Άρθρα

Χρήση Δεδομένων Γενετικής στην εκτίμηση κινδύνων Ζωής και Υγείας

Η χρήση Big Data στον ασφαλιστικό κλάδο Υγείας

Απόψεις & Θέσεις Φοιτητών του ΠΑ.ΠΕΙ.
Τμήμα Στατιστικής & Ασφαλιστικής Επιστήμης

Προϋπάρχουσες παθήσεις, ηλικία, βάρος, επάγγελμα, συνήθειες (π.χ. κάπνισμα), χόμπι (π.χ. αλεξιπτωτισμός, αγώνες ταχύτητας κ.λπ.) είναι κάποια από τα απαραίτητα στοιχεία που συνεκτιμάει ο ασφαλιστής, προτού αποδεχθεί τον κίνδυνο και εκδώσει ασφαλιστική σύμβαση σε πρόσωπο που αιτείται ασφάλιση Ζωής ή/και Υγείας. Μπορεί, άραγε, στο πλαίσιο του προασφαλιστικού ελέγχου, να χρησιμοποιήσει και δεδομένα από εξετάσεις γενετικού υλικού του αιτούμενου ασφάλισης, οι οποίες περιέρχονται νόμιμα στην κατοχή του, για να εκτιμήσει εάν παρουσιάζει προδιάθεση για συγκεκριμένους ασφαλιζόμενους κινδύνους υγείας;

Του Δημήτρη Βλησίδη, φοιτητή Α΄ εξαμήνου

Χρήση Δεδομένων Γενετικής στην εκτίμηση κινδύνων Ζωής και Υγείας

Εκτίμηση κινδύνου ζωής και υγείας
(medical underwriting*)

Η ασφάλιση είναι η εμπορία του ρίσκου. Ρίσκο1 (ή κίνδυνος) είναι η τυχαία και απρόβλεπτη έλευση ενός γεγονότος το οποίο προκαλεί ζημιά. Παραδείγματα τέτοιων κινδύνων είναι: Η εκδήλωση πυρκαγιάς σε ακίνητο, η σύγκρουση οχημάτων, η εμφάνιση εγκεφαλικού επεισοδίου, ο θάνατος κ.λπ. Το πρόσωπο (φυσικό ή νομικό) που υφίσταται αυτή τη ζημιά είναι πιθανό να βρεθεί αντιμέτωπο με πολύ μεγάλη οικονομική ή άλλη επιβάρυνση. Ο ασφαλιστής2 προσφέρει την πολύ σημαντική υπηρεσία τού να αναλάβει αυτός τις οικονομικές συνέπειες του κινδύνου, με αντάλλαγμα μια σειρά μικρότερων σταθερών πληρωμών, οι οποίες καταβάλλονται στον ασφαλιστή ανεξάρτητα από το αν υλοποιηθεί ο κίνδυνος ή όχι, και ονομάζονται ασφάλιστρα. Ο ασφαλιστής αναλαμβάνει την υποχρέωση (με σύμβαση που περιλαμβάνει ρητά διατυπωμένους και συγκεκριμένους κινδύνους, οι οποίοι ονομάζονται καλυπτόμενοι κίνδυνοι) να αποκαταστήσει τον ασφαλιζόμενο (ή όποιους άλλους δικαιούχους της ασφαλιστικής σύμβασης) στην οικονομική κατάσταση που βρισκόταν πριν την εκδήλωση του (ασφαλισμένου) κινδύνου. Η κατανόηση του προσδιορισμού «οικονομική» έχει ιδιαίτερη αξία, καθώς, όπως είναι προφανές, η υποχρέωση του ασφαλιστή είναι οικονομική (σε χρήμα ή άλλο είδος υλικής παροχής), αλλά τις συνέπειες στη ζωή ή την υγεία του τις υφίσταται, φυσικά, ο ίδιος ο ασφαλισμένος.

Με τον τρόπο αυτόν ο ασφαλιζόμενος μετατρέπει το ρίσκο, π.χ. της ολικής καταστροφής της οικίας του, το οποίο πιθανώς δεν θα ήταν σε θέση να αντιμετωπίσει μόνος του, σε μια σειρά μικρότερων, σταθερών πληρωμών, στις οποίες έχει υπολογίσει ότι μπορεί να ανταπεξέλθει. Αυτή είναι σε πολύ γενικές γραμμές η περιγραφή της ασφαλιστικής επιστήμης και αγοράς.

Ο ασφαλιστής χρησιμοποιεί όλα τα διαθέσιμα, νόμιμα μέσα, ώστε να εκτιμήσει όσο το δυνατόν καλύτερα τον κίνδυνο που πρόκειται να αναλάβει, ώστε αφενός να προστατευθεί ο ίδιος από υπερβολική έκθεση σε κινδύνους, αφετέρου, να υπολογίσει με ακρίβεια το ασφάλιστρο για τον συγκεκριμένο κίνδυνο. Η εκτίμηση του κινδύνου αποτελεί μέρος της ευρύτερης διαδικασίας του προασφαλιστικού ελέγχου. Στους κλάδους Ζωής και Υγείας, ειδικότερα, ο ασφαλιστής συνεκτιμάει όλα τα απαραίτητα στοιχεία, προτού αποδεχθεί τον κίνδυνο και εκδώσει ασφαλιστική σύμβαση, ώστε να προβλέψει, όσο το δυνατόν καλύτερα, το κόστος των ασθενειών ή των ατυχημάτων που είναι δυνατόν να συμβούν στο μέλλον στο πρόσωπο που αιτείται ασφάλιση Ζωής ή/και Υγείας. Για παράδειγμα, προϋπάρχουσες παθήσεις, ηλικία, βάρος, επάγγελμα, συνήθειες (π.χ. κάπνισμα), χόμπι (π.χ. αλεξιπτωτισμός, αγώνες ταχύτητας κ.λπ.).

Γεννάται, επομένως, το ερώτημα, αν ο ασφαλιστής, στο πλαίσιο του προασφαλιστικού ελέγχου, θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει και δεδομένα από εξετάσεις γενετικού υλικού του ασφαλιζόμενου ή του αιτούμενου ασφάλισης, οι οποίες περιέρχονται νόμιμα στην κατοχή του, για να εκτιμήσει εάν ο αιτούμενος παρουσιάζει προδιάθεση για συγκεκριμένους ασφαλιζόμενους κινδύνους υγείας [ενδεικτικά, νεοπλασίες (καρκίνους), καρδιακά νοσήματα, εκφυλιστικές ασθένειες κ.λπ.].

Να εξηγήσουμε ότι γενετικές θεωρούνται οποιεσδήποτε εξετάσεις DNA, RNA, χρωμοσωμικές κ.λπ. που οδηγούν στην ανίχνευση κληρονομούμενων γονοτύπων που συνδέονται με ασθένειες, μεταλλάξεις φαινοτύπων ή καρυοτύπων και διεξάγονται για ιατρικούς λόγους3.

Νομικό πλαίσιο

Α. Διεθνές Δίκαιο

Σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 11 της Σύμβασης του Οβιέδο, βάσει της οποίας: «Απαγορεύεται κάθε μορφής διάκριση εις βάρος προσώπου επί τη βάσει του γενετικού κληρονομικού υλικού του».

Ανάλογη διατύπωση υπάρχει στη Διακήρυξη της UNESCO για το ανθρώπινο γονιδίωμα.

Β. Ευρωπαϊκό – Εθνικό Δίκαιο

Ο νόμος προβλέπει εξαίρεση των παθήσεων οι οποίες προϋπάρχουν της ασφαλιστικής σύμβασης.

Σύμφωνα με το άρθ. 32 του ν. 2496/1997: «Αν δεν συμφωνήθηκε κάτι άλλο, η ασφάλιση ασθενειών περιλαμβάνει τις ασθένειες που προέρχονται από αιτίες οι οποίες δεν υπήρχαν ή υπήρχαν, αλλά ο ασφαλισμένος δικαιολογημένα αγνοούσε την ύπαρξή τους κατά τη σύναψη της σύμβασης».

Το άρθρο αυτό ρητά αναφέρει ασθένειες που «προϋπήρχαν» και όχι «υπάρχει προδιάθεση να εμφανιστούν».

Σύμφωνα με το άρθρο 23 του ν. 4624/2019 – ΦΕΚ 137/Α/29-8-2019 και κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 4 του άρθρου 9 του ΓΚΠΔ απαγορεύεται η επεξεργασία γενετικών δεδομένων για σκοπούς ασφάλισης υγείας και ζωής.

Οι ασφαλιστικές εταιρείες δεν μπορούν να επεξεργαστούν γενετικά δεδομένα. Δεν μπορούν, δηλαδή, να ζητήσουν από τον αιτούμενο ασφάλισης πρόσβαση σε τεστ που έχει ήδη κάνει ούτε να ζητήσουν να κάνει γενετικά τεστ, τα οποία η ασφαλιστική εταιρεία θα συμπεριλάβει στο ιατρικό underwriting.

Από τη μελέτη του υλικού που καταγράφεται, δεν είναι σαφές από τον Νόμο η περίπτωση διαχείρισης των δεδομένων από τις ασφαλιστικές εταιρείες όταν ο πελάτης ρητώς παρέχει τη συγκατάθεσή του γι’ αυτό. Άποψή μας είναι ότι, για την προστασία της διαφάνειας και την αποφυγή εκβιαστικών απαιτήσεων και από τις δύο πλευρές, θα πρέπει να προβλέπεται νομικά ότι, ακόμα και αν ο υποψήφιος χορηγήσει τη συγκατάθεσή του, η ασφαλιστική εταιρεία δεν θα πρέπει να δικαιούται πρόσβαση στα γενετικά δεδομένα.

Ένας δυνητικός τρόπος να ξεπεραστούν οι απαιτήσεις του νομικού πλαισίου, θα ήταν η απάντηση στην ερώτηση:

Από όσο γνωρίζετε4, έχετε κάποια προδιάθεση για συγκεκριμένη ασθένεια;

Η ερώτηση αυτή θα μπορούσε να συμπεριληφθεί στο ερωτηματολόγιο του προασφαλιστικού ελέγχου, που απευθύνεται στον υποψήφιο πελάτη. Με αυτόν τον τρόπο ο ασφαλιστής, χρησιμοποιώντας την υποχρέωση του πελάτη να παρέχει κάθε διαθέσιμη πληροφορία, θα αποκτήσει έμμεση πρόσβαση στις πληροφορίες γενετικού περιεχομένου που μπορεί να γνωρίζει ο πελάτης.

Όμως ο ασφαλιστής, κατ’ ερμηνεία του ν. 4624/2019, δεν μπορεί να λάβει υπόψη στην απόφασή του για ανάληψη ή όχι του κινδύνου την απάντηση στην ερώτηση αυτήν, καθώς αυτό θα συνιστούσε επεξεργασία, οπότε η ερώτηση αυτή στο ερωτηματολόγιο του προασφαλιστικού ελέγχου δεν έχει ουσιαστικό νόημα.

Συμπεράσματα

Στο διεθνές, ευρωπαϊκό και εθνικό δίκαιο, απαγορεύεται ρητά η επεξεργασία γενετικών δεδομένων για σκοπούς ασφάλισης. Κατ’ ερμηνεία αυτών, οι ασφαλιστικές εταιρείες δεν δικαιούνται να ζητήσουν πρόσβαση στα αποτελέσματα γενετικών τεστ στα οποία έχει ήδη υποβληθεί ο αιτούμενος, ούτε να ζητήσουν από τον αιτούμενο να υποβληθεί σε γενετικά τεστ στο πλαίσιο του προασφαλιστικού ελέγχου.

Αναφορικά με την επιβολή επασφάλιστρου5 στην περίπτωση προδιάθεσης για συγκεκριμένη ασθένεια, δεν μπορεί να αιτιολογηθεί, καθώς η έννοια της «προδιάθεσης» δεν τεκμηριώνει ούτε την άρνηση ασφάλισης ούτε, επομένως, την επιβολή επασφάλιστρου.

Όπως όλα τα θέματα που αφορούν αλληλεπίδραση κοινωνικών εταίρων και σύγκρουσης δικαιωμάτων, το θέμα της επεξεργασίας δεδομένων γενετικής εγείρει μια σειρά από σκέψεις, μέρος των οποίων θα προσπαθήσουμε να παραθέσουμε εδώ:

  • Υπάρχουν φυλές οι οποίες έχουν μεγαλύτερη γενετική προδιάθεση για συγκεκριμένες παθήσεις. Είναι υπαρκτός ο κίνδυνος φυλετικών διακρίσεων.
  • Πρέπει να υπάρχει ισορροπία ανάμεσα στη σύγκρουση των νομικών δικαιωμάτων δίκαιης εκτίμησης του κινδύνου και της βιοηθικής και προστασίας της προσωπικότητας και του δικαιώματος της ισότητας στη μεταχείριση. Δηλαδή, είναι νόμιμο δικαίωμα του ασφαλιστή να προστατευτεί από κακόβουλες συμβάσεις και είναι δικαίωμα του κάθε ανθρώπου να προστατέψει την ιδιωτικότητά του. Είναι μία περίπτωση όπου και τα δύο μέρη έχουν νόμιμα δικαιώματα και το ερώτημα είναι ποιο από τα δύο θα επικρατήσει έναντι του άλλου.
  • Ο νόμος για την προστασία των προσωπικών δεδομένων θα πρέπει να κάνει ρητή αναφορά στην παροχή των προσωπικών δεδομένων από τρίτους. Δηλαδή, ασφαλιστικές εταιρείες που είναι κάτοχοι διαγνωστικών κέντρων ή έχουν συμβάσεις με διαγνωστικά κέντρα για παροχή ιατρικών πληροφοριών, να μην αποκτούν πρόσβαση σε γενετικά δεδομένα.
  • Η ασφάλιση βασίζεται στην αβεβαιότητα. Όσο η αβεβαιότητα μετατρέπεται σε βεβαιότητα, αυτό είναι σε βάρος του ασφαλιστικού επαγγέλματος. Οι άνθρωποι που γνωρίζουν ότι έχουν προϋπάρχουσες παθήσεις ή/και άλλους ενεργούς παράγοντες κινδύνου, έχουν ισχυρό κίνητρο να συνάψουν μια ασφαλιστική σύμβαση κλάδου Zωής/Yγείας. Αντίθετα, οι νέοι, υγιείς και χωρίς προδιάθεση για ασθένειες άνθρωποι έχουν μειωμένο κίνητρο να ασφαλιστούν κατά κινδύνων Zωής/ Yγείας. Οι ασφαλιστικές εταιρείες επιθυμούν την ύπαρξη ασφαλισμένων με τα προηγούμενα χαρακτηριστικά, καθώς συμβάλλουν στη δημιουργία «υγιούς χαρτοφυλακίου».
  • Η ηλικία, το βάρος, οι προϋπάρχουσες παθήσεις, τα χόμπι κ.λπ. είναι γεγονότα τα οποία επηρεάζουν με τρόπο προβλέψιμο την κατάσταση της υγείας ενός ατόμου. Η προδιάθεση για ασθένεια απλώς δηλώνει αυξημένη σχετικά πιθανότητα εκδήλωσης ασθένειας και δεν σημαίνει απαραίτητα και την εκδήλωση της ασθένειας σε όλους όσους διαθέτουν την προδιάθεση. Ο τρόπος ζωής, η τυχαιότητα και άλλοι παράγοντες μπορούν να επηρεάσουν σε σημαντικό βαθμό την προβλεπτική αξία της γενετικής προδιάθεσης.

Αναλογιστικές μελέτες θα μπορούσαν να καταγράψουν επακριβώς το κόστος και την ωφέλεια από την πιθανή χρήση των γενετικών τεστ στον προασφαλιστικό έλεγχο, με την προϋπόθεση ότι αυτός θα ήταν επιτρεπτός και νόμιμος.

*Οι όροι «ανάληψη κινδύνου ζωής και υγείας», «προασφαλιστικός έλεγχος» και «medical underwriting» χρησιμοποιούνται εναλλακτικά και αναφέρονται στην ίδια έννοια.

1) Webster Dictionary. Η μετάφραση είναι του συγγραφέα.
2) Ο όρος «ασφαλιστής» αναφέρεται συχνά στον επαγγελματία ο οποίος μας επισκέπτεται προσπαθώντας να προωθήσει ασφαλιστικά προϊόντα. Το πρόσωπο αυτό καλείται «Ασφαλιστικός Διαμεσολαβητής». «Ασφαλιστής» είναι η ασφαλιστική επιχείρηση η οποία αντισυμβάλλεται και υπογράφει την ασφαλιστική σύμβαση και είναι υπεύθυνη για τον ασφαλιζόμενο κίνδυνο.
3) Burke W, 2002 και Holtzman ΝΑ and Watson MS, 1999.
4) Δικαίωμα της άγνοιας (Σύμβαση του Οβιέδο).
5) Επασφάλιστρο είναι μια πρόσθετη επιβάρυνση στα ασφάλιστρα, όταν συντρέχουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις (π.χ. επικίνδυνα επαγγέλματα, επικίνδυνα χόμπι, προϋπάρχουσες ασθένειες, τρόπος ζωής, συνήθειες κ.λπ.). Θα απορούσε κανείς, γιατί ο αιτούμενος ασφάλισης να γνωστοποιήσει στον ασφαλιστή αυτή την πληροφορία. Η απάντηση είναι απλή. Αν ο αιτούμενος ασφάλισης αποκρύψει αυτή την πληροφορία, όπως και κάθε άλλη πληροφορία που του ζητείται από τον ασφαλιστή (ενδεικτικά ότι έχει σαν χόμπι τον αλεξιπτωτισμό), τότε ο ασφαλισμένος θα πληρώνει ασφάλιστρα (ενδεχομένως για αρκετά χρόνια) και όταν έλθει η ώρα να αποζημιωθεί, τότε, αν ο ασφαλιστής κατορθώσει να αποδείξει ότι ο ασφαλισμένος απέκρυψε πληροφορίες από τον ασφαλιστή, δεν θα αποζημιωθεί και φυσικά δεν θα του επιστραφούν τα ασφάλιστρα που έχει ήδη καταβάλει.

Πηγές

1. Νόμος 4624/2019 – ΦΕΚ 137/Α/29-8-2019.
2. Ασφαλιστική Σύμβαση και Προστασία Προσωπικών Δεδομένων Διπλωματική Εργασία Αναστασία Πολίτη.
3. Έκθεση Για τα γενετικά δεδομένα στην ιδιωτική ασφάλιση Τ Βιδάλης, Α.Λ. Χάγερ-Θεοδωρίδου Συνεργασία:
Γ. Μανιάτης.
4. Διακήρυξη της UNESCO για τα ανθρώπινα δικαιώματα και το ανθρώπινο γονιδίωμα.
5. Σύμβαση του Οβιέδο.

Δείτε εδώ όλες τις προηγούμενες εργασίες.


Ακολουθήστε την ασφαλιστική αγορά στο Google News

Εγγραφείτε στο NewsLetter μας