Άρθρα

Geneva Association: Αξιολόγηση των Κινδύνων Κλιματικής Αλλαγής για τον Ασφαλιστικό Κλάδο

Ένα ολιστικό πλαίσιο λήψης αποφάσεων και βασικοί προβληματισμοί και για τις δύο πλευρές του ισολογισμού

H Geneva Association, στο πλαίσιο των δράσεών της, δημοσίευσε την έκθεση “Αξιολόγηση των Κινδύνων Κλιµατικής Αλλαγής για τον Ασφαλιστικό Κλάδο”, η οποία διαπίστωσε ότι τόσο για τις ασφαλίσεις Περιουσίας όσο και για τις ασφαλίσεις Ζωής, η κλιματική αλλαγή θέτει διαφορετικά επίπεδα φυσικών και μεταβατικών κινδύνων και στις δύο πλευρές του ισολογισμού, ενεργητικό και παθητικό. Η έκθεση προορίζεται να χρησιμεύσει ως θεμέλιο για την Geneva Association, για τον σχεδιασμό και τη δοκιμή μεθοδολογιών και εργαλείων για τον ασφαλιστικό κλάδο.

Όπως αναφέρεται στην εισαγωγή της Έκθεσης, υπάρχει πλέον ευρεία παγκόσμια αναγνώριση της επιστήμης της κλιματικής αλλαγής και των συναφών κοινωνικοοικονομικών επιπτώσεων, όπως ορίζονται από τη Διακυβερνητική Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC). Ενώ οι κυβερνήσεις έχουν υποβάλει τις εθνικά καθορισμένες συνεισφορές τους (ΕΚΣ) για τον μετριασμό των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, η ανάπτυξη δημόσιων πολιτικών για μια ομαλή μετάβαση σε ένα μέλλον χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα έχει υπάρξει πεισματικά αργή. Ωστόσο, πρόοδος έχει σημειωθεί μέσω του χρηματοπιστωτικού τομέα όσον αφορά την ανάπτυξη ενός πλαισίου για τη δημοσιοποίηση των κινδύνων της κλιματικής αλλαγής, μέσω της ειδικής ομάδας του Συμβουλίου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (FSB) για τη δημοσιοποίηση χρηματοοικονομικών πληροφοριών σχετικών με το κλίμα (TCFD). Με στόχο την ανάληψη επενδύσεων με ευαίσθητο για το κλίμα τρόπο, μεταξύ άλλων συστάσεων, η TCFD αναζητά σαφήνεια σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι εταιρείες εντοπίζουν, αξιολογούν και διαχειρίζονται τον κίνδυνο κλιματικής αλλαγής. Πιο συγκεκριμένα, η TCFD έχει ζητήσει εθελοντικές οικονομικές γνωστοποιήσεις σχετικά με το κλίμα, οι οποίες να είναι «συνεπείς, συγκρίσιμες, αξιόπιστες, σαφείς και αποτελεσματικές και να παρέχουν χρήσιμες πληροφορίες για τη λήψη αποφάσεων σε δανειστές, ασφαλιστικές εταιρείες και επενδυτές».

Κλιματική αλλαγή και ασφαλιστικός κλάδος

Ο κίνδυνος είναι ο λόγος ύπαρξης του ασφαλιστικού κλάδου και η αξιολόγηση του κινδύνου είναι ήδη βαθιά ριζωμένη στις διαδικασίες διαχείρισης και ανάληψης κινδύνων των οργανισμών. Οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές εταιρείες ζημιών είναι καλά προετοιμασμένες για τις καταστροφικές επιπτώσεις των ακραίων καιρικών φαινομένων σήμερα, και διαθέτουν στιβαρή κεφαλαιοποίηση για να αντιμετωπίζουν τις αντιξοότητες και να βρίσκονται στο πλευρό των ασφαλισμένων σε περίπτωση καταστροφών.

Τα τελευταία 30 χρόνια, οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές εταιρείες ζημιών έχουν αναλάβει ηγετικό ρόλο στη μοντελοποίηση και την τιμολόγηση του κινδύνου φυσικών καταστροφών (NatCat), στη διεξαγωγή ερευνών και στην προώθηση της μείωσης του κινδύνου και των προληπτικών μέτρων. Επιπλέον, με την κατανόηση των κινδύνων, η ασφάλιση και η αντασφάλιση ενισχύουν την κοινωνικοοικονομική ανθεκτικότητα στον κίνδυνο φυσικών καταστροφών, ο οποίος εντείνεται από την κλιματική αλλαγή.

Προσφέροντας καινοτόμες λύσεις μεταφοράς κινδύνου, οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές εταιρείες διευκολύνουν την επιχειρηματική διαδρομή από την εκκίνηση έως την εμπορευματοποίηση των καθαρών και πράσινων τεχνολογιών του μέλλοντος και παρέχουν κίνητρα για τη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου (π.χ. ασφάλιση πράσινων κτηρίων). Για την καλύτερη αντιμετώπιση των προκλήσεων της μετάβασης της οικονομίας σε ένα μοντέλο χαμηλών εκπομπών άνθρακα, οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές εταιρείες συμμετέχουν, επίσης, σε διάφορες συμμαχίες για την προώθηση επιστημονικά τεκμηριωμένων μεθοδολογιών, την ανταλλαγή εμπειρογνωμοσύνης και τη συνεργασία για τη διασφάλιση ισχυρότερου αντικτύπου στην πραγματική οικονομία. Ως θεσμικοί επενδυτές, πολλές ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές εταιρείες ζημιών λαμβάνουν μέτρα για την ενσωμάτωση της κλιματικής αλλαγής στις επενδυτικές στρατηγικές τους και λαμβάνουν επενδυτικές αποφάσεις που υποστηρίζουν τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής. Οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές εταιρείες συμμετέχουν, επίσης, ενεργά σε πρωτοβουλίες για την ανάπτυξη βιώσιμων χρηματοδοτικών πλαισίων, που αποσκοπούν στην κινητοποίηση της βασικής χρηματοδότησης για επενδύσεις μεγάλης κλίμακας στη μετάβαση προς μια ανθεκτική οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.

Για να επιτευχθούν οι στόχοι για την κλιματική αλλαγή, που ορίζονται στη συμφωνία του Παρισιού, και να υπάρξει απομάκρυνση από κλάδους έντασης άνθρακα, απαιτούνται μεγάλες αλλαγές στα επιχειρηματικά μοντέλα και την καθημερινή ζωή, ώστε να επηρεαστούν οι βασικοί και ουσιώδεις τομείς της παγκόσμιας οικονομίας.

Για τη μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα, θα απαιτηθούν εκτενείς, προοδευτικά, αλλαγές σε θέματα δημόσιας πολιτικής, νομικά, τεχνολογίας, αγοράς και συμπεριφοράς καταναλωτών. Τα μέτρα πολιτικής μπορεί να περιλαμβάνουν τον περιορισμό των δράσεων που συμβάλλουν στην κλιματική αλλαγή, την προώθηση της προσαρμογής ή την προώθηση αλλαγών επιχειρηματικού μοντέλου σε οικονομικούς κλάδους. Οι δικαστικές υποθέσεις για το κλίμα λαμβάνουν πολλές μορφές. για παράδειγμα, ορισμένοι από εκείνους που υφίστανται ζημιά ή αναμένουν να υποστούν ζημιά ως αποτέλεσμα των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής ασκούν ήδη ένδικα μέτρα για την ανάκτηση ζημιών ή τη χρηματοδότηση προσπαθειών μείωσης, ενώ άλλοι χρησιμοποιούν τη δικαστική οδό ως εργαλείο για τη μόχλευση πιο φιλόδοξων πολιτικών και δράσεων για το κλίμα ή για να αντιταχθούν σε αυτές (επίκειται έκθεση της Geneva Association για το θέμα αυτό). Οι αναπόφευκτες τεχνολογικές καινοτομίες και διαταραχές για τη μετάβαση σε πολλούς κλάδους τα επόμενα χρόνια θα έχουν σημαντικές επιπτώσεις στους οργανισμούς και την ανταγωνιστικότητά τους (π.χ. ενέργεια, παραγωγή τροφίμων, μεταφορές, υλικά). Άλλες αβεβαιότητες συνδέονται με ποικίλες και πολύπλοκες επιπτώσεις στις αγορές (π.χ. προσφορά και ζήτηση, προϊόντα και υπηρεσίες).

Ενώ οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές εταιρείες ξεκινούν με γερά θεμέλια, αυτές οι εγγενείς αβεβαιότητες που συνδέονται με τον κίνδυνο μετάβασης (δηλαδή κίνδυνοι πολιτικής, νομικοί κίνδυνοι, κίνδυνοι τεχνολογίας και αγοράς) σε όλους τους μελλοντικούς χρονικούς ορίζοντες της κλιματικής αλλαγής συνεπάγονται ορισμένες πρόσθετες προκλήσεις για τη διεξαγωγή ουσιαστικής, χρήσιμης για τη λήψη αποφάσεων και ολιστικής αξιολόγησης των κλιματικών κινδύνων σε όλες τις πτυχές του ασφαλιστικού επιχειρηματικού μοντέλου (βλ. Παράρτημα 2 της Έκθεσης**).

Οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές εταιρείες δρομολογούν ή/και συμμετέχουν σε διάφορα ενδοκλαδικά και διακλαδικά πιλοτικά έργα για την ανάπτυξη νέων μεθοδολογιών, τη δημοσίευση εκθέσεων κινδύνου και την ανάπτυξη προτάσεων για κατάλληλες αξιολογήσεις των κινδύνων που σχετίζονται με τη λήψη αποφάσεων και τη δημοσιοποίηση των κινδύνων της κλιματικής αλλαγής, συμπεριλαμβανομένης της TCFD. Η βαθιά γνώση που διαθέτουν οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές εταιρείες κλάδου ζημιών όσον αφορά τη μοντελοποίηση του κινδύνου ακραίων καιρικών φαινομένων συνέβαλε επίσης στην αύξηση της ευαισθητοποίησης ως προς τα περιουσιακά στοιχεία. Για παράδειγμα, η μόχλευση της μοντελοποίησης του κινδύνου NatCat και της σχετικής εμπειρογνωμοσύνης οδήγησε σε καλύτερη κατανόηση των δυνητικών επιπτώσεων στις επενδύσεις σε ακίνητα. Ωστόσο, είναι ακόμα μακρύς ο δρόμος για τη σύγκλιση των μεθοδολογιών.

Η ειδική Ομάδα της Geneva Association

Σε αυτό το πλαίσιο, το 2020, κατόπιν αιτήματος του Διοικητικού Συμβουλίου της, η Geneva Association (GA) συγκρότησε μια «Ειδική Ομάδα για την Αξιολόγηση των Κινδύνων Κλιματικής Αλλαγής στον Ασφαλιστικό Κλάδο», στην οποία συμμετέχουν μερικές από τις μεγαλύτερες διεθνώς ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές εταιρείες Ζημιών και Ζωής. Στόχος της Ειδικής Ομάδας της GA είναι η προώθηση και επιτάχυνση της ανάπτυξης ολιστικών μεθοδολογιών και εργαλείων για τη διεξαγωγή ουσιαστικής και συναφούς με τη λήψη αποφάσεων αξιολόγησης κλιματικών κινδύνων και ανάλυσης σεναρίων.

Οι προσπάθειες αυτές αποσκοπούν στη διαμόρφωση των μελλοντικών καινοτομιών και στη στήριξη των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών εταιρειών, των ρυθμιστικών αρχών και άλλων ενδιαφερόμενων μερών στη διαμόρφωση των καινοτομιών στον τομέα αυτό.

Στο παραπάνω πλαίσιο εντάσσεται και η εν λόγω έκθεση της Geneva Association, η οποία προσφέρει ένα ολιστικό πλαίσιο λήψης αποφάσεων για τον σχεδιασμό αξιολογήσεων κλιματικού κινδύνου για ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές εταιρείες ζημιών και ζωής, τόσο για την πλευρά του παθητικού όσο και για την πλευρά του ενεργητικού ενός ισολογισμού. Λαμβάνει υπόψη όλες τις πτυχές του κινδύνου κλιματικής αλλαγής ανά τομέα δραστηριότητας (LoB) και για διακριτούς χρονικούς ορίζοντες.

Geneva Association: Αξιολόγηση των Κινδύνων Κλιματικής Αλλαγής για τον Ασφαλιστικό Κλάδο

Βασικά ευρήματα της Έκθεσης

1. Η ανάπτυξη μεθοδολογιών και εργαλείων αξιολόγησης των κλιματικών κινδύνων, όπως η ανάλυση σεναρίων, που θα μπορούσαν να παράξουν ουσιαστικές και χρήσιμες για τη λήψη αποφάσεων πληροφορίες, βρίσκεται σε εξέλιξη. Παρά ορισμένες ενέργειες ομάδων ενδιαφερόμενων μερών (π.χ. ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές εταιρείες, χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, ρυθμιστικοί φορείς και φορείς καθορισμού προτύπων, διεθνείς οργανισμοί, πάροχοι εμπορικών δεδομένων, συμβουλευτικές εταιρείες και πανεπιστημιακοί κύκλοι), οι πρωτοβουλίες παραμένουν κατακερματισμένες και απαιτείται ακόμα σημαντικό έργο λόγω του ταχέως εξελισσόμενου χαρακτήρα της επιστήμης του κλίματος, καθώς και άλλων παραγόντων που θα επηρεάσουν τις προσπάθειες μετάβασης. Η επίτευξη συναίνεσης θα απαιτήσει χρόνο.

2. Υπάρχουν διάφορες πηγές αβεβαιότητας που συνδέονται με τη μετάβαση, οι οποίες πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά την αξιολόγηση του κλιματικού κινδύνου. Κατά τις επόμενες δεκαετίες, οι δημόσιες πολιτικές, οι κανονισμοί, η τεχνολογική πρόοδος, οι συνθήκες της αγοράς και άλλες πτυχές της κοινωνικής μετάβασης προς οικονομίες χαμηλών εκπομπών άνθρακα θα επηρεάσουν το επίπεδο του κινδύνου κλιματικής αλλαγής και το μελλοντικό τοπίο κινδύνου.

Οι παράγοντες αυτοί αναδεικνύουν ορισμένες εγγενείς αβεβαιότητες που πρέπει να εξεταστούν και να ληφθούν υπόψη κατά την αξιολόγηση της έκθεσης στον κίνδυνο κλιματικής αλλαγής.

3. Η κλιματική αλλαγή ενέχει ποικίλα επίπεδα φυσικού κινδύνου και κινδύνου μετάβασης και στις δύο πλευρές του ισολογισμού (παθητικό και ενεργητικό) για τις ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές εταιρείες ζημιών και ζωής. Ο χρονικός ορίζοντας στον οποίο εκδηλώνεται ο κίνδυνος αποτελεί βασικό παράγοντα και ποικίλλει ανάλογα με τους διάφορους τομείς δραστηριότητας και επενδύσεων, γεγονός που αυξάνει την πολυπλοκότητα της αξιολόγησης των επιπτώσεων του κλιματικού κινδύνου.

I Οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές εταιρείες ζημιών και ζωής εκτίθενται τόσο σε φυσικούς κινδύνους όσο και σε κινδύνους μετάβασης στην πλευρά του παθητικού.

l Φυσικός κίνδυνος: Οι ασφαλιστικές εταιρείες ζημιών βιώνουν ήδη μια εξέλιξη στην έκθεση σε κινδύνους ως αποτέλεσμα της σταδιακής κλιματικής αλλαγής. Μέσω εκτεταμένων επενδύσεων στην έρευνα για τις φυσικές καταστροφές (NatCat), ο κλάδος έχει αναπτύξει ένα ισχυρό σύστημα διαχείρισης κινδύνου φυσικών καταστροφών, προκειμένου να κατανοήσει τον βαθμό στον οποίο η κλιματική αλλαγή ενυπάρχει στους κινδύνους αυτούς. Τα χαρτοφυλάκια καταστροφών περιουσίας βρίσκονται στο επίκεντρο, αλλά επωφελούνται από το γεγονός ότι αποτελούν εργασίες μικρής διάρκειας. Με την πλειονότητα των ασφαλιστικών καλύψεων περιουσίας να προσφέρεται σε ετήσια βάση, οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές εταιρείες ζημιών έχουν τη δυνατότητα να παρακολουθούν τις σταδιακές αλλαγές στο τοπίο του κλιματικού κινδύνου και να εξετάζουν το ενδεχόμενο αναπροσαρμογών στην τιμολόγηση ή/και στην προσφορά προϊόντων. Μολονότι πρόκειται για ένα καθοριστικό επίπεδο προστασίας για τις ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές εταιρείες ζημιών, πρέπει να επαγρυπνούν αναφορικά με την ασφαλισιμότητα και να εργάζονται πάνω στη βιωσιμότητα του επιχειρηματικού τους μοντέλου σε πιο μακροπρόθεσμους ορίζοντες (2030–2050).

Για τις ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές εταιρείες ζωής, η εξέλιξη της έκθεσης σε φυσικό κίνδυνο θα είναι πιο μακροπρόθεσμης φύσης και θα προέλθει μέσω του underwriting. Ο μακρύς χρονικός ορίζοντας επέλευσης αυτών των κινδύνων, καθιστά την αξιόπιστη και ουσιαστική ανάλυση σεναρίων δύσκολη.

l Κίνδυνος μετάβασης: Για τις ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές εταιρείες ζημιών και ζωής ενδέχεται να προκύψει κίνδυνος μετάβασης, καθώς η κοινωνία θα οδεύει προς χαμηλότερες εκπομπές άνθρακα και οι πιθανές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής θα καθίστανται σαφέστερες. Γενικότερα, οι φυσικοί κίνδυνοι και κίνδυνοι μετάβασης είναι αλληλένδετοι, π.χ. οι δράσεις για την αντιμετώπιση του κινδύνου μετάβασης, εάν αναληφθούν αρκετά έγκαιρα, θα επηρεάσουν θετικά τη σοβαρότητα και τη συχνότητα των φυσικών κινδύνων.

II. Οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές εταιρείες εκτίθενται τόσο σε φυσικούς κινδύνους όσο και σε κινδύνους μετάβασης στην πλευρά του ενεργητικού.Μέσω των επενδυτικών χαρτοφυλακίων τους, οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές εταιρείες εκτίθενται τόσο σε φυσικούς κινδύνους όσο και σε κινδύνους μετάβασης. Οι αυξανόμενες απαιτήσεις για διαφάνεια, παράλληλα με την αύξηση των κανονιστικών ρυθμίσεων που διέπουν τη βιώσιμη χρηματοδότηση, έχουν καταλυτική επίδραση στον τρόπο που λαμβάνονται υπόψη ο κίνδυνος κλιματικής αλλαγής και οι δράσεις μετριασμού. Κατά τη λήψη αποφάσεων σχετικά με τους τομείς και τη γεωγραφική κατανομή επενδύσεων και την επιλογή των εταιρειών-αποδεκτών των επενδύσεων, οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές εταιρείες λαμβάνουν υπόψη όλο και περισσότερο την ανθεκτικότητα του χαρτοφυλακίου τους καθώς και δράσεις μετριασμού όπως η αποεπένδυση, οι βέλτιστες στρατηγικές και ο βαθμός εμπλοκής.

4. Οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές εταιρείες θα πρέπει να αναπτύξουν έναν δυνατό διάλογο σχετικά με τον κίνδυνο κλιματικής αλλαγής σε ολόκληρο τον οργανισμό, προκειμένου να βελτιώσουν την ευαισθητοποίηση σχετικά με τον κίνδυνο, να ενισχύσουν τη συνεργασία με στόχο την αξιοποίηση της διαθέσιμης εμπειρογνωμοσύνης σε ολόκληρη την εταιρεία, και να διασφαλίσουν τη λήψη επαρκών μέτρων όπου και όταν αυτό είναι απαραίτητο. Η έκθεση της Geneva Association παρουσιάζει τα βασικά ερωτήματα που θέτουν οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές εταιρείες για να εστιάσουν και να διευκολύνουν το έργο τους και να προσδιορίσουν τις αποφάσεις και τις ενέργειες που απαιτούνται σήμερα.

5. Απαιτείται ένας συνδυασμός ποιοτικών και ποσοτικών προσεγγίσεων για την αξιολόγηση του κινδύνου κλιματικής αλλαγής σε διάφορους χρονικούς ορίζοντες. Για παράδειγμα, τα βραχυπρόθεσμα επιχειρηματικά ζητήματα και οι αποφάσεις βραχυπρόθεσμης διαχείρισης κινδύνου για τις ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές εταιρείες ζημιών χρειάζονται ποσοτικές εκτιμήσεις, ξεκινώντας από τον φυσικό κίνδυνο. Ωστόσο, οι μακροπρόθεσμες προβλέψεις (π.χ. έως το 2050 ή αργότερα) συνεπάγονται πολυδιάστατη αβεβαιότητα (π.χ. φυσικές, κοινωνικοοικονομικές συνθήκες) και, ως εκ τούτου, μπορούν να αξιολογηθούν καλύτερα μέσω ποιοτικών προσεγγίσεων και να χρησιμεύσουν για τη βελτίωση της ευαισθητοποίησης σχετικά με τους κινδύνους και την υποστήριξη του υψηλού επιπέδου στρατηγικού προσανατολισμού των επιχειρήσεων και των επενδύσεων.

6. Οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές εταιρείες, ως διαχειριστές κινδύνου και επενδυτές, παίζουν σημαντικό ρόλο στην κατανόηση των κινδύνων που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή και στην εκπαίδευση των ενδιαφερόμενων μερών (π.χ. πελατών, φορέων χάραξης πολιτικής, ρυθμιστικών αρχών) σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο η κλιματική αλλαγή θα επηρεάσει την κοινωνία. Τα αποτελέσματα της έρευνας, της μοντελοποίησης κινδύνων, του underwriting και των επενδύσεων των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών εταιρειών, θα μπορούσαν όχι μόνο να συμπληρώσουν αλλά και να ενημερώσουν τις ευρύτερες δράσεις που απαιτείται να λάβουν οι κυβερνήσεις, οι φορείς χάραξης πολιτικής, οι ρυθμιστικές αρχές, οι εταιρείες και η κοινωνία στο σύνολό της. 

Ακολουθήστε την Ασφαλιστική Αγορά στο Google News

Εγγραφείτε στο NewsLetter μας