Άρθρα

Η ασφαλιστική αγορά χωρίς λεοντή (Στη μνήμη του Βασίλειου Ι. Χαρδαλιά)

Όλοι εμείς στην «Ασφαλιστική Αγορά» και στο “Financial Forum” αποχαιρετούμε με θλίψη τον αείμνηστο Βασίλειο Χαρδαλιά*, έναν σπουδαίο άνθρωπο της ελληνικής ασφαλιστικής βιομηχανίας, που την υπηρέτησε με αφοσίωση και συνέπεια.

Είχαμε την τιμή να τον γνωρίσουμε και να συνεργαστούμε μαζί του στην έκδοση του βιβλίου του «Η Πρόληψη και η Διαχείριση της Ασφαλιστικής Ζημίας».
Αναδημοσιεύουμε στη μνήμη του ένα άρθρο του (δημοσιεύτηκε στο τ. Μαρτίου 2015 της «Α.Α.»), μικρό μόνο δείγμα των γνώσεων, της καθαρής του ματιάς, της αγάπης του στην ελληνική ασφαλιστική αγορά, αλλά και της αγωνίας που τον διακατείχε για το μέλλον της:

«Η Ελλάδα όπου κι αν ταξιδέψω με πληγώνει».

Τον εμπνευσμένο και περιεκτικό αυτό στίχο του μεγάλου μας ποιητή και καλού Έλληνα Γ. Σεφέρη, εάν λίγο τον τροποποιήσουμε και τον διαβάσουμε «η ασφαλιστική αγορά, όπου κι αν την ψάξω, με πληγώνει», θα έχουμε την πλήρη και αντικειμενική απεικόνιση της σημερινής ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς, την αποκαλούμενη πάλαι ποτέ ασφαλιστική βιομηχανία.

Πράγματι, η ελληνική ασφαλιστική αγορά, από την ίδρυσή της και πριν λίγα μόλις χρόνια, διακρινόταν για τη δυναμική της παρουσία στην οικονομική ζωή της χώρας.

Την ξεχώριζε η επαγγελματική συγκρότηση, η κατάρτιση επιχειρηματιών και εργαζομένων, η κοινή προσπάθεια επιμόρφωσης των στελεχών, η κοινωνική διείσδυση διά της κοινωνικής προσέγγισης του καταναλωτικού κοινού, η διεύρυνση και αέναη βελτίωση της γκάμας των ασφαλιστικών προϊόντων, η αναπτυξιακή επενδυτική πολιτική, η διαρκώς βελτιούμενη αξιολόγηση των αντασφαλιστών, το όχι άκοπο αλλά σημαντικό επιχειρηματικό κέρδος και, βέβαια, η πολύ σημαντική συνεισφορά στην εθνική οικονομία και, κυρίως, στην ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας, σε μια αγορά με περιορισμένα πάντα κεφάλαια επένδυσης και κίνησης.

Η υγιής αυτή επαγγελματική κατάσταση θα ήταν παράξενο να μην αποτελέσει πρόκληση εκμετάλλευσης σε κερδοσκόπους, καιροσκόπους περιστασιακούς, αμαθείς και φιλόδοξους νεοφώτιστους, αλλά και παλαιότερους επιχειρηματίες. Μία αγέλη από όλο αυτό το προαναφερόμενο σινάφι εισέβαλε πριν λίγα χρόνια στο επάγγελμα, με σκοπό βέβαια να το ασκήσουν ανορθόδοξα και ψευδεπίγραφα, βασιζόμενοι σε επικοινωνιακά και ακόμα χειρότερα τεχνάσματα, αγνοώντας τις αρχές, την επιστήμη και πρακτική της ιδιωτικής ασφάλισης, μηδέ εξαιρουμένης της στοιχειώδους δεοντολογίας. 

Την ίδια περίοδο, παρατηρήθηκε η συμπτωματική αποχώρηση από το επάγγελμα σημαντικών παραδοσιακών επιχειρηματιών και στελεχών της ασφαλιστικής βιομηχανίας. Ταυτόχρονα, έχουμε την αλλαγή του εργασιακού και επιχειρηματικού κατεστημένου, η οποία ξεκίνησε με τις πλέον καλές προϋποθέσεις και, δυστυχώς, εξελίχθηκε σε αντιαναπτυξιακό παράγοντα.

Δυστυχώς, η κακή πορεία της ασφαλιστικής μας αγοράς συνεχίζεται, για να φθάσουμε στο κομβικό σημείο της κρίσης 2009.

Κάποια στιγμή, ασφαλώς καλοπροαίρετα, η αρμόδια Αρχή αναθέτει την εποπτεία της ασφαλιστικής αγοράς στην Τράπεζα της Ελλάδος.

Η εποπτεύουσα Τράπεζα ανέλαβε όντως με συνέπεια την αποστολή της αυτή και οργάνωσε τον ελεγκτικό της μηχανισμό, όπως άλλωστε αναμενόταν, επί τη βάσει τραπεζιτικών αρχών και κανόνων, πλην όμως αδόκιμων και ακατάλληλων για το ασφαλιστικό επάγγελμα. Η προσπάθεια αυτή, για τον σημαντικό αυτόν λόγο, δεν απέδωσε τα αναμενόμενα. Στην πραγματικότητα, αντί να εξυγιανθεί και να αναπτυχθεί η αγορά, το μόνο που επιτεύχθηκε είναι να δυσχερανθεί η λειτουργία της.

Η προαναφερόμενη αναποτελεσματικότητα οφείλεται κατά κύριο λόγο στο ότι αγνοήθηκε η ειδοποιός διαφορά που υπάρχει μεταξύ του τραπεζιτικού και ασφαλιστικού επαγγέλματος. Βέβαια, εκ πρώτης όψεως και δικαιολογημένα για τους μη έχοντες σχέση με τα εν λόγω επαγγέλματα, δημιουργείται και σχεδόν έχει επικρατήσει, όχι απλώς η εντύπωση αλλά η βεβαιότητα, ότι πρόκειται περί δύο συναφών επαγγελμάτων. Η ταύτιση αυτή είναι σαφώς ψευδεπίγραφη, καθόσον οι διαφορές είναι σημαντικές και καθοριστικές, πλην όμως δεν είναι του παρόντος να αναλυθούν τα χαρακτηριστικά αυτά.

Στη συνέχεια όλων αυτών των αντίξοων συνθηκών επέδρασε και η οικονομική κρίση της πραγματικής οικονομίας, η οποία αναπόφευκτα επέδρασε αρνητικά σε κάθε επαγγελματική δραστηριότητα, κάτι που δεν ήταν δυνατόν να αποφύγει και η ασφαλιστική αγορά.

Η αποβιομηχάνιση της χώρας σε πολύ μεγάλο βαθμό, η εισοδηματική περιστολή αμοιβών, μισθών συντάξεων και λοιπών εισοδημάτων, οδήγησε στη δραστική μείωση της ασφαλιστικής δαπάνης του καταναλωτικού κοινού. Το αποτέλεσμα αυτό σε περιπτώσεις οικονομικών κρίσεων είναι αυτονόητο και αναμενόμενο, καθόσον η εν λόγω δαπάνη είναι μεταξύ των πρώτων που περικόπτονται ή/και αναβάλλονται, ή/και παγώνουν. Τούτο συμβαίνει, διότι οι δυσμενείς επιπτώσεις από την ανυπαρξία ασφαλιστικών καλύψεων δεν είναι ούτε εμφανείς ούτε άμεσες˙ για πολλούς, δε, ούτε αναμενόμενες, ενώ το μεγάλο μέρος αυτών δεν έχουν τον χαρακτήρα της υποχρεωτικότητας.

Η προαναφερόμενη κατάσταση της αγοράς είχε ως αποτέλεσμα τη συρρίκνωση των προαναφερόμενων και προτεινόμενων ασφαλιστικών προϊόντων σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα. Η μείωση της ζήτησης ασφαλιστικών προϊόντων ήταν εντονότατη, γεγονός που οδήγησε δραστήριους και επικερδείς ασφαλιστικούς κλάδους να χαρακτηρίζονται παθητικοί έως και μη εμπορεύσιμοι.

Το φαινόμενο γίνεται ακόμη πιο απογοητευτικό, όταν αναλογιστεί κανείς ότι βασικός συντηρητής της ασφάλισης πραγμάτων ανεδείχθη ο χαρακτηριζόμενος στο παρελθόν ζημιογόνος κλάδος αυτοκινήτων και αυτό λόγω του υποχρεωτικού χαρακτήρα της κάλυψης.

Κάτω από όλες αυτές τις αλλεπάλληλες αρνητικές έως καταστροφικές συνθήκες, ήταν αναπόφευκτο να προκύψει και άλλη μία πολύ σοβαρή, η συρρίκνωση των εν γένει ασφαλιστικών επιχειρήσεων, αλλά πρωτίστως των ασφαλιστικών εταιρειών.

Ο αριθμός των ασφαλιστικών εταιρειών, μέχρι πριν κάποια χρόνια, ήταν τριψήφιος με αναπτυξιακές τάσεις και όχι μόνο, ενώ στις μέρες μας δεν είναι παρά ένας χαμηλός διψήφιος αριθμός, που μόλις ξεπερνά τα δάκτυλα των δύο χεριών, χωρίς ελπιδοφόρα προοπτική. Σύμφωνα με την ΕΑΕΕ, ο προαναφερόμενος αριθμός είναι μεγαλύτερος, πλην όμως στο παρόν γίνεται λόγος για τις ασφαλιστικές εταιρείες που είναι σε θέση ακόμα, αλλά και το επιθυμούν, να λειτουργούν δεοντολογικά σωστά έναντι των ασφαλισμένων, αλλά που έχουν και τη θέληση και τη δυνατότητα συμμόρφωσης με τα διεθνώς καθιερούμενα ασφαλιστικά πράγματα.

Η εικόνα της ασφαλιστικής μας αγοράς γίνεται χειρότερη έως αποκρουστική, γιατί οι λόγοι που μπήκαν τα δεκάδες λουκέτα σε εντυπωσιακές πόρτες και κάτω από τεράστιες ταμπέλες δεν είναι καν εμπορικοί, αλλά κατά κύριο λόγο επαίσχυντοι, ατιμωτικοί και απαράδεκτοι. Οι χαρακτηρισμοί αυτοί δεν είναι ούτε ψευδείς ούτε υπερβολικοί, αν αναλογισθεί κανείς ότι οι μεγάλες, σημαντικές και πολλαπλές περιπτώσεις πτωχεύσεων και όχι μόνο χαρακτηρίσθηκαν από τα ποινικά δικαστήρια ως οικονομικά εγκλήματα.

Οι φωνές απόγνωσης των πρώην ασφαλισμένων και εξαπατηθέντων των αμαρτωλών επιχειρήσεων που προαναφέρθηκαν επιβεβαιώνουν του λόγου το αληθές. Για πρώτη φορά στην ιστορία της, η ασφαλιστική μας αγορά βρίσκεται εναγκαλισμένη με όλες τις διαβαθμίσεις του ποινικού Νόμου, διαθέτοντας κατάδικους, υπόδικους, φυγόδικους, κ.λπ.

Καθοριστική συνέπεια του κλίματος αυτού είναι η απώλεια της αξιοπιστίας όλων ανεξαιρέτως των φυσικών και νομικών προσώπων του επαγγέλματος, σε μεγάλο βαθμό, χωρίς ασφαλώς να είναι όλοι υπαίτιοι του θλιβερού αυτού αποτελέσματος.

Μία πρώτη και σημαντική επίπτωση του βεβαρυμμένου αυτού επαγγελματικού περιβάλλοντος είναι η αδυναμία να σχεδιασθούν και να προβληθούν νέα, προσαρμοσμένα στους καιρούς, ασφαλιστικά προϊόντα. Όπως είναι αυτονόητο, δεν υπάρχουν επίσης ούτε προθέσεις ούτε δυνατότητες για παραγωγικές, μορφωτικές και έστω επιμορφωτικές επενδύσεις προσωπικού, εξοπλισμού, κ.λπ., έστω και αν οι πηγές υπάρχουν και παραμένουν αναξιοποίητες.

Οι απαξιωτικές συνιστώσες που συνθλίβουν την ιδιωτική ασφάλιση δεν τελειώνουν με τα όσα προαναφέρθηκαν. Ασφαλώς υπάρχουν και άλλες αιτίες και άλλες αφορμές, που είναι πιθανόν περιορισμένης σημασίας, πλην όμως συμπληρωματικά και αθροιστικά μεγιστοποιούν στο έπακρο τις προαναφερόμενες. Ενδεικτικά μπορούν να αναφερθούν οι διαφημιστικές καμπάνιες των περισσότερων ασφαλιστικών εταιρειών, που προβάλλονται στον κλαδικό τύπο και στην τηλεόραση, με κύρια θέματα: επιτευχθέντα κατά δήλωση οικονομικά και παραγωγικά επιτεύγματα, αποζημιώσεις που κατεβλήθησαν, διοργανώσεις εκδηλώσεων και ταξιδιών στο εξωτερικό βραβευμένων συνεργατών και άλλα παρόμοια. Όλα αυτά, βέβαια, περιβεβλημένα αδιάντροπα και έντεχνα τη λεοντή του επικοινωνιακού λόγου και της εικόνας. Το γεγονός αυτό και μόνο αποδεικνύει αβίαστα ότι το παρόν και το μέλλον του επαγγέλματος βρίσκεται σε τέλμα, χωρίς καμία ένδειξη ότι αγγίζει τον πυθμένα αυτού.

Η πιο πάνω περιγραφόμενη κακή κατάσταση της ασφαλιστικής μας αγοράς δεν σημαίνει ότι χάθηκε κάθε ελπίδα διάσωσης. Το πολλαπλά επιστημονικό, το προνομιακό και κοινωνικό αλλά και κερδοφόρο αυτό επάγγελμα ασφαλώς χρειάζεται για την αναγέννηση της οικονομικής μας επιβίωσης και ανάπτυξης. Η στόχευση αυτή δεν είναι εύκολη. Χρειάζεται μελετημένο πρόγραμμα, επιμονή, πίστη στις δυνατότητες, στα ιδανικά, στις αρχές και στη δεοντολογία της ιδιωτικής ασφάλισης.

Ακόμα, από τεχνοκρατικής πλευράς, θα ήταν πολύ χρήσιμη η συγχώνευση των υγιών ασφαλιστικών επιχειρήσεων, όσων βέβαια έχουν μείνει. Η ενδυναμωμένη αυτή μορφή επιχείρησης θα εξυγιάνει το ασφαλιστικό περιβάλλον και εν καιρώ θα περάσει στην ανάπτυξη και στον υγιή ανταγωνισμό.

Για να υπάρξει, βέβαια, αυτή η ανατροπή, θα πρέπει οι συγχωνεύσεις να πραγματοποιηθούν μεταξύ των ελαχίστων εναπομεινάντων σωστών από κάθε άποψη επιχειρηματιών ασφαλιστών, με απολύτως ξεχασμένες τις νοοτροπίες και πρακτικές του πρόσφατου παρελθόντος.

Ακόμη, σημαντικό ρόλο θα παίξει το να διακοπεί άμεσα ο τραπεζικός εναγκαλισμός και η πολιτεία να αξιοποιήσει την προνομιακή πλευρά της ιδιωτικής ασφάλισης, να δοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα στην εμπέδωση και διεύρυνση της ασφαλιστικής συνείδησης του καταναλωτικού κοινού, ώστε να προκύψει η περιζήτητη αυξημένη ασφαλιστική δαπάνη. Μεταξύ των προσπαθειών πρέπει να περιληφθεί και η ενεργοποίηση ορισμένων πηγών ασφαλιστικών εργασιών, που απαιτούν την προσφυγή στην ιδιωτική πρωτοβουλία και στη συνεργασία δημοσίου και ιδιωτικού τομέα.

Ενδεικτικά, ως τέτοιες πηγές μπορούν να αναφερθούν η ελληνική ναυτιλία, με την πολλαπλότητα των ασφαλιστικών αναγκών, ο κλάδος Υγείας με τη συνδρομή της Πολιτείας και τον εκσυγχρονισμό του από εταιρικής και ασφαλιστικής πλευράς, η αντιμετώπιση του σεισμικού κινδύνου και η αξιοποίηση της πολύ ευρέος φάσματος αστικής ευθύνης.

Συμπερασματικά, μετά τα όσα αναφέρθηκαν, το βάρος και η ευθύνη της επιβίωσης, της ανανέωσης και της ανάπτυξης της ιδιωτικής ασφάλισης στην πατρίδα μας πέφτει στους ώμους κυρίως των ασφαλιστών –επιχειρηματιών και εργαζομένων– που πιστεύουν στις αρχές της ιδιωτικής ασφάλισης. Ασφαλώς χωρίς να ξεχνάμε ούτε επ’ ολίγον τη δεοντολογία της επιχειρησιακής ασφαλιστικής λειτουργίας, αλλά και χωρίς να εγκαταλείπουμε τους παραδοσιακούς κλάδους που οικοδόμησαν ό,τι στο πρόσφατο παρελθόν αποκαλούσαμε «ασφαλιστική βιομηχανία».


*Σύμφωνα με την ενημέρωση που λάβαμε από την οικογένειά του, ο Βασίλειος Χαρδαλιάς απεβίωσε στις 29 Μαΐου, σε ηλικία 88 ετών, και η εξόδιος ακολουθία έλαβε χώρα στις 30 Μαΐου, από τον Ιερό Ναό Κοιμητηρίου Παλαιού Φαλήρου σε στενό, λόγω της τρέχουσας συγκυρίας, κύκλο.

Ο Βασίλειος Χαρδαλιάς σε όλο το διάβα του επαγγελματικού του βίου υπηρέτησε πιστά, με αγάπη, αφοσίωση και συνέπεια τον χώρο της ελληνικής Ασφαλιστικής Αγοράς. Θα μας λείψει αλλά ποτέ δεν θα ξεχαστεί, αφού αφήνει ανεξίτηλη παρακαταθήκη τις Αρχές, τις Αξίες, την Ακεραιότητα και το αδαμάντινο Ήθος του να μας καθοδηγούν.

Ο Βασίλειος Ι. Χαρδαλιάς ήταν απόφοιτος της Νομικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης και του Κέντρου Ασφαλιστικών Σπουδών της Ζυρίχης (S.I.T.C.). Έτυχε πολλαπλής ασφαλιστικής μετεκπαίδευσης στην Αγγλία, στη Γερμανία και στη Γαλλία.
Σταδιοδρόμησε στην ασφαλιστική εταιρεία «Η Εθνική Α.Ε.Ε.Γ.Α.» (1963-1989), από την οποία και απεχώρησε με το βαθμό του Συντονιστού Δ/ντού. Στη συνέχεια, διετέλεσε Γεν. Δ/ντής της ασφαλιστικής εταιρείας «Αστήρ Α.Ε.» του Ομίλου Ε.Τ.Ε. (1991-1993), Πρόεδρος του Δ.Σ. της ασφαλιστικής και αντασφαλιστικής εταιρείας Eurogroup A.E. (1990-1994), Δ/νων Σύμβουλος της ασφαλειομεσιτικής εταιρείας Eurobrokers A.E. (1995-1997), ενώ το 1998 ήταν συνιδρυτής της εταιρείας παροχής αντασφαλιστικών υπηρεσιών Masterkey Ltd, με το πρωτοποριακό για την ελληνική αγορά αντικείμενο της πρόληψης και της διαχείρισης της ασφαλιστικής ζημίας.
Χρημάτισε μέλος του Δ.Σ. της ΕΑΕΕ, του ΕΙΑΣ, της ασφαλειομεσιτικής εταιρείας ΝΙ.ΜΑ Α.Ε., της χρηματιστηριακής εταιρείας Α. Σαρρής Α.Ε., ασφαλιστικός σύμβουλος της βιομηχανίας Χ. Ρόκας Α.Ε., Αιολικά Πάρκα, της Δ. Σαραντόπουλος Μεσίτες Ασφαλίσεων και άλλων διοικήσεων εξωεπαγγελματικών σωματείων.
Δημοσίευσε άρθρα ασφαλιστικού περιεχομένου, εκπαιδευτικές παραδόσεις καθώς και δύο βιβλία, για την Ασφάλιση Μεταφερομένων Πραγμάτων (1974) και τις Αρχές της Ασφάλισης. Το πρώτο συμπεριελήφθη στα βοηθήματα των μεταπτυχιακών σπουδών της Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών. To 2014, από τις εκδόσεις Financial Forum, κυκλοφόρησε το τρίτο βιβλίο του, Η Πρόληψη και η Διαχείριση της Ασφαλιστικής Ζημίας.
Δίδαξε στο ΕΙΑΣ από της ιδρύσεώς του και παράλληλα δίδαξε και σε άλλα επιμορφωτικά κέντρα ασφαλιστικού περιεχομένου θέματα, όπως στο ΕΛΚΕΠΑ, στα εκπαιδευτικά σεμινάρια των τραπεζών Εθνική και Εμπορική, κ.α.

Εγγραφείτε στο NewsLetter μας