Το Συμφέρον του Πελάτη πάνω από το Δικαίωμα και του Διαμεσολαβητή

Γράφει ο κ. Χρήστος Χρυσολόγου,
Επικεφαλής Επιθεώρησης της Εθνικής Ασφαλιστικής.
Το θέμα του «δικαιώματος συμβολαίου» έχει απασχολήσει κατ’ επανάληψη την ασφαλιστική αγορά κατά το παρελθόν και έχει προκαλέσει τριβές μεταξύ των ασφαλιστικών εταιρειών και των συνεργατών τους ασφαλιστικών διαμεσολαβητών.
Η πρόσφατη απόφαση της διοίκησης της Εθνικής Ασφαλιστικής να επεκτείνει το «δικαίωμα συμβολαίου» και στα υπόλοιπα ετήσια ασφαλιστήρια υγείας και ιδίως στα ήδη υφιστάμενα χαρτοφυλάκια πυροδότησε και πάλι την αντιπαράθεση αυτή. Θα προσπαθήσω να συμβάλω στο δημόσιο διάλογο που ξεκίνησε, καταθέτοντας με νηφαλιότητα τις προσωπικές μου σκέψεις και απόψεις.
Καταρχάς, όπως έχει διατυπωθεί, το «δικαίωμα συμβολαίου» αποτελεί μια μακρόχρονη πρακτική της ασφαλιστικής αγοράς για την κάλυψη των εξόδων διαχείρισης, λειτουργίας και διοικητικής υποστήριξης των συμβολαίων και οι τυχόν αυξομειώσεις του δεν επηρέαζαν τον πελάτη αλλά το εισόδημα των συνεργατών, αφού τα ποσοστά προμηθειών υπολογίζονται επί του ποσού των καθαρών και μόνο ασφαλίστρων.
Σύμφωνα με όσα γνωρίζουμε, η απόφαση της Εθνικής Ασφαλιστικής στηρίχθηκε στα αποτελέσματα του χαρτοφυλακίου ετήσιων προγραμμάτων υγείας και στην ανάγκη ενιαίας μεταχείρισής τους. Η εταιρεία προσβλέπει στη βιώσιμη ανάπτυξη του οργανισμού και στην ελεγχόμενη αύξηση των εργασιών σε μακροχρόνιο ορίζοντα, χωρίς κινήσεις πρόσκαιρου εντυπωσιασμού και βραχυπρόθεσμων επιτυχιών.
Όπως είναι γνωστό, ο δείκτης ζημιών και το κόστος πρόσκτησης εργασιών αποτελούν κρίσιμα μεγέθη για τη λειτουργική κερδοφορία μιας ασφαλιστικής εταιρείας. Παράλληλα, αν το συνολικό ασφάλιστρο που εισπράττει η εταιρεία είναι ανεπαρκές, τότε η εταιρεία θα βρεθεί σε αδυναμία εκπλήρωσης των υποχρεώσεών της προς τους ασφαλισμένους της και στη συγκεκριμένη περίπτωση στην αδυναμία καταβολής αποζημιώσεων υγείας. Ουδείς βέβαια ισχυρίζεται ότι υφίσταται τέτοιος κίνδυνος για την Εθνική Ασφαλιστική, αλλά ο εξορθολογισμός των οικονομικών συντελεστών του σήμερα εγγυάται βιωσιμότητα των προγραμμάτων υγείας και προσφέρει καλύτερες συνθήκες προσφοράς ασφαλιστικών προγραμμάτων και διεύρυνσης του μεριδίου αγοράς αύριο. Παράλληλα, το κανάλι των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών της Εθνικής Ασφαλιστικής, ανεξάρτητων ή συνδεδεμένων, αποτελούσε και συνεχίζει να αποτελεί κυρίαρχο κανάλι διάθεσης ασφαλιστικών προγραμμάτων στην ελληνική αγορά.
Στην αλυσίδα εταιρεία-συνεργάτης-πελάτης υπήρχε πάντοτε η επιλογή της περαιτέρω αύξησης των ασφαλίστρων υγείας και η επιβάρυνση του τελικού καταναλωτή, νέου ή παλαιότερου, δηλαδή του πελάτη. Στην προκειμένη περίπτωση, η απόφαση της Εθνικής Ασφαλιστικής ουδόλως θίγει την τσέπη του πελάτη και αυτό δεν πρέπει να περνά απαρατήρητο. Όλοι γνωρίζουμε τις επιπτώσεις της συνεχούς αύξησης των ασφαλίστρων υγείας, κυρίως λόγω της αύξησης του κόστους νοσηλείας, που δεν εξαρτάται από τις ασφαλιστικές εταιρείες, και τις εν πολλοίς δικαιολογημένες αντιδράσεις των πελατών μας, αρκετοί από τους οποίους βρίσκονται εγκλωβισμένοι λόγω ηλικίας ή προβλημάτων υγείας και δεν μπορούν να αναζητήσουν εναλλακτικές λύσεις.
Κατανοώ ότι υφίστανται διαφορετικές προσεγγίσεις σε σχέση με τη συγκεκριμένη απόφαση μεταξύ ανεξάρτητων διαμεσολαβητών και εταιρικών δικτύων, παράλληλα όμως υφίστανται και διαφορετικές δυνατότητες. Στο σύνολό μας, όμως, και πέρα από επιμέρους διαφοροποιήσεις, συμβατικές ή μη, νομοθετικές ή μη, πρέπει να βλέπουμε τη μεγάλη εικόνα του ασφαλιστικού διαμεσολαβητή. Και η εικόνα αυτή δεν είναι η μεγιστοποίηση του δικού μας οικονομικού οφέλους, αλλά η κάλυψη των ασφαλιστικών αναγκών του πελάτη, με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και σύμφωνα με τις οικονομικές του δυνατότητες. Ιδιαίτερα ως ασφαλιστικοί πράκτορες, είμαστε υποχρεωμένοι να διαθέτουμε τα προγράμματα των εταιρειών με τις οποίες συνεργαζόμαστε και δεν διαμορφώνουμε όρους και ασφάλιστρα.
Ουδείς κατηγόρησε τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές ότι είναι οι υπαίτιοι των αρνητικών οικονομικών αποτελεσμάτων στον κλάδο υγείας, αντίθετα μάλιστα. Τα συμβόλαια υγείας που συνάπτονται μέσω ασφαλιστικών διαμεσολαβητών, έναντι των υπόλοιπων καναλιών πρόσκτησης εργασιών, έχουν μεγαλύτερη διατηρησιμότητα, και έχουν δομηθεί σύμφωνα με τις πραγματικές ανάγκες των πελατών. Αντίθετα, με την απόφασή της η Εθνική Ασφαλιστική μας καλεί να συμβάλουμε και εμείς, παράλληλα με τις υπόλοιπες παρεμβάσεις μείωσης των λειτουργικών εξόδων και ελέγχου των χρεώσεων, στον περιορισμό ή την εξάλειψη του αρνητικού δείκτη ζημιών.
Είναι απολύτως θεμιτό να διεκδικούμε ως ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές τα δικαιώματά μας και να προασπίζουμε το εισόδημά μας, αλλά στη βάση των μακροχρόνιων συνεργασιών μας και ουδέποτε σε βάρος των πελατών μας. Αν η απόφαση της Εθνικής Ασφαλιστικής άφηνε ανεπηρέαστα τα καθαρά ασφάλιστρα και επιβάρυνε το τελικό ποσό των ασφαλίστρων, δηλαδή τον πελάτη, θα είμασταν ευχαριστημένοι ως διαμεσολαβητές; Θα προτιμούσαμε να κρατήσουμε ανεπηρέαστες τις προμήθειές μας και, αφενός, να χάναμε κάποιους πελάτες που δεν θα μπορούσαν να ανταποκριθούν στη νέα αύξηση και, αφετέρου, να επιχειρηματολογούσαμε στους υπόλοιπους υπέρ της εταιρείας για την αναγκαιότητα αύξησης των ασφαλίστρων! Οξύμωρο! Η τοποθέτησή μας απέναντι στις αποφάσεις πρέπει να είναι συνεπής: πότε αντιδρούμε και πότε όχι και με ποια επιχειρηματολογία.
Τέλος, αυτό το οποίο ήθελα να καταθέσω ήταν το πιστεύω μου ως προς τις σχέσεις μας και τον ρόλο μας στην ασφαλιστική αγορά. Πιστεύω, λοιπόν, ακράδαντα ότι η ποιότητα των εργασιών μας, η περαιτέρω διείσδυσή μας στην αγορά, η δημιουργία σχέσεων εμπιστοσύνης με τους πελάτες μας και η ουσιαστική παρουσία μας δίπλα τους την ώρα του ζημιογόνου γεγονότος αποτελούν τις αναγκαίες προϋποθέσεις επιβίωσης και ανάπτυξής μας. Οι πρόσκαιρες αυξομειώσεις του εισοδήματός μας, όσο σημαντικές κι αν είναι, δίκαιες ή άδικες, δεν καθορίζουν ούτε το παρόν μας ούτε το μέλλον μας.
Ακολουθήστε την ασφαλιστική αγορά στο Google News








