικές μεταβολές.

Συγκεντρώστε στοιχεία πριν από την αγορά ψηφιακών λύσεων. Ο ασφαλιστικός κλάδος μπορεί να κατευθύνει την ψηφιακή υγεία σε προϊόντα και υπηρεσίες επιρροής, μέσω της αγοραστικής του δύναμης. Οι ασφαλιστές μπορούν να σταματήσουν να είναι απλώς διαχειριστές κινδύνου ή πληρωτές αποζημιώσεων και να υποστηρίξουν ενεργά τους ασφαλισμένους στη διαχείριση της υγείας τους. Υπάρχουν δύο παράγοντες που εμπλέκονται στην επίτευξη αυτού του στόχου. Πρώτον, απαιτείται επένδυση σε λεπτομερή ανάλυση των απαιτήσεων, έτσι ώστε οι ψηφιακές υπηρεσίες να μπορούν να στοχεύουν στη σωστή ομάδα πληθυσμού, όπως οι υψηλού κινδύνου ή οι ηλικιωμένοι, για την επίτευξη βελτιωμένων υγειονομικών και οικονομικών αποτελεσμάτων. Δεύτερον, η βιομηχανία μπορεί να συνεργαστεί με εταιρείες ψηφιακής υγείας και ακαδημαϊκούς για την ανάπτυξη προτύπων αξιολόγησης προϊόντων ψηφιακής υγείας και για την ενημέρωση για τυχόν επενδύσεις και ανάθεση υπηρεσιών.

Ευθυγράμμιση των κινήτρων πληρωμής για την ψηφιακή υγεία. Οι πάροχοι ψηφιακής υγείας έχουν ήδη ισχυρά κίνητρα για καινοτομία προκειμένου να διατηρηθούν σε μια δυναμική αγορά. Εάν αυτοί οι πάροχοι αρχίσουν επίσης να μοιράζονται μερικούς από τους κινδύνους αύξησης του κόστους υγείας, μέσω μεθόδων επιστροφής βάσει αξίας και όχι απλώς ως αμοιβή για υπηρεσία, ενδέχεται να παρακινηθούν περαιτέρω να αναπτύξουν πιο αποτελεσματικές υπηρεσίες. Αυτές οι υπηρεσίες θα μπορούσαν να στοχεύουν στην ενθάρρυνση της αξιοποίησης πρωτοβουλιών ευεξίας και διαχείρισης της υγείας σε ένα ευρύτερο τμήμα του πληθυσμού.

• Δώστε προτεραιότητα στην εμπιστοσύνη μέσω ενός εθελοντικού χάρτη αρχών. Η ανάπτυξη της ψηφιακής υγείας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την προθυμία των καταναλωτών να κοινοποιούν ιδιωτικά τους δεδομένα. Ενώ το κανονιστικό πλαίσιο είναι αποφασιστικής σημασίας για τη βελτίωση του data governance και υπάρχουν ήδη πολλά παραδείγματα  επ’ αυτού, οι εφαρμογές για κινητά παραμένουν μια γκρίζα περιοχή. Η οικοδόμηση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών στην ψηφιακή υγεία θα απαιτήσει μια πιο εξατομικευμένη και ήπια προσέγγιση και δράσεις επικεντρωμένες στον καταναλωτή. Παράλληλα με το κανονιστικό πλαίσιο, οι χάρτες αρχών που σε εθελοντική βάση θα ακολουθήσουν οι εταιρείες σε εθνικό, περιφερειακό ή ακόμη και σε παγκόσμιο επίπεδο θα μπορούσαν να αποτελέσουν αφετηρία για τη συμφωνία ορισμένων βασικών κανόνων σχετικά με την ιδιωτικότητα, τη διαφάνεια, την κοινωνική ευημερία και την ευθύνη. Τέτοιοι χάρτες θα μπορούσαν, επίσης, να χρησιμοποιηθούν ως πλατφόρμα για τη συμμετοχή, την ευαισθητοποίηση και την επικοινωνία με τους καταναλωτές, προκειμένου αυτοί να αναδείξουν τις εταιρείες που ξεχωρίζουν από το πλήθος.

• Αναγνωρίστε το οργανωτικό πλαίσιο και βελτιώστε την ικανότητά σας. Ενώ ο κλάδος αναγνωρίζει τη σημασία των δεδομένων υγείας και ευεξίας για την επιρροή στους καταναλωτές και τον σχεδιασμό των προϊόντων, στην πορεία του προς τον ψηφιακό μετασχηματισμό, κάθε ασφαλιστής θα πρέπει να θέσει συγκεκριμένους στόχους, και χρονοδιαγράμματα προκειμένου οι προσδοκίες του να είναι ρεαλιστικές. Πρέπει να μελετηθούν τα οργανωτικά εμπόδια και τα συστήματα υποστήριξης και ενδέχεται να απαιτηθούν ειδικές επενδύσεις για τη βελτίωση της ικανότητας ανάληψης και διαχείρισης εργασιών πριν από τη συνεργασία με ευρύτερα ενδιαφερόμενα μέρη του συστήματος υγείας. Για παράδειγμα, οι περιορισμοί λόγω data governance και ζητήματα που σχετίζονται με τη διαλειτουργικότητα απαιτούν αναμφίβολα συνεργασία με κυβερνήσεις και παρόχους. Ωστόσο, για αρχή, ο κλάδος και οι μεμονωμένοι ασφαλιστές θα πρέπει να αξιολογήσουν τα προβλήματα και να αποκρυσταλλώσουν τις απόψεις τους για τις επιθυμητές λύσεις εσωτερικά, πριν ξεκινήσουν συνομιλίες με τρίτους.

• Δημιουργήστε μια ψηφιακή αγορά υγείας. Η ασφαλιστική βιομηχανία ζωής και υγείας μπορεί να ξεκλειδώσει σημαντική αξία, δημιουργώντας μια ψηφιακή αγορά υγείας σε συνεργασία με τρίτους, που θα συνδυάζει σχετικές ψηφιακές και προσωπικές λύσεις, με τα καλά αποτελέσματα την ποιότητα και τις προσιτές τιμές στον πυρήνα της. Αυτή η κοινή αγορά θα διευκολύνει έναν, πολύ απαραίτητο, διάλογο μεταξύ των εταιρειών και θα ενθαρρύνει τον εξορθολογισμό των προϊόντων δημιουργώντας κοινά πρότυπα (π.χ. μια βάση δεδομένων για τα αποτελέσματα στην υγεία), αξιοποιώντας αποτελεσματικά τις εμπειρίες και δίνοντας μια ενοποιημένη φωνή ενώ θα συνεργάζεται με τις κυβερνήσεις σε κρίσιμα θέματα, όπως τα δεδομένα και η ασφάλεια.

*Με τον όρο ψηφιακή υγεία, ο οποίος περιλαμβάνει ψηφιακά προγράμματα φροντίδας, αναφερόμαστε στη σύγκλιση των ψηφιακών τεχνολογιών με την υγεία, την υγειονομική περίθαλψη, τη διαβίωση και την κοινωνία για να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα της παροχής υγειονομικής περίθαλψης και να καταστεί η ιατρική πιο εξατομικευμένη και στοχευμένη.

Πηγή: www.genevaassociation.org

Ακολουθήστε την Ασφαλιστική Αγορά στο Google News

Εγγραφείτε στο NewsLetter μας