Ο Στέφανος Στρέιτ και η «ΕΘΝΙΚΗ» Ασφαλιστική

Τώρα που η Εθνική Ασφαλιστική “περνάει” επισήμως στην Τράπεζα Πειραιώς, είναι χρήσιμο να θυμίσουμε και να θυμηθούμε –έστω για την… ιστορία– πώς και γιατί συστάθηκε το 1891 (με μετοχικό κεφάλαιο το αστρονομικό για την εποχή ποσό των 8 εκατ. δρχ.) και ποιος ήταν ο ρόλος του Στέφανου Στρέιτ στη δημιουργία της. Προς τούτο, παραθέτουμε το ακόλουθο απόσπασμα από την Έκδοση «Η Εθνική – Ιστορία δίχως προηγούμενο» (Αθήναι, 1968) του Συλλόγου Υπαλλήλων της Εθνικής Ασφαλιστικής:
«Πριν από το Εικοσιένα και επί 85 χρόνια οι Έλληνες, γένος ναυτίλων, όπως γράφει ο Ρενάν, δεν μπορούσαν να μη σκεφτούν την ασφάλιση των πλοίων τους και των αγαθών που μετέφεραν αυτά τα πλοία. Η Γαλλική Επανάστασις είχε ως αποτέλεσμα την άνοδο και την προκοπή της αστικής τάξεως. Είχε κιόλας γεννηθεί η κεφαλαιοκρατική οικονομία, και τα συνθήματα «Ελευθερία – ισότης – αδελφότης» αυτή την άνοδο ερμηνεύανε. Ούτε οι Έλληνες ναυτίλοι ούτε οι Έλληνες έμποροι είχαν αστοχήσει στη σωστή εκτίμηση της οικονομίας που διαμορφωνόταν. Υπήρχαν πια οι θεμελιακές προϋποθέσεις για την εισαγωγή και καθιέρωση του ασφαλιστικού θεσμού. Σκιά που ακολουθούσε το μεγάλο εμπόριο και τη μεγάλη βιομηχανική μονάδα ήταν ο ασφαλιστικός θεσμός. Τώρα πια, όμως, ο θεσμός θεμελιώνεται πάνω σε βάσεις επιστημονικές.
Ασφάλειες ζωής, ασφάλειες κατά κινδύνων πολέμου, ασφάλειες κατά της φωτιάς, ασφάλειες κινητών και ακινήτων, ασφάλειες κατά χαλάζης, κτηνασφάλειες, κοινωνικές ασφαλίσεις.
Ο Νεοελληνικός εμπειρισμός λογάριασε παρθένο το έδαφος και από το 1846 οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις πληθαίνουν. Από μία εμπεριστατωμένη μελέτη του κ. Κωνσταντίνου Κωστάκη πληροφορούμαι πως από το 1850 –ως τότε τον ελληνικό χώρο τον εκμεταλλεύονταν οι ξένες ασφαλιστικές εταιρείες– φθάσανε σε αριθμό που ανησύχησε κι αυτούς τους ίδιους τους ασφαλιστές. Το Εμπορικό Επιμελητήριο Πατρών ζήτησε από το κράτος, το 1861, να σταματήσει την παροχή αδειών για τη λειτουργία και άλλων ασφαλιστικών επιχειρήσεων. Κείνη τη στιγμή οι ελληνικές ασφαλιστικές επιχειρήσεις είχαν φτάσει τον αριθμό 62, και ήσαν κατεσπαρμένες σ’ όλη την επικράτεια, με προβάδισμα της Σύρας, που ήταν τότε το πρώτο εμπορικό, ναυτιλιακό και βιομηχανικό κέντρο του νέου Βασιλείου.
Στη Σύρα λειτουργούσαν 26, στην Πάτρα 19, στην Αθήνα 8, στον Πειραιά 2, στις Σπέτσες 2, και από μία στο Γαλαξίδι, Ιθάκη, Κεφαλλονιά και Ζάκυνθο. Πολλές! Για τούτο και δεν επιζήσανε, κι όσες παρατείνανε τον βίο τους κάνανε ασήμαντες δουλειές. Έτσι, φτάνομε στο 1891.
Η οικονομική κατάσταση της χώρας δεν ήταν καλή. Η πολιτική κατάσταση δεν ήταν καλύτερη. Όαση αποτελούσε η Εθνική Τράπεζα. Στα 1891 διοικητής ήταν ο Παύλος Καλλιγάς και υποδιοικητής, από το 1889, ο Στέφανος Ιωάννου Στρέιτ.
Ο Στρέιτ δεν μπήκε στην Τράπεζα ως υποδιοικητής, αλλά ως διευθυντής του υποκαταστήματος Λαμίας, στα 1872. Στα 1873 έγινε επιθεωρητής υποκαταστημάτων και, μετά 17 χρόνων υπαλληλική δραστηριότητα, στα 1889 εξελέγη από διευθυντής του δικαστικού, υποδιοικητής της Εθνικής Τραπέζης.
Ο Στέφανος Στρέιτ ήταν ένα κράμα Έλληνα και Γερμανού. Είχε την επιχειρηματική τόλμη του Έλληνα και τη σε βάθος γνώση του Γερμανού. Ήταν συστηματικός αλλά και οραματιστής. Έκλινε πάντα προς τους οραματισμούς, χωρίς ν’ αποσπάται και από την πραγματικότητα της τρεχούσης ώρας ή τα βιώσιμα κατάλοιπα του παρελθόντος. Ήταν συγκεντρωτικός, απόλυτος και ένιωθε απέχθεια για την πολυαρχία. Και ως υποδιοικητής και ως διοικητής της Εθνικής Τραπέζης και ως υπουργός των Οικονομικών, μετά τον κακότυχο πόλεμο του 1897, διοικούσε πραγματικά.
Όταν ανέλαβε διοικητής της Εθνικής Τραπέζης εκάλεσε τους δύο υποδιοικητάς, τον Ιωάννη Βαλαωρίτη και τον Ιωάννη Ευταξία, και τους είπε: «Πρέπει να γνωρίζετε, κύριοι, ότι εγώ διοικώ», και ορθώς ο Βλάσης Γαβριηλίδης, ο τότε πρύτανης του Ελληνικού Τύπου, έγραψε για την ανυψωθείσα από τον Στρέιτ Εθνική Τράπεζα: «Από της διοικήσεως της Εθνικής Τραπέζης υπό του Στεφάνου Στρέιτ μέχρι σήμερον δεν επροστάτευε πλέον το Κράτος την Τράπεζαν, αλλά η Τράπεζα το Κράτος. Δεν επάλευε η Τράπεζα πώς να σώση εαυτήν, αλλά πώς να σώση το Κράτος».
Ο Γαβριηλίδης τον είχε επονομάσει «Ο Διαισθανόμενος»! Και ως διαισθανόμενος, από της σκοπιάς του υποδιοικητού της Εθνικής Τραπέζης, είδε εις τις 62 ασφαλιστικές επιχειρήσεις που ανοιγόκλειναν, μέσα στα πλαίσια της Επικρατείας, έναν σοβαρότατο τομέα –τον ασφαλιστικό– σε χέρια κατά το μάλλον ανεύθυνα. Το αποτέλεσμα εδικαίωσε την κρίση του και τους φόβους του. Και όμως, παρ’ όλην αυτήν την ασφαλιστική αναρχία, έβλεπε ολοκάθαρα το μέλλον αυτού του τομέως και την τεραστία σημασία του στην υπηρεσία της Οικονομίας. Δεν επτοήθη καθόλου από τα προηγούμενα ατυχήματα σ’ όσους επιχείρησαν να διακονήσουν στον ασφαλιστικό τομέα. Δεν φοβήθηκε τη στενότητα των κεφαλαίων. Δεν τον τρόμαξε η έλλειψη επιστημονικά κατηρτισμένου ασφαλιστικού εμψύχου υλικού. Θέλοντας να προχωρήσει, είπε στον διοικητή της Εθνικής Τραπέζης, Παύλο Καλλιγά, ότι πρέπει να πέσει κανείς στη θάλασσα για να μάθει να κολυμπά. Ο Καλλιγάς βρήκε ορθούς τους στοχασμούς του Στεφάνου Στρέτ και κατενόησε όσο λίγοι τη σημασία του ασφαλιστικού τομέως για την οικονομία της χώρας· ο δε Στρέιτ, ο πατέρας της ιδέας, επίστευε ότι με τον επιστημονικά οργανωμένο Ασφαλιστικό Οργανισμό, η οικονομία αποκτά πρόσθετο πνεύμονα.
Ο Στέφανος Στρέιτ πίστευε στον ασφαλιστικό θεσμό και διαισθανόταν ευρύ και σπουδαίο το μέλλον της Ασφαλιστικής Επιχειρήσεως. Αλλά, όπως σ’ όλες του τις εκδηλώσεις και δραστηριότητες, από της ακαδημαϊκής έδρας μέχρι της εφηρμοσμένης Οικονομίας, ήταν κι εδώ συστηματικός. Αναζητούσε παντού τα στερεά θεμέλια κι εύρισκε αποκρουστικούς τους προχείρους εμπειρισμούς και τις τυχοδιωκτικές προχειρότητες.
Έτσι, το 1891, ο Παύλος Καλλιγάς ανακοίνωσε στη συνέλευση των Μετόχων της Εθνικής Τραπέζης, ότι η Τράπεζα ανέλαβε την πρωτοβουλία της ιδρύσεως της Ελληνικής Ασφαλιστικής Εταιρείας «Η ΕΘΝΙΚΗ» και έδωσε την ακόλουθον εξήγησιν:
«Η ανάγκη τοιαύτης εγχωρίου εταιρείας επί ασφαλών βάσεων θεμελιουμένης προ καιρού ήδη είχε καταστεί επαισθητή. Η δε ημετέρα Τράπεζα έκρινεν ότι λαμβάνουσα την πρωτοβουλίαν, τη συμπράξει και των λοιπών πιστωτικών ιδρυμάτων του τόπου, της συστάσεως τοιαύτης εταιρείας, ουσιωδώς υπηρετεί το κοινόν συμφέρον, ιδία διά της αποτροπής της εκ του τόπου εξαγωγής χρήματος, ην συνεπάγεται η ασφάλισις παρ’ αλλοδαπαίς εταιρείαις».
Κοντολογίς πραγματοποιήθηκε οικουμενική όλων των Τραπεζών για τη θεμελίωση της Ελληνικής Ασφαλιστικής Εταιρείας «Η ΕΘΝΙΚΗ». Άθλος εξαίρετος, που δεν ανήκει στην καθημερινότητα. Δικαιωματικά, η νέα εταιρεία πήρε το όνομα ΕΘΝΙΚΗ, γιατί θεμελιώθηκε με την πίστη και τη συμβολή όλης της οικονομίας, όλης της πίστεως.
Ευθύς αμέσως η σκέψη του Στεφάνου Στρέιτ εντοπίστηκε στον δύσκολο τομέα του εμψύχου υλικού, που θα καθόριζε την ακολουθητέα πορεία της νέας εταιρείας και θα υπηρετούσε τα συμφέροντά της, καθώς και τα συμφέροντα των ασφαλιζομένων.
Η ίδρυση της ΕΘΝΙΚΗΣ υπήρξε το οικονομικό γεγονός της εποχής, το καταπληκτικό γεγονός στα ελληνική οικονομικά χρονικά. Το ύψος των κεφαλαίων που κατετέθησαν και το κύρος των ιδρυτών και των πρώτων μετόχων προοιωνίζανε το μέλλον της, που τα 80 περίπου χρόνια που διαρρεύσανε από τότε δεν διαψεύσανε.
Οι ιδρυταί
- ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ.
- ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ.
- ΤΡΑΠΕΖΑ ΗΠΕΙΡΟΘΕΣΣΑΛΙΑΣ.
- ΓΕΝΙΚΗ ΝΗΣΙΩΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ.
- ΤΡΑΠΕΖΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ.
Καθεμία από τις τράπεζες αυτές παρεχώρησε ένα τμήμα της ιδρυτικής της συμμετοχής σε διάφορα πρόσωπα μεγάλου κύρους, όπως ο Στέφανος Στρέιτ, ο Στέφανος Σκουλούδης, ο Παύλος Καλλιγάς, ο Α. Σιμόπουλος, ο Γ. Αθηνογένης, ο Δ. Νεγρεπόντης κ.ά.
Το μετοχικό κεφάλαιο της «ΕΘΝΙΚΗΣ» είχεν ορισθή σε 8.000.000 δρχ., δηλαδή 320.000 λίρες Αγγλίας. Μόνον αν σκεφθεί κανείς ότι τα κεφάλαια της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος όταν ιδρύθη ήταν 4.000.000 δραχμές, της Τραπέζης Αθηνών που ιδρύθηκε το 1893, 10.000.000 δρχ., της Λαϊκής Τραπέζης, που ιδρύθηκε το 1905, 1.500.000 δρχ., και της Εμπορικής Τραπέζης, που ιδρύθηκε το 1907, 3.500.000 δρχ., θα κατανοήσει τι εσήμαινε, το 1891, ένα κεφάλαιο 8.000.000 δρχ. και τι σημαίνανε οι Τράπεζες που ίδρυσαν την ΕΘΝΙΚΗ και ποια σημασία είχαν τα πρόσωπα του πρώτου διοικητικού συμβουλίου της. Τα παραθέτουμε: Στέφανος Στρέιτ, επί 20ετία Πρόεδρος, Γ. Αθηνογένης, Ι. Βαλαωρίτης, Αλκ. Κρασσάς (ο κυριότερος συντάκτης του ελληνικού νόμου περί ασφαλιστικών επιχειρήσεων), Α. Σιμόπουλος, Ι. Ευταξίας, Δ. Μάξιμος και Ζαφ. Μάτσας.
Μεταξύ των πρώτων
υπαλλήλων που επελέγησαν ήταν ο Ιωάννης Χαλκοκονδύλης, απόφοιτος του Πανεπιστημίου του Γκρατς, της Σχολής Κοινωνιολογίας, και ο Σπύρος Παπαφράγκος.
Ο Στέφανος Στρέιτ απησχολήθη πολύ με την εύρεσιν του καταλλήλου προσώπου, στο οποίον θα ανετίθετο η Γεν. Διεύθυνση και με τον ρεαλισμό που τον εχαρακτήριζε δεν δυσκολεύθηκε να μετακαλέση τον Ιταλό επιστήμονα ασφαλιστή, τον Ερρίκον Ποντρεμόλι, ηλικίας 36 ετών, που οργάνωσε την ΕΘΝΙΚΗ κατά τα πρότυπα των μεγάλων ασφαλιστικών εταιρειών της Ευρώπης και έμεινε επικεφαλής του νέου οργανισμού, μία επταετία περίπου».
Ακολουθήστε την ασφαλιστική αγορά στο Google News








