Σύμφωνα και με το ΝΔ 400/1970, που καταργήθηκε με το άρθρο 278 παρ. 1 ν. 4364/2016, είχε ως γνωστόν επιτραπεί στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις να ασκούν, στο πλαίσιο της διάθεσης προϊόντων ζωής, επενδυτικές εργασίες σχηματίζοντας «εσωτερικά μεταβλητά κεφάλαια», μονάδες (Unit Linked), για διάθεση στους ασφαλισμένους.

Το νέο πλαίσιο, το οποίο ισχύει μετά τον ν. 4364/2016 για την ασφαλιστική επιχείρηση και τον ν. 4583/2018 για την ασφαλιστική διαμεσολάβηση, αυξάνει τις απαιτήσεις που επιβάλλουν οι ιδιαιτερότητες και η πολυπλοκότητα των διαρκώς εξελισσόμενων προϊόντων ασφαλειών ζωής συνδεδεμένων με επενδύσεις, που απαιτούν την πλήρη κατανόηση από τον υποψήφιο ασφαλισμένο των αναλαμβανόμενων κινδύνων, με την τήρηση διαδικασιών όπως της εξακρίβωσης των αναγκών πελάτη, της διενέργειας προσυμβατικής ενημέρωσης και ελέγχων καταλληλότητας και συμβατότητας. Σχετικώς, έχει ενδιαφέρον απόσπασμα από απόφαση του Αρείου Πάγου, που, μεταξύ άλλων, έκρινε σύμφωνα με το ισχύον, τον επίμαχο χρόνο, πλαίσιο (ΝΔ 400/70) (απόσπασμα από δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 609/2022).

(…) Ειδικότερα, ενώ δέχεται ότι οι αναιρεσείοντες ενημερώθηκαν προφορικά από τους κατά περίπτωση αναφερόμενους υπαλλήλους της διαμεσολαβήτριας τράπεζας “….” για το προϊόν “…” της αναιρεσίβλητης ασφαλιστικής εταιρείας, οι οποίοι τους παρουσίασαν τα γενικά χαρακτηριστικά του προϊόντος αυτού, ουδόλως παρατίθενται στη συνέχεια στην απόφασή του παραδοχές σχετικά με την προφορική πληροφόρηση των αναιρεσειόντων για τους κινδύνους του προϊόντος αυτού, που ήταν κυρίως επενδυτικό και δευτερευόντως ασφαλιστικό, ενόψει και του σημαντικού ποσού χρημάτων που καταβλήθηκε από τον καθένα από αυτούς για τη συμμετοχή τους στο προϊόν αυτό. Πιο συγκεκριμένα και λαμβανομένου υπόψη ότι, κατά τις ανέλεγκτες παραδοχές του Εφετείου, οι αναιρεσείοντες, μέχρι τη σύναψη των επιδίκων συμβάσεων με την αναιρεσίβλητη, ήταν συντηρητικοί επενδυτές με προθεσμιακές καταθέσεις στη διαμεσολαβήτρια τράπεζα, δεν διαλαμβάνονται στη συνέχεια καθόλου αιτιολογίες στην προσβαλλόμενη απόφαση για την πληροφόρηση, πριν την υπογραφή της αίτησης ασφάλισης, των αναιρεσειόντων, από τους υποπροστηθέντες υπαλλήλους της τράπεζας για τους κινδύνους που συνεπαγόταν η επένδυση των χρημάτων τους, μέσω της δημιουργίας εσωτερικού μεταβλητού κεφαλαίου, από την αναιρεσίβλητη σε ένα και μόνο ομόλογο, και όχι σε περισσότερες κινητές αξίες για την ελαχιστοποίηση, μέσω της διασποράς του κεφαλαίου, των κινδύνων της επένδυσης, το οποίο μάλιστα ομόλογο επρόκειτο να εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε αλλοδαπό χρηματιστήριο και το οποίο συνδεόταν άμεσα με την πορεία των εργασιών και τη φερεγγυότητα της τράπεζας …, η οποία σημειωτέον ανήκει στον ίδιο Όμιλο με την αναιρεσίβλητη, όπως μαρτυρά η προηγούμενη, κατά τις παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης, επωνυμία της αναιρεσίβλητης “…”. Και τούτο, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι οι αναιρεσείοντες έλαβαν, όπως δέχεται η προσβαλλόμενη απόφαση, ενημερωτικό έντυπο της αναιρεσίβλητης σχετικά με τους κινδύνους της συγκεκριμένης επένδυσης, δεδομένου ότι η κατά τους κανόνες των άρθρων 281 και 288 ΑΚ συναλλακτική υποχρέωση της αναιρεσίβλητης έναντι των αναιρεσειόντων επέβαλε την καταβολή κάθε δυνατής επιμέλειας, μέσω των προστηθέντων της, για την εκπλήρωση της υποχρέωσης πλήρους ενημέρωσης και διαφώτισης των αναιρεσειόντων σχετικά με την επένδυσή τους, ώστε αυτοί να κατανοήσουν τους κινδύνους της και να αποφασίσουν να την επιχειρήσουν. Δεν παρατίθενται, επίσης, στην προσβαλλόμενη απόφαση καθόλου παραδοχές σχετικά με τον αγωγικό ισχυρισμό των αναιρεσειόντων, όπως αυτός προκύπτει από την παραδεκτή (άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔ) επισκόπηση της από 10.3.2014 αγωγής τους, ότι το ανωτέρω προϊόν της αναιρεσίβλητης παρουσιάστηκε ψευδώς στους αναιρεσείοντες από τους ανωτέρω υπαλλήλους της τράπεζας, ότι ήταν ασφαλές σαν προθεσμιακή κατάθεση και ότι το επενδυόμενο από αυτούς κεφάλαιο ήταν εγγυημένο στη λήξη του προϊόντος, με αποτέλεσμα την παραπλάνησή τους και την υπογραφή των επιδίκων ασφαλιστικών συμβάσεων που ήταν συνδεδεμένες με επενδύσεις (άρθρο 914 ΑΚ και 386 ΠΚ). Εξαιτίας των ανωτέρω ανεπαρκών αιτιολογιών, αλλά και της παντελούς έλλειψης παραδοχών σχετικά με τον αγωγικό ισχυρισμό των αναιρεσειόντων περί εξαπάτησης αυτών από τους υποπροστηθέντες υπαλλήλους της διαμεσολαβήτριας τράπεζας, το Εφετείο υπέπεσε στην αναιρετική πλημμέλεια της παράβασης του άρθρου 559 αρ. 19 ΚΠολΔ, αφού η απόφασή του στερείται νόμιμης βάσης και συνεπώς ο σχετικός τρίτος λόγος αναίρεσης κατά το δεύτερο σκέλος του πρέπει να γίνει δεκτός ως βάσιμος. (…) Κατά συνέπεια, και συνακόλουθα με όλα τα ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης και να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση. Στη συνέχεια, πρέπει, σύμφωνα με το άρθρο 580 παρ. 3 ΚΠολΔ, να παραπεμφθεί η υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Δικαστήριο, που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση (…).

Θεόδωρος Κουτσούμπας, Δικηγόρος – Διδάκτωρ Νομικής, [email protected]
Σε συνεργασία με το περιοδικό ΣΥΝήΓΟΡΟΣ


Ακολουθήστε την ασφαλιστική αγορά στο Google News

Προηγούμενο άρθροΔιαχείριση αλλαγών στον εργασιακό χώρο
Επόμενο άρθροΑλλάζει το πλαίσιο για τους Ιδιώτες επενδυτές – Τι θα γίνει με τις προμήθειες