Άρθρα

Περίπλοκη και απαιτητική η Ασφάλιση Οργανισμών του Δημοσίου

Πέρα από τη θλίψη που προκάλεσε, το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη έχει γίνει ή τουλάχιστον θα πρέπει να γίνει και αιτία για σοβαρό προβληματισμό. Προβληματισμό για το πώς πρέπει να λειτουργούν οι δημόσιοι οργανισμοί, ώστε, καταρχάς, να νιώθουν και να είναι οι πολίτες ασφαλείς και, δευτερευόντως, να μην επιβαρύνεται το κοινωνικό σύνολο για τα λάθη και τις παραλείψεις (ακούσιες ίσως, αλλά εγκληματικές κάποιες φορές) όσων υπηρετούν σε αυτούς.

H λειτουργία φορέων, όπως ο ΟΣΕ, η ΕΡΓΟΣΕ, η ΣΤΑΣΥ, ο ΟΔΥ, η ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ, η ΕΥΔΑΠ, η ΕΥΔΑΠ Παγίων, ο ΔΕΔΔΗΕ, ο ΑΔΜΗΕ, η ΔΕΠΑ, μπορεί να επηρεάσει εκατομμύρια ανθρώπους. Οι κίνδυνοι που προκύπτουν από τη λειτουργία τους, τόσο για τους εργαζόμενους σε αυτούς όσο και για τον γενικό πληθυσμό, είναι προφανείς. Το ζήσαμε πρόσφατα με το δυστύχημα στα Τέμπη. Πόσο απίθανο είναι να συμβεί κάτι ανάλογο στα μέσα μαζικής μεταφοράς της πρωτεύουσας ή της συμπρωτεύουσας ή μια έκρηξη σε υποσταθμό ηλεκτρικής ενέργειας, που φιλοξενείται σε υπόγειο πολυκατοικίας;

Συνειδητοποιούν, άραγε, οι υπεύθυνοι τους κινδύνους που προκύπτουν από τη λειτουργία των οργανισμών που διοικούν και, κυρίως, τις επιπτώσεις σε εργαζόμενους, επιβάτες, περαστικούς, γείτονες, πελάτες και περιουσιακά στοιχεία τρίτων; Επιπτώσεις που θα κληθεί να πληρώσει ποιος;

Η ασφάλιση της αστικής ευθύνης αναδείχθηκε ως μείζονος σημασίας από τον καθηγητή κ. Μιλτιάδη Νεκτάριο, στο άρθρο του με τίτλο «Πώς θα αποζημιωθούν οι θάνατοι στα Τέμπη: Μαθήματα για τη βελτίωση των δημόσιων υπηρεσιών», που δημοσιεύτηκε στο τεύχος Απριλίου της «α.α.», και από τον έγκριτο Μεσίτη Ασφαλίσεων, κ. Γιώργο Κουτίνα, στο άρθρο του με τίτλο «Ασφάλιση Αστικής Ευθύνης: Χρήσιμο μάθημα από το τραγικό δυστύχημα Τεμπών», που θα διαβάσετε στις σελίδες του παρόντος τεύχους.

Εξίσου σημαντικά είναι και τα περιουσιακά στοιχεία που διαθέτουν οι δημόσιοι οργανισμοί και κατά συνέπεια η ασφάλισή τους, καθώς οι ζημιές που μπορεί να προκύψουν μετά από ένα καταστροφικό συμβάν μπορεί να σημάνουν απώλεια κερδών για τον οργανισμό αλλά και τους πολίτες που τα χρησιμοποιούν.

Το ερώτημα, βέβαια, είναι εάν οι φορείς του Δημοσίου είναι καλυμμένοι και, μάλιστα επαρκώς, για τις αστικές ευθύνες και την περιουσία τους. Ένα δεύτερο ερώτημα είναι πόσο εύκολα ή δύσκολα βρίσκουν ασφαλιστική κάλυψη τέτοιοι οργανισμοί.

Οι ασφαλίσεις που κυριαρχούν

Αναζητώντας απαντήσεις στο promitheus.gov.gr (στην πλατφόρμα όπου αναρτώνται όλες οι προκηρύξεις-διαγωνισμοί και οι συμβάσεις των φορέων του Δημοσίου), εκείνο που προκαλεί εντύπωση είναι ότι δύο “κατηγορίες” ασφαλιστηρίων κυριαρχούν: πρώτον, η ασφάλιση D&O και, δεύτερον, η ασφάλιση των αναδόχων έργων (εργολάβων, υπεργολάβων κ.ά.) και των κάθε είδους προμηθευτών του δημοσίου, από τους οποίους ζητείται να διαθέτουν πλήρη ασφαλιστική κάλυψη, που περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων: Ασφάλιση Κατά Παντός Κινδύνου, Κατά Κινδύνων από Τυχαία Περιστατικά και Ανωτέρα Βία, Αστικής Ευθύνης έναντι Τρίτων, Μεταφοράς, Οχημάτων, Μηχανημάτων κ.λπ., Προσωπικού, καθώς και Ασφάλιση των Υλικών που χορηγούνται στον Ανάδοχο.

Όσον αφορά την ασφάλιση D&O, καθοριστικό ρόλο φαίνεται ότι έχει παίξει o Ν.4548/18 περί ανωνύμων εταιρειών, ο οποίος προβλέπει αυξημένες ευθύνες για τα Δ.Σ. και τα στελέχη διοίκησης, και τυχόν λάθη και παραλείψεις εγείρουν αγωγές που μπορεί να θέσουν σε κίνδυνο ακόμη και την προσωπική τους περιουσία. Οπότε, εύλογα, οι διοικήσεις των φορέων αναγνωρίζουν τη σημασία ενός τέτοιου ασφαλιστηρίου και το επιλέγουν.

Περίπλοκη και απαιτητική η Ασφάλιση Οργανισμών του Δημοσίου

Αντίστοιχα, χρήσιμη θεωρείται η ασφάλιση των αναδόχων και των προμηθευτών, καθώς μέσω αυτής διασφαλίζεται ο ίδιος ο φορέας (και το έργο) από τα όποια προβλήματα μπορεί να προκύψουν κατά την εκτέλεσή του.

Προ μνημονίων υπήρχαν, επίσης, πολλά ομαδικά ασφαλιστήρια, κυρίως υγείας, των οποίων η ζήτηση σιγά-σιγά επανέρχεται, ως αποτέλεσμα και των νέων συλλογικών συμβάσεων.

Σήμερα, αναδεικνύονται ως προτεραιότητες η κάλυψη κινδύνων που σχετίζονται με το cyber και γενικότερα με ό,τι επηρεάζει τη φήμη της εταιρείας.

Δυσκολίες στην εξεύρεση κάλυψης

Στην πραγματικότητα, βέβαια, είναι τελείως διαφορετικό το τι χρειάζονται οι φορείς του Δημοσίου και τι τελικά ασφαλίζουν. Υπάρχουν φορείς που διαθέτουν ευαίσθητα περιουσιακά στοιχεία, που απαιτείται να τα ασφαλίζουν, επίσης στο πλαίσιο του δανεισμού τους από τις τράπεζες είναι υποχρεωτικό να το κάνουν. Αυτό, πάντως, που κατά βάση επιλέγουν να καλύψουν οι δημόσιοι φορείς είναι οι αστικές ευθύνες τους, αφού από αυτές μπορεί να προκύψουν απαιτήσεις εκατομμυρίων. Γενικά, το εύρος των ευθυνών των φορέων του Δημοσίου είναι πολύ μεγάλο και έχουν να κάνουν με το ποια ακριβώς είναι η δραστηριότητα του καθενός και σε τι κινδύνους είναι εκτεθειμένος. Η εξεύρεση κάλυψης, ωστόσο, δεν είναι πάντα εύκολη, καθώς πρόκειται για πολύ εξειδικευμένους κινδύνους, που τους αναλαμβάνουν συγκεκριμένες εταιρείες, οι οποίες απαιτείται να έχουν πολύ μεγάλο capacity, ενώ σχεδόν πάντα χρειάζεται συνασφάλιση και αντασφάλιση. «Οι συμβατικές αντασφαλίσεις δεν έχουν το εύρος, για να καλύψουν τέτοιους κινδύνους. Όλες οι αντασφαλίσεις για τους κινδύνους που καλούμαστε να ασφαλίσουμε εδώ είναι προαιρετικές, και αναγκαστικά απευθυνόμαστε στη διεθνή αγορά», επισημαίνει ο κ. Αλέξης Βακάλης, Μεσίτης Ασφαλίσεων, με πολύ μεγάλη εμπειρία στην ασφάλιση δημόσιων οργανισμών. Μάλιστα, συμβάντα όπως το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη, συνήθως δυσκολεύουν ακόμη περισσότερο τις ανανεώσεις, καθώς οι εταιρείες γίνονται περισσότερο διστακτικές να αναλάβουν τέτοιους κινδύνους.

Τα σωστά όρια κάλυψης

Μεγάλη σημασία έχει όχι μόνο τι συμβόλαια διαθέτουν οι δημόσιοι οργανισμοί, αλλά τι καλύπτουν αυτά τα συμβόλαια και μέχρι ποια όρια. Τα σωστά όρια κάλυψης μπορούν να αποδειχθούν σωτήρια στις πλείστες των περιπτώσεων, χωρίς να επιβαρύνουν υπέρμετρα τον προϋπολογισμό των Οργανισμών. Βεβαίως, είναι στην ευθύνη του μεσίτη ασφαλίσεων να κάνει τη σχετική έρευνα και να αξιολογήσει τους κινδύνους, ώστε να προτείνει στους Οργανισμούς που ασφαλίζονται τις καλύψεις αλλά και τα όρια που τους είναι πραγματικά απαραίτητα.

Η διάσπαση οργανισμών του Δημοσίου και η δημιουργία πολλών θυγατρικών οργανισμών, στο πλαίσιο των μνημονιακών πολιτικών, φαίνεται να ευνοεί την καλύτερη ασφαλιστική τους κάλυψη. Σύμφωνα με τον κ. Βακάλη, η κάθε θυγατρική έχει τη δυνατότητα να προσαρμόσει τις καλύψεις και τα ασφαλισμένα κεφάλαια στις δικές της ανάγκες, χωρίς να εξαρτάται από τις οικονομικές δυνατότητες και τα διαθέσιμα κεφάλαια της μητρικής της. Σε μια ζημιά, η οποία, σε μια ακραία αλλά όχι απίθανη περίπτωση, επιμεριστεί τόσο στη μητρική όσο και τις θυγατρικές της, τα διαθέσιμα για αποζημίωση κεφάλαια θα είναι σαφώς πολύ μεγαλύτερα.

Τις τελικές αποφάσεις, και βάσει καταστατικού, για τα όρια κάλυψης και γενικότερα την επιλογή ή όχι της πρότασης ασφάλισης τις παίρνει η διοίκηση του κάθε οργανισμού. Σε κάποιες περιπτώσεις, εάν χρειαστεί, ενημερώνεται η πολιτική ηγεσία και ο προϊστάμενος υπουργός. Ειδικά εάν δεν βρίσκεται κάλυψη για φορέα που ο κίνδυνος είναι αυξημένος, αν συμβεί κάποιο ατύχημα.

Η σημασία του ασφαλιστικού συμβούλου

Εννοείται ότι ο κάθε φορέας του δημοσίου, όπως και κάθε άλλη επιχείρηση στον ιδιωτικό τομέα, δεν είναι δυνατόν να διαθέτει την απαιτούμενη τεχνογνωσία όσον αφορά τα ασφαλιστικά. Γι’ αυτό είναι πολύ σημαντικό οι οργανισμοί αυτοί να διαθέτουν έναν μεσίτη ασφαλίσεων που θα τους συμβουλεύει πάνω σε αυτά τα θέματα. Η επιλογή του προκύπτει, συνήθως, μέσα από διαγωνιστική διαδικασία, αλλά υπάρχουν και περιπτώσεις που μπορεί να γίνει ανάθεση.

Κατά την άποψη του κ. Βακάλη, «θα πρέπει οι Οργανισμοί να προκηρύσσουν διαγωνισμούς για την εξεύρεση ασφαλιστικών συμβούλων, με αυστηρά κριτήρια τεχνικής και επαγγελματικής ικανότητας, οικονομικής και χρηματοοικονομικής επάρκειας, για τη διασφάλιση των συμφερόντων τους».

Μέρος της δουλειάς του συμβούλου ασφάλισης είναι να συντάξει τις προκηρύξεις που αφορούν τις ασφαλιστικές καλύψεις που απαιτείται να έχουν οι ανάδοχοι και οι πάσης φύσεως προμηθευτές του οργανισμού και, στη συνέχεια, να ελέγξει την επάρκεια των συμβολαίων που θα προσκομιστούν.

Περίπλοκη και απαιτητική η Ασφάλιση Οργανισμών του Δημοσίου

Το πιο σημαντικό, βέβαια, που έχει να κάνει είναι να καταγράψει τη δραστηριότητα του Οργανισμού, να εντοπίσει τις ασφαλιστικές ανάγκες, να προτείνει τεκμηριωμένα τις αντίστοιχες ασφαλίσεις, τα ασφαλισμένα κεφάλαια και όρια, να εξηγήσει και να πείσει για την αξία της συγκεκριμένης πρότασης, αλλά και να χτίσει σε βάθος χρόνου την απαιτούμενη ασφαλιστική συνείδηση, που θα επιτρέψει τη συνολική και ουσιαστική κάλυψη του Οργανισμού. Αυτό δεν είναι πάντα εύκολο, με δεδομένο τον σκεπτικισμό που, μερικές φορές, διακρίνει τον Δημόσιο τομέα. Πάντως, σύμφωνα με τον κ. Βακάλη, «υπάρχουν αρκετοί δημόσιοι φορείς με ασφαλιστική συνείδηση, πολύ απαιτητικοί στη συνεργασία, οι οποίοι μελετούν με πολλή προσοχή τις ασφαλιστικές ανάγκες τις δικές τους και των αναδόχων τους».

Η σημασία της ολιστικής ασφάλισης

Μεγάλο μέρος της δραστηριότητας των δημόσιων οργανισμών αποτελούν τα έργα (οδικά, σιδηροδρομικά κ.ά.), τα οποία μέσω διαγωνιστικής διαδικασίας, ενίοτε και με αναθέσεις, επιμερίζονται σε διάφορους αναδόχους. Όπως ήδη αναφέραμε, οι ανάδοχοι πρέπει να προσκομίσουν ασφαλιστήρια με τις καλύψεις που ορίζει η κάθε προκήρυξη. Τα ασφαλιστήρια αυτά καλύπτουν μόνο το τμήμα του έργου που αναλαμβάνει ο συγκεκριμένος ανάδοχος και είναι προσαρμοσμένα στον προϋπολογισμό του. Σε κάποιες περιπτώσεις τα ασφαλισμένα κεφάλαια μπορεί να μην είναι επαρκή, ενώ δεν είναι πάντα σαφές εάν καλύπτουν την περίοδο της δοκιμαστικής λειτουργίας του έργου, που είναι και η πιο σημαντική. Η ολιστική προσέγγιση της ασφάλισης των δημόσιων οργανισμών θα μπορούσε να βοηθήσει να ξεπεραστούν πολλά από τα προβλήματα που προκύπτουν, σύμφωνα με τον κ. Βακάλη. Ο ίδιος και οι συνεργάτες του εκπόνησαν, το 2019, και μελέτη για τα συγχρηματοδοτούμενα έργα, για λογαριασμό της Επιτελικής Δομής ΕΣΠΑ του υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών. Στην εν λόγω μελέτη, πρότειναν ο κύριος του έργου να το ασφαλίζει σε όλα τα στάδιά του, επιμερίζοντας το κόστος της κάλυψης στους αναδόχους, ανάλογα με το ύψος της αναδοχής. Μία τέτοια πρόταση δεν είναι σίγουρο ότι θα έβρισκε ευήκοα ώτα, πρώτα και κύρια στην ελληνική ασφαλιστική αγορά, για προφανείς λόγους. Ωστόσο, σύμφωνα με τους συντάκτες της μελέτης, «τα οφέλη θα ήταν πολλαπλά για το Δημόσιο. Το ασφαλιστήριο αυτό θα μπορούσε να ασφαλίσει συνολικά το έργο, και κατά τη δοκιμαστική λειτουργία και μετά την οριστική παραλαβή του έργου, συμπεριλαμβάνοντας τις τυχόν καθυστερήσεις ή παρατάσεις, να αποτρέψει την ελλιπή κάποιες φορές κάλυψη των αναδόχων, ενώ και το κόστος συνολικά δεν θα είναι μεγαλύτερο. Γιατί άλλο είναι να ασφαλίσεις €1 εκατ. και άλλο €1 δισ.».

Η ασφάλιση δημόσιων οργανισμών αποδεικνύεται ένα ιδιαίτερο και πολύπλοκο εγχείρημα. Δεν είναι μόνο το εύρος και η πολυπλοκότητα των κινδύνων που προκύπτουν από τη λειτουργία τους, δεν είναι η δυσκολία στην εξεύρεση επαρκούς κάλυψης, δεν είναι η εντατική και μεθοδική προσπάθεια που χρειάζεται για να εντοπιστούν οι ανάγκες, να βρεθούν οι ενδεδειγμένες λύσεις και να τις κατανοήσουν πλήρως οι αρμόδιοι. Είναι όλα αυτά μαζί, τα οποία αναδεικνύουν τον σημαντικό ρόλο που καλούνται να παίξουν οι μεσίτες ασφαλίσεων ως σύμβουλοι ασφάλισης των φορέων του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Πέρα από την εμπειρία, τη γνώση, την κατάρτιση και τη μεθοδικότητα που θα πρέπει να διαθέτουν, πρέπει να έχουν, επίσης, μεγάλη υπομονή και επιμονή, προκειμένου να πείσουν για τα οφέλη της ασφάλισης, γιατί είναι αρκετοί ακόμη οι Οργανισμοί που παραμένουν μερικώς ή και πλήρως ανασφάλιστοι.

Δήμητρα Καζάντζα


Ακολουθήστε την ασφαλιστική αγορά στο Google News

Εγγραφείτε στο NewsLetter μας