Άρθρα

O Εric Kleijnen, CEO της ΑΧΑ Ασφαλιστικής, για το ρόλο της ιδιωτικής ασφάλισης

Στις πολύ ενδιαφέρουσες απόψεις που εξέφρασε –και καταγράψαμε στο τεύχος Ιουνίου της «Α.Α.»– ο CEO του Ομίλου AXA, κ. Henri de Castries, προσθέτουμε και το σχόλιο του κ. Εric Kleijnen, CEO της ΑΧΑ Ασφαλιστικής:

«Οι απόψεις του Διευθύνοντος Συμβούλου του Ομίλου ΑΧΑ, Henri de Castries, με βρίσκουν σύμφωνο. Το όραμα και οι προτεραιότητες είναι κοινά μεταξύ των ανώτερων διευθυντικών στελεχών του Ομίλου, όπως ανέφερε και ο κ. de Castries.
Είναι σίγουρο ότι τα διάφορα στοιχεία στα οποία αναφέρθηκε, θα επηρεάσουν την Ασφάλιση με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο. κάποια από αυτά σε πολύ σημαντικό βαθμό, αλλά σε διαφορετικά επίπεδα πιθανότητας.
Άλλωστε, ανοικτά παραμένουν ακόμα μερικά κρίσιμα ερωτήματα. Για παράδειγμα, η μελλοντική τοποθέτηση που αναμένεται από την ασφαλιστική βιομηχανία ή που θα της επιβληθεί από την κοινωνία, αλλά και το πώς τα διαφορετικά συστατικά της αλλαγής θα συνδυαστούν, ειδικά αν λάβουμε υπόψη μας ότι τα πρότυπα εξέλιξης, ακόμα και εάν κινούνται στις ίδιες διαρθρωτικές κατευθύνσεις, παρόλα αυτά θα επηρεάζονται από την τοπική πραγματικότητα (κοινωνική, κανονιστική, οικονομική, διανομής, ωριμότητας της αγοράς, κ.λπ.).
Όσον αφορά την τοποθέτηση της ασφαλιστικής βιομηχανίας ως προς τη μελλοντική πραγματικότητα, ο ρόλος της ιδιωτικής ασφάλισης στην κάλυψη παγκόσμιων κοινωνικών αναγκών θα επεκταθεί συνολικά, αλλά αυτό δεν θα γίνει χωρίς δεσμεύσεις και περιορισμούς, που θα επιβληθούν στο βαθμό ελευθερίας που θα δοθεί στην ασφαλιστική βιομηχανία.
Το ερώτημα που βρίσκεται πίσω από αυτό αφορά στην ικανότητα των πολιτικών σε μια δημοκρατία, της δημόσιας διοίκησης, των ρυθμιστικών αρχών και των ομάδων υπεράσπισης δικαιωμάτων, να ισορροπήσουν καταλλήλως και να διαπραγματευτούν αυτούς τους περιορισμούς και τις δεσμεύσεις, με όρους οικονομικής και κοινωνικής αποτελεσματικότητας.
Ένα άλλο ζήτημα είναι η ικανότητα συνδυασμού των βέλτιστων επιπέδων καθαρής θέσης (και του σχετικού κεφαλαιακού κόστους), των κανονισμών (προσθήκη πολλαπλών στρωμάτων περιττών διαδικασιών, ελέγχων και υποβολής εκθέσεων) με τη συνεχή προσδοκία της κοινωνίας και των πελατών για υψηλότερες εγγυήσεις, βελτιωμένη ασφάλεια και χαμηλότερη τιμολόγηση.
Θα μπορούσα να δώσω και συγκεκριμένα παραδείγματα του τι εννοώ με το παραπάνω, μιλώντας ουσιαστικά για “εξισορρόπηση αντίθετων θέσεων”. Ισχύει το ίδιο και για τον καθένα μας, που ενεργεί τόσο ως καταναλωτής όσο και ως εργαζόμενος: με την πρώτη μας ιδιότητα, θέλουμε όλο και μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα/ ανταγωνισμό από τις εταιρείες και βελτίωση των όρων αγοράς, ώστε να αυξηθεί η αγοραστική μας δύναμη και η ασφάλειά μας. Ως εργαζόμενοι, θέλουμε βελτίωση των εισοδημάτων μας, των συνθηκών εργασίας και της ασφάλειάς μας, τα οποία επιβαρύνουν το κόστος δομών των εταιρειών που παρέχουν ό,τι αγοράζουμε ως καταναλωτές.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα, περισσότερο σχετικό με την ασφάλιση, είναι η τιμολόγηση έναντι της προστασίας των προσωπικών δεδομένων. Την ίδια στιγμή, ως καταναλωτές, απαιτούμε να μην υπάρχουν διακρίσεις για συγκεκριμένες κατηγορίες ανθρώπων, ενώ θα πληρώνουμε το ασφάλιστρο που θα αντιπροσωπεύει τον κίνδυνο που μας αναλογεί, μειώνοντας έτσι το επίπεδο της ισομερούς κατανομής των κινδύνων. Θέλουμε τον περιορισμό, αν όχι την απαγόρευση της χρήσης κριτηρίων, όπως το φύλο, η ηλικία, η αναπηρία, κ.λπ., στην τιμολόγηση και την ανάληψη των κινδύνων. Αν υποθέσουμε ότι παίρνουμε αυτούς τους περιορισμούς ως δεδομένους, τότε οι ασφαλιστές θα πρέπει να έχουν πρόσβαση σε πιο συγκεκριμένα προσωπικά στοιχεία, ώστε να κατευθύνονται περισσότερο με βάση πληροφορίες για τη συμπεριφορά του υποψήφιου για ασφάλιση και όχι με βάση πληροφορίες για την κατηγορία στην οποία εντάσσεται (π.χ. άνδρας, μεσήλικας) …όταν αυτό το τελευταίο συνεχώς εμποδίζεται και περιπλέκεται από όλο και πιο αυστηρή (και κοστοβόρα) νομοθεσία, την οποία υποστηρίζουν και τα “λόμπυ για την προστασία της ιδιωτικής ζωής”».

  • Θεωρούμε ότι σαφώς προκύπτει από την τοποθέτηση του κ. Kleijnen, ο προβληματισμός και η ανησυχία μήπως, σε ευρωπαϊκό επίπεδο και άρα και σε τοπικό, καταλήξει η αγορά και τα μέλη της να αναλώνεται στα διαχειριστικά ζητήματα, αποτυγχάνοντας έτσι να ανταποκριθεί έγκαιρα και αποτελεσματικά στην πραγματική ζήτηση που εκφράζεται από τις κοινωνίες και στις διαφοροποιούμενες ανάγκες. Σαφώς δεν είναι μόνος του σε αυτούς τους προβληματισμούς.

 

Εγγραφείτε στο NewsLetter μας