Ι. Μούντζιος: Καινοτόμος Ανοσοθεραπεία για Επιθετική Μορφή Καρκίνου του Πνεύμονα – Με ελληνική σφραγίδα

Ι. Μούντζιος: Καινοτόμος Ανοσοθεραπεία για Επιθετική Μορφή Καρκίνου του Πνεύμονα - Με ελληνική σφραγίδα

Του κ. Ιωάννη Μούντζιου,
Παθολόγου Ογκολόγου,
Διευθυντή Δ΄ Ογκολογικής Κλινικής και Μονάδας Κλινικών Μελετών, Νοσοκομείο Ερρίκος Ντυνάν.

Ο μικροκυτταρικός καρκίνος αποτελεί μία σπάνια αλλά και επιθετική μορφή καρκίνου του πνεύμονα, η οποία ευθύνεται για το 15-20% των νέων διαγνώσεων στη χώρα μας και παγκόσμια. Η ονομασία του οφείλεται στο γεγονός ότι τα καρκινικά κύτταρα στο ηλεκτρονικό μικροσκόπιο έχουν μικρό μέγεθος. Στη μεγάλη πλειοψηφία των περιπτώσεων αφορά πρώην ή ενεργούς καπνιστές και ασθενείς άνω των 60 ετών, όμως, σε ένα μικρό ποσοστό των περιπτώσεων (5-10%), μπορεί να νοσήσουν και ασθενείς χωρίς ιστορικό καπνίσματος ή και σε νεότερες ηλικίες.

Η επιθετικότητα αυτής της μορφής καρκίνου οφείλεται στο γεγονός ότι τα καρκινικά κύτταρα πολλαπλασιάζονται ταχύτατα και μπορούν να εμφανίσουν ταχύτατα αιματογενή διασπορά και μεταστάσεις σε άλλα όργανα, όπως οι λεμφαδένες, το ήπαρ, τα οστά και ο εγκέφαλος. Η μεγάλη δυσκολία στη θεραπευτική του αντιμετώπιση έγκειται, επίσης, στο γεγονός ότι στον μικροκυτταρικό καρκίνο δεν υπάρχει η δυνατότητα χορήγησης μοριακών (στοχευμένων όπως λέμε) θεραπειών, που είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικές στην άλλη κατηγορία, αυτή του μη μικροκυτταρικού καρκίνου του πνεύμονα, με αποτέλεσμα η χημειοθεραπεία να είναι η μόνη ουσιαστικά δραστική θεραπεία. Δυστυχώς, όμως, στον μικροκυτταρικό καρκίνο πνεύμονα, μετά από μια αρχική περίοδο ανταπόκρισης στη χημειοθεραπεία, που διαρκεί συνήθως κάποιους μήνες, εμφανίζεται ανθεκτικότητα των κυττάρων στη χημειοθεραπεία, με αποτέλεσμα υποτροπή της νόσου και εμφάνιση νέων μεταστάσεων, με μια ιδιαίτερη προτίμηση στον εγκέφαλο. Η πρόγνωση των ασθενών μετά την εμφάνιση της υποτροπής είναι ιδιαίτερα δυσμενής, με μια διάμεση επιβίωση της τάξης των 6-8 μηνών.

Πώς οι “T-cell engagers” επαναστατούν στη θεραπεία

Η πρόοδος της επιστήμης της ανοσολογίας του καρκίνου οδήγησε στην ανακάλυψη μηχανισμών με τους οποίους τα κύτταρα του ανοσοποιητικού μας συστήματος μπορούν να αναγνωρίζουν και στη συνέχεια να επιτίθενται στα καρκινικά κύτταρα. Στην περίπτωση του μικροκυτταρικού καρκίνου του πνεύμονα, με τη βοήθεια της βιοτεχνολογίας δημιουργήθηκε μια κατηγορία φαρμάκων που ονομάζονται “T-cell engagers” και τα οποία έχουν τη μοναδική ιδιότητα να φέρνουν σε επαφή τα Τ-λεμφοκύτταρα, που είναι οι “στρατιώτες” του ανοσοποιητικού μας συστήματος, με τα κύτταρα του μικροκυτταρικού καρκίνου, οδηγώντας στην καταστροφή τους. Το πρώτο τέτοιο “έξυπνο” μόριο, με την ονομασία Tarlatamab, δοκιμάστηκε αρχικά σε μελέτες φάσης 2 σε βαριά προθεραπευμένους ασθενείς με μεγάλο φορτίο νόσου (ηπατικές, εγκεφαλικές μεταστάσεις) και έδειξε σημαντική δραστικότητα (συρρίκνωση του όγκου) στο 40% των περιπτώσεων και ακόμη περισσότερο, μια διάμεση επιβίωση πάνω από ένα έτος, ακόμη και σε ασθενείς που είχαν λάβει πολλαπλές γραμμές θεραπείας. Τα ελπιδοφόρα αυτά αποτελέσματα οδήγησαν σε μια μεγάλη παγκόσμια μελέτη φάσης 3, στην οποία το Tarlatamab συνεκρίθη με την καθιερωμένη χημειοθεραπεία δεύτερης γραμμής σε ασθενείς με μεταστατικό μικροκυτταρικό καρκίνο πνεύμονα, που είχαν λάβει προηγουμένως χημειοθεραπεία και απλή ανοσοθεραπεία ως αρχική θεραπεία για τη νόσο τους.

Τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης, που παρουσιάστηκαν στις 2 Ιουνίου στο Αμερικανικό Συνέδριο Ογκολογίας και ταυτόχρονα δημοσιεύτηκαν στο σημαντικότερο Ιατρικό Περιοδικό του κόσμου “The New England Journal of Medicine”, ήταν εντυπωσιακά:

Η θεραπεία με Tarlatamab οδήγησε σε σημαντική παράταση της επιβίωσης, που έφτασε τους 13,6 μήνες σε σύγκριση με μόλις 8,3 μήνες με την κλασική χημειοθεραπεία, το οποίο ισοδυναμεί με 40% μείωση του σχετικού κινδύνου θανάτου από τη νόσο.

Ακόμη πιο ενδιαφέρον ήταν το γεγονός ότι ένα ποσοστό ασθενών πέτυχε μακρά επιβίωση, που σε ορισμένες περιπτώσεις ξεπέρασε τα δύο χρόνια. Ιδιαίτερα σημαντικό είναι, επίσης, ότι η νέα θεραπεία φάνηκε να είναι καλύτερα ανεκτή από τη χημειοθεραπεία και να μειώνει σημαντικά τα ποσοστά εμφάνισης ιδιαίτερα επιβαρυντικών συμπτωμάτων των ασθενών, όπως η δύσπνοια, ο βήχας και το θωρακικό άλγος. Τα ελπιδοφόρα αυτά αποτελέσματα οδήγησαν στην ταχύτατη (breakthrough) έγκριση του φαρμάκου στις ΗΠΑ και σε άλλες χώρες του κόσμου (Καναδάς, Βραζιλία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ιαπωνία, Αυστραλία), ενώ η έγκριση του φαρμάκου στην Ευρώπη και τη χώρα μας αναμένεται εντός του 2026.

Ένα νέο κεφάλαιο για την ελληνική ογκολογία

Η χώρα μας πρωτοστάτησε σε αυτή τη σημαντικότατη επιστημονική εξέλιξη. Πολλά ελληνικά κέντρα συμμετείχαν στην κλινική μελέτη, με το νοσοκομείο Ερρίκος Ντυνάν και τον υπογράφοντα ως κύριο ερευνητή να βρίσκονται στην πρώτη θέση παγκοσμίως σε αριθμό ένταξης ασθενών, μπροστά από φημισμένα νοσοκομεία, όπως το Memorial Cancer Center της Νέας Υόρκης και το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Σανγκάης. Ενδεικτικό της ελληνικής σφραγίδας στην έρευνα είναι, άλλωστε, το γεγονός ότι στην επιστημονική δημοσίευση στο New England Journal of Medicine, η παρουσίαση της διεθνούς ερευνητικής ομάδας ανοίγει με τον υπογράφοντα.

Τα παραπάνω αποδεικνύουν περίτρανα τη δυναμική των ελληνικών ερευνητικών κέντρων, που δεν έχουν τίποτε να ζηλέψουν σε δυνατότητες, υποδομή και, κυρίως, σε πρόσβαση σε καινοτόμα φάρμακα, σε σχέση με τα καλύτερα πανεπιστήμια του εξωτερικού, και σηματοδοτούν έναν πρωταγωνιστικό ρόλο για την Ελληνική Ογκολογία.


Ακολουθήστε την ασφαλιστική αγορά στο Google News