Άρθρα

Οι Ρήτρες Α, Β, Γ στην ασφάλιση των θαλάσσιων μεταφορών

Οι Ρήτρες Α, Β, Γ στην ασφάλιση των θαλάσσιων μεταφορών

Απόψεις & Θέσεις Φοιτητών του ΠΑ.ΠΕΙ.
Τμήμα Στατιστικής & Ασφαλιστικής Επιστήμης

Οι Ρήτρες Α, Β, Γ στην ασφάλιση των θαλάσσιων μεταφορών

Της Ελένης Κακκαβά,
φοιτήτριας 3ου εξαμήνου, Tμήμα Στατιστικής & Ασφαλιστικής Επιστήμης

Οι ασφαλίσεις μεταφορών καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα κινδύνων που σχετίζονται με τις μετακινήσεις και τη διενέργεια του εμπορίου. Το 80% του παγκόσμιου εμπορίου πραγματοποιείται με πλοία, γεγονός που καθιστά επιτακτική την ανάγκη για ασφαλιστική κάλυψη του εμπορεύματος σε περίπτωση ζημιάς ή απώλειας κατά τη διάρκεια της μεταφοράς του από τη χώρα προέλευσης στη χώρα προορισμού.

Για την πραγματοποίηση της θαλάσσιας ασφάλισης απαιτείται η έγκυρη σύναψη του ασφαλιστηρίου συμβολαίου, βάσει του οποίου ο ασφαλιστής είναι υπεύθυνος να αποζημιώσει με ανάλογο τρόπο τον ασφαλισμένο, σε περίπτωση ζημιάς ή απώλειας, έναντι πιθανών κινδύνων κατά τη διάρκεια ενός συγκεκριμένου ταξιδιού. Μάλιστα, στηρίζεται σε δύο βασικές αρχές, στο έννομο συμφέρον και την καλή πίστη, η οποία επιβάλλει τη σύναψη συμβολαίων με τον μέγιστο βαθμό εντιμότητας από όλα τα μέρη (ασφαλιστή και ασφαλιζόμενο). Έννομο συμφέρον για ασφάλιση έχει ο πωλητής ή ο αγοραστής ή ο δανειστής ή όποιος ενδέχεται να ζημιωθεί σε περίπτωση βλάβης ή απώλειας του εμπορεύματος. Εάν δεν αποδεικνύεται η σχέση αυτή, τότε το ασφαλιστήριο συμβόλαιο είναι άκυρο.

Είναι σημαντικό να καταστεί σαφές ότι η θαλάσσια ασφάλιση προέκυψε από την αναγκαιότητα των πλοιοκτητών και των ιδιοκτητών φορτίου να εξασφαλιστούν από τους εγγενείς κινδύνους της θαλάσσιας μεταφοράς (Maritime Perils).

Απαραίτητη προϋπόθεση για την έγκυρη σύναψη ασφαλιστικής σύμβασης θαλάσσιας ασφάλισης αποτελεί το ασφαλιστικό συμφέρον, το οποίο προκύπτει από τον Νόμο περί Ναυτικής Ασφάλισης 1906 (Αγγλικό Δίκαιο) και το άρθρο 259 του Κώδικα Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου-ΚΙΝΔ (Ελληνικό Δίκαιο). Το ασφαλιστικό συμφέρον καθιερώθηκε με στόχο την αποφυγή της απάτης. Από αυτό προκύπτει, επίσης, ότι μία βασική αρχή της ασφάλισης ζημιών είναι η αποφυγή πλουτισμού. Ειδικότερα, ο λήπτης της ασφάλισης δεν επιτρέπεται να λαμβάνει ως αποζημίωση μεγαλύτερο ποσό από την οικονομική ζημία που υπέστη. Με αυτόν τον τρόπο, δεν θα καταστεί πλουσιότερος από ό,τι ήταν πριν την επέλευση του κινδύνου, κερδοσκοπώντας εις βάρος του ασφαλιστή.

Οι παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη από μια ασφαλιστική εταιρεία, για τη σύναψη του ασφαλιστηρίου συμβολαίου, είναι τα χαρακτηριστικά του πλοίου που θα χρησιμοποιηθεί για τη μεταφορά, το είδος και η αξία του εμπορεύματος, η μέθοδος συσκευασίας, ο τόπος φόρτωσης και προορισμού, καθώς και η διαδρομή που θα ακολουθηθεί.

Ρήτρες Ινστιτούτου για Φορτία (Institute Cargo Clauses)

Ο λόγος ύπαρξης των Ρητρών είναι η διαμόρφωση των όρων και των προϋποθέσεων για τη σύναψη κάθε ασφαλιστικού συμβολαίου, που αφορά στους κινδύνους από τους οποίους καλύπτονται τα εμπλεκόμενα μέλη. Τα ασφαλιστικά συμβόλαια συνάδουν, επομένως, με τις Ρήτρες Ινστιτούτου για Φορτία (Institute Cargo Clauses), παρόλο που αυτές δεν είναι υποχρεωτικές. Ωστόσο, υιοθετούνται εθελοντικά ως τυποποιημένοι όροι από πολλούς διεθνείς οργανισμούς θαλάσσιας ασφάλισης.

Κάθε ρήτρα έχει μια διατύπωση που έχει συμφωνηθεί από μια επιτροπή ασφαλιστικών εταιρειών και τους αναδόχους των Lloyd’s. Επομένως, περιλαμβάνοντας συγκεκριμένες ρήτρες στο συμβόλαιο, οι ασφαλιστές μπορούν να το προσαρμόσουν στις απαιτήσεις των πελατών.

Η διατύπωση και επιλογή των ρητρών καθορίζει τις σχέσεις των εμπλεκόμενων μελών, τόσο μέσω του καθορισμού του ασφαλίστρου, το οποίο οφείλει να καταβάλει ο ασφαλισμένος, όσο και του ποσού της αποζημίωσης από την πλευρά του ασφαλιστή, σε περίπτωση απώλειας ή/και ζημίας του ασφαλισμένου προϊόντος.

Οι Ρήτρες Α, Β, Γ στην ασφάλιση των θαλάσσιων μεταφορών

Ρήτρα (Α)

Οι Ρήτρες (Α) καλύπτουν όλους τους κινδύνους του ασφαλισμένου αντικειμένου, δηλώνοντας ότι αυτή η ασφάλιση καλύπτει όλους τους κινδύνους απώλειας ή ζημίας του ασφαλισμένου αντικειμένου, εκτός εάν εξαιρείται από τις διατάξεις των ρητρών 4, 5, 6 και 7. Συγκεκριμένα, οι ρήτρες 4, 5, 6 και 7 διευκρινίζουν ορισμένους τύπους απώλειας ή ζημίας, οι οποίοι εξαιρούνται. Ειδικότερα, η ρήτρα 4 αφορά στους γενικούς αποκλεισμούς, η ρήτρα 5 στην Αναξιοπλοΐα του σκάφους και τον αποκλεισμό ακαταλληλότητας, ενώ η ρήτρα 6 στους αποκλεισμούς πολέμου και η ρήτρα 7 στους αποκλεισμούς απεργίας. Γίνεται, επομένως, αντιληπτό ότι η Ρήτρα (Α) αποτελεί μία από τις ευρύτερες θαλάσσιες ασφαλιστικές καλύψεις και ως εκ τούτου οι ασφαλισμένοι υποχρεώνονται να πληρώνουν το υψηλότερο ασφάλιστρο, λόγω της εκτεταμένης κάλυψης που έχουν κατά τη διάρκεια της σύμβασης.

Παρόλο που ο όρος «Αll Risks» – «όλοι οι κίνδυνοι» είναι ευρύς, εντούτοις εμπεριέχει περιορισμούς, καθώς δεν καλύπτονται όλες οι απώλειες ή ζημιές, όσο ή ό,τι κι αν συμβεί. Με άλλα λόγια, σύμφωνα με τον όρο «All Risks» καλύπτονται απροσδόκητα ή τυχαία συμβάντα. Δεν καλύπτονται αναπόφευκτα συμβάντα ή συμβάντα που είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα συμβούν ή γεγονότα που είναι στον έλεγχο του Ασφαλισμένου να αποτρέψει. Απεναντίας, αυτό που καλύπτεται είναι όλοι οι κίνδυνοι φυσικής απώλειας ή ζημιάς και δεν περιλαμβάνεται η καθαρά οικονομική απώλεια. Είναι απαραίτητο να επισημανθεί, επίσης, ότι κάλυψη παρέχεται μόνο για απώλεια/ζημία του ασφαλισμένου αντικειμένου και όχι οποιουδήποτε άλλου φορτίου.

Συνεπώς, η Ρήτρα Φορτίου του Ινστιτούτου (Α) αναφέρεται αναμφίβολα σε «όλους τους κινδύνους», αλλά όχι σε «όλες τις απώλειες».

Ρήτρα (Β)

Η Ρήτρα (Β) παρέχει κάλυψη ζημίας ή απώλειας αγαθών τα οποία μπορεί να οφείλονται σε κατονομαζόμενους κινδύνους, όπως φωτιά, βύθιση πλοίου, σύγκρουση, εκφόρτωση φορτίου, σεισμό, κεραυνό, ηφαιστειακές εκρήξεις, απώλεια του εμπορεύματος στη θάλασσα λόγω κύματος, καθώς και άλλους κινδύνους που προέρχονται από ατύχημα.

Γίνεται φανερό ότι σε σύγκριση με την προαναφερθείσα Ρήτρα (Α) θεωρείται μια ελαφρώς πιο περιοριστική κάλυψη και, επομένως, το ασφάλιστρο δεν είναι τόσο υψηλό. Ο λήπτης της ασφάλισης ζητά κυρίως την κάλυψη για πιο πολύτιμα αντικείμενα ή μόνο για ένα μέρος του φορτίου.

Ρήτρα (Γ)

Η Ρήτρα (Γ) αποτελεί την πλέον περιοριστική κάλυψη, καθώς παρέχεται στον αντισυμβαλλόμενο η χαμηλότερη κάλυψη και, κατά συνέπεια, αυτός πληρώνει το χαμηλότερο ασφάλιστρο. Ενδεικτικά, οι ρήτρες αυτές αφορούν σε φωτιά ή έκρηξη, πρόσκρουση, προσάραξη, βύθιση ή κατάληψη πλοίου, σύγκρουση ή επαφή πλοίου ή χερσαίου μεταφορικού μέσου με εξωτερικά του νερού αντικείμενα, αναγκαστική απόρριψη φορτίου σε λιμάνι και, τέλος, γενική αβαρία.

Γίνεται σαφές, επομένως, πως οι Ρήτρες (Β) και (Γ) καλύπτουν κινδύνους για τα ασφαλισμένα εμπορεύματα κυρίως σε περίπτωση σύγκρουσης, πρόσκρουσης, βύθισης ή κάποιου σοβαρού ατυχήματος του πλοίου μεταφοράς. Οι Ρήτρες (Β) και (Γ) είναι απαραίτητες, καθώς μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την αγορά προστασίας για ασφαλισμένα αγαθά σε ένα πλοίο που αντιμετωπίζει προβλήματα όταν η αρχική κάλυψη ανασταλεί.

Αξίζει ακόμα να σημειωθεί πως στα ασφαλιστήρια συμβόλαια των θαλάσσιων εμπορευματικών μεταφορών υπάρχουν βέβαια και οι εξαιρέσεις που δεν καλύπτονται σε καμία περίπτωση και οι οποίες κατά κανόνα έχουν σχέση με πράξεις δόλου του ασφαλισμένου, ακαταλληλότητα της συσκευασίας, ιδιαίτερα ή φυσικά ελαττώματα των ασφαλιζόμενων αντικειμένων, ανεπάρκεια του πλοίου, αφερεγγυότητα του πλοιοκτήτη και πολεμικές ή τρομοκρατικές ενέργειες.

Διάρκεια – Τερματισμός θαλάσσιας ασφάλισης

Σε όλες τις ασφάλειες φορτίου συμπεριλαμβάνονται ρήτρες για τον καθορισμό έναρξης και λήξης της ασφάλισης, καθώς επίσης και οι συνθήκες υπό τις οποίες μπορεί να υπάρξει πρόωρη λήξη της κάλυψης. Στις περισσότερες περιπτώσεις επιλέγεται η ασφάλιση «από αποθήκη σε αποθήκη», δηλαδή η ασφαλισμένη διαμετακόμιση ξεκινάει από την αποθήκη του πωλητή και λήγει στην αποθήκη του αγοραστή.

Σύμφωνα, λοιπόν, με τη Ρήτρα 8 των Ρητρών Ασφάλισης Φορτίου (Α), (Β), (Γ) του Ινστιτούτου 1/1/82, το σημείο από το οποίο ξεκινά ο κίνδυνος ορίζεται ως το σημείο όπου τα εμπορεύματα εγκαταλείπουν την αποθήκη ή τον τόπο αποθήκευσης, το οποίο κατονομάζεται στο συγκεκριμένο Ναυλοσύμφωνο για την έναρξη της διέλευσης.

Ως σημείο τερματισμού, σύμφωνα με τις Ρήτρες 1/1/82, ορίζεται «το σημείο κατά την παράδοση στον παραλήπτη ή σε άλλη τελική αποθήκη». Έτσι, λοιπόν, όταν το εμπόρευμα φτάσει στην τελική αποθήκη του Ασφαλισμένου, η ασφαλισμένη διαμετακόμιση λήγει. Συνεπώς, σε περίπτωση ζημίας κατά την εκφόρτωση του φορτηγού ή το άνοιγμα-άδειασμα του εμπορευματοκιβωτίου, ο Ασφαλισμένος δεν έχει το δικαίωμα αξίωσης, καθώς ο κίνδυνος έχει ήδη τερματιστεί.

Πηγές

  • truckinsurance.gr.
  • www.dripcapital.com/resources/blog/marine-insurance-meaning-types-benefits#1.
  • Dinkiso, D. International Trade Law, Academia, σελ. 1-7.
  • focusbrokers.gr/plirofories-asfalisis-metaforon.
  • Cargo Claims and Recoveries, Module 3, Lloyd’s Agency. σελ. 7.
  • www.if-insurance.com/globalassets/industrial/files/marine-cargo/institute-clauses/institute-cargo-clauses-b-2009.pdf.
  • Mutenga, S. & Parsons, C. (2012). Marine Insurance. In “The Rise of Lloyd’s and the London Insurance Market”. σελ. 463.
  • medium.com/@rsandy027/marine-insurance-for-exporters-why-and-what-are-the-types-e0e6f9543cb.
  • Cargo Claims and Recoveries, Module 3, Lloyd’s Agency. σελ. 33-37.

Δείτε εδώ όλες τις προηγούμενες εργασίες.


Ακολουθήστε την ασφαλιστική αγορά στο Google News

Εγγραφείτε στο NewsLetter μας