Συνεντεύξεις

Ιωάννα Κουιδουρμάζη: «Ως κλάδος και ως χώρα θα πονέσουμε για αρκετά χρόνια ακόμα, μέχρι να φτιάξουν τα πράγματα»

Πρόθυμη να μιλήσει μαζί μας για την προσωπική της πορεία και για την αγορά γενικότερα, αλλά κάθετα αρνητική στο να φωτογραφηθεί για τη στήλη μας ήταν η κα Ιωάννα Κουιδουρμάζη. 

Η Μεσίτης ασφαλίσεων, που η παρουσία της στο χώρο έχει ταυτιστεί με την ασφάλιση Πιστώσεων, μετράει 23 χρόνια στην ασφαλιστική αγορά. Στο διάστημα αυτό –και παρόλο που η ίδια υποστηρίζει με παράπονο πως «για τους Αθηναίους είμαι Θεσσαλονικιά και για τους Θεσσαλονικείς Αθηναία»–, έχει καταφέρει να κερδίσει την εκτίμηση του συνόλου των ανθρώπων του κλάδου, όχι μόνο ως επαγγελματίας αλλά πιστεύουμε και ως άνθρωπος, κρίνοντας από την ευθύτητα, την αμεσότητα και τη φιλική διάθεση με την οποία μας υποδέχτηκε.

Φοιτήτρια στο τμήμα Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, άρχισε να δουλεύει στο ασφαλιστικό πρακτορείο Παπαδέλη. «Προσωρινά, για να βγάζω το χαρτζιλίκι μου, γιατί», όπως λέει χαρακτηριστικά, «δεν έβρισκα κανένα ενδιαφέρον στην ασφάλιση ζωής ή αυτοκινήτου». Μέχρι που κάποιος Έλληνας ασφαλιστής από τη Γερμανία της μίλησε για την ασφάλιση πιστώσεων. Αυτό ήταν. Βρήκε τον προορισμό της και το λόγο για να παραμείνει στο χώρο.
Ο κ. Παπαδέλης, ο κ. Κ. Βερτόπουλος, στέλεχος τότε στην Εθνική, ο κ. Κοκκινάκης, υπεύθυνος του κλάδου Πιστώσεων της ίδιας εταιρείας, ήταν αυτοί που τη μύησαν στον κλάδο πιστώσεων, τον οποίο υπηρετεί με συνέπεια από τότε.

«Αρχικά, ασφάλισα κλωστήρια, κλωστοϋφαντουργεία και γενικότερα βιοτεχνίες αυτού του είδους, που ήταν τότε, το 1991, σε άνθιση στην περιοχή της Θεσσαλονίκης», θυμάται. Αργότερα, όταν ο συγκεκριμένος κλάδος άρχισε να φθίνει, εστίασε και σε άλλους κλάδους, οι οποίοι το 1996 την έφεραν στην Αθήνα: «Οι μητρικές τους βρίσκονταν στην Αθήνα και οι υπεύθυνοι των γραφείων της Θεσσαλονίκης με παρέπεμπαν εκεί. Γι’ αυτό και άνοιξα το γραφείο της Αθήνας». Πλέον, το 90% της παραγωγής της γίνεται εδώ, αλλά η κα Κουιδουρμάζη εξακολουθεί να μοιράζει το χρόνο της μεταξύ των δύο πόλεων.

Σήμερα, με δεδομένη την κρίση που έχει πλήξει πλείστους επιχειρηματικούςκλάδους και το γεγονός ότι οι εταιρείες πιστώσεων είναι αρκετά πιο “σφικτές” στην παροχή κάλυψης, η δουλειά του μεσίτη πιστώσεων έχει γίνει πιο δύσκολη και οι επιχειρηματικοί κλάδοι στους οποίους εστιάζει έχουν αλλάξει: «Για τις εταιρείες πιστώσεων ο κλάδος τροφίμων είναι ελκυστικός, γιατί τα προϊόντα τους κινούνται γρήγορα. Καλά δουλεύουν, στην παρούσα φάση, οι εταιρείες κινητής τηλεφωνίας, οι μεταφορές, η ενέργεια και, βεβαίως, ό,τι έχει να κάνει με εξαγωγές».

Για τον κατασκευαστικό κλάδο, που για πολλά χρόνια ήταν η “ατμομηχανή”, πλέον η κατάσταση είναι δύσκολη. «Ωστόσο», επισημαίνει η κα Κουιδουρμάζη, «τόσο αυτούς όσο και όλους γενικότερα τους παλιούς μας πελάτες εξακολουθούμε να τους προσέχουμε και προσπαθούμε να εξασφαλίζουμε τα πιστωτικά όρια που χρειάζονται, γιατί δεν είναι σωστό να εγκαταλείπεις κάποιον στα δύσκολα. τόσα χρόνια “τρώγαμε ψωμί” από αυτούς».

Αν και η εξειδίκευσή της και το μεγαλύτερο μέρος του χαρτοφυλακίου της αποτελούν οι πιστώσεις, ασχολείται, επίσης, με τους βιομηχανικούς κινδύνους και τις ομαδικές ασφαλίσεις, γιατί, όπως μας εξηγεί, μπορούν να συνδυαστούν και να δώσουν μία ολοκληρωμένη κάλυψη στον πελάτη. «Οι ατομικές ασφαλίσεις δεν με ενδιαφέρουν τόσο, ωστόσο, αν οι πελάτες μου θέλουν να ασφαλιστούν και σε ατομική βάση, βεβαίως, τους ασφαλίζω», διευκρινίζει.
Στην κατεύθυνση αυτή, εντάσσεται η απόφασή της να εγκαινιάσει μία ηλεκτρονική πλατφόρμα, μέσω της οποίας οι πελάτες της να μπορούν να αγοράζουν ασφάλιση αυτοκινήτου. Όπως μας εξηγεί, «η πλατφόρμα αυτή είναι άμεσα συνδεδεμένη με τις εταιρείες που προσφέρουν την εν λόγω ασφάλιση. Ουσιαστικά, ο πελάτης θα πάρει την προσφορά από τις ίδιες τις εταιρείες, όχι από εμένα».

Καθώς η κα Κουιδουρμάζη είναι από τους πρώτους αλλά και λίγους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές που ασχολούνται με τις πιστώσεις, η άποψή της στο γιατί οι συνάδελφοί της δεν δείχνουν προτίμηση στο συγκεκριμένο κλάδο έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. πολύ περισσότερο, γιατί αποκαλύπτει και μία γενικότερη πτυχή λειτουργίας της ασφαλιστικής αγοράς:
«Με όποιον κλάδο κι αν ασχολείσαι, πρέπει να ενημερώνεσαι συνεχώς, να ψάχνεσαι και να εμβαθύνεις. Μόνον έτσι μπορείς να κάνεις σωστά τη δουλειά σου και να κρατηθείς στο επάγγελμα, όταν οι συνθήκες αλλάζουν προς το χειρότερο, όπως συμβαίνει σήμερα. Σ’ αυτή την κατεύθυνση, ο κλάδος πιστώσεων είναι ιδιαίτερα απαιτητικός. Καταρχάς, αν κάνουμε κάτι λάθος, μια και παίζονται πολλά λεφτά, αυτό μπορεί να έχει επίπτωση και στα υπόλοιπα συμβόλαια που έχουμε με το συγκεκριμένο πελάτη. Από την άλλη, αν θέλουμε να κάνουμε σωστά τη δουλειά μας ως μεσίτες πιστώσεων, δεν αρκεί μόνο να μεσολαβούμε, αλλά θα πρέπει να πάρουμε επάνω μας και όλη τη διαδικασία. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να παρακολουθούμε καθημερινά τις καρτέλες των πελατών μας. Έτσι γνωρίζουμε, για παράδειγμα, καλύτερα πότε μία υπόθεση είναι ή δεν είναι χαμένη. Αν κρίνουμε ότι έχει ελπίδες ο πελάτης να πάρει τα λεφτά του, τον συμβουλεύουμε να δώσει μία παράταση στον προμηθευτή του. Επίσης, θα πρέπει να προφυλάξουμε τον πελάτη μας από υπερβολικές ζημιές, γιατί αν υπερβεί κάποια κλίμακα, θα πρέπει να πληρώσει μεγαλύτερο ασφάλιστρο. Οφείλουμε να τον προειδοποιήσουμε. Για να γίνουν όλα αυτά και πολλά ακόμα, απαιτείται καθημερινή και προσεκτική δουλειά από μέρους μας. Αλλά μόνον έτσι αποκτά προστιθέμενη αξία η δουλειά μας και προσφέρουμε καλύτερες υπηρεσίες στους πελάτες μας. Γι’ αυτούς ακριβώς τους λόγους, πιστεύω ότι ο συγκεκριμένος κλάδος δεν είναι τόσο ελκυστικός για τους περισσότερους συναδέλφους. Χρειάζεται ποιοτική δουλειά, επένδυση σε χρόνο και συνεχή ενημέρωση».

Φέρνοντας τη συζήτηση στο πώς λειτουργεί γενικότερα η ασφαλιστική αγορά, αναρωτιόμαστε πόσο και αν έχει πράγματι επενδύσει στο σύνολό της η ασφαλιστική διαμεσολάβηση στη σκληρή, ποιοτική δουλειά. «Για χρόνια, με ευθύνη και των ασφαλιστικών εταιρειών, η με κάθε τρόπο αύξηση της παραγωγής και η επίτευξη των στόχων που θα έφερναν μεγαλύτερα έσοδα από προμήθειες ήταν μονόδρομος. Πολλοί ήταν εκείνοι που έκαναν 2-3 συμβόλαια το μήνα, με ασφάλιστρα μερικών χιλιάδων ευρώ, πετύχαιναν τους στόχους και μετά …άραζαν. Σήμερα, που τα πράγματα έχουν δυσκολέψει, αυτό γυρίζει εναντίον τους, γιατί ο κόσμος πλέον δεν μπορεί να πληρώσει τόσο υψηλά ασφάλιστρα και ακυρώνει τα συμβόλαια ή ασφαλίζεται πιο δύσκολα. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι κινδυνεύουν να βρεθούν, αν δεν έχουν ήδη βρεθεί, εκτός αγοράς», απαντά η κα Κουιδουρμάζη, θέτοντας ένα ακόμα ζήτημα, την έλλειψη κουλτούρας συνεργασίας. «Νιώθω ότι αυτό που λένε για μας τους Έλληνες, ότι είμαστε έθνος ανάδελφο, ισχύει ειδικότερα και για τον ασφαλιστικό κλάδο. Δρούμε πολύ ανταγωνιστικά μεταξύ μας και με καχυποψία θα έλεγα. Δεν υπάρχει διάθεση συνεργασίας. Νομίζουν ότι αν σε προτείνουν σε έναν πελάτη τους για τον κλάδο στον οποίο έχεις εξειδίκευση, θα χάσουν και τα συμβόλαια των υπόλοιπων κλάδων που έχουν μαζί του».

Τη ρωτάμε αν σ’ αυτή την έλλειψη συνεργασίας αποδίδει τη μη συμμετοχή αρκετών διαμεσολαβητών στα συλλογικά όργανα που υπάρχουν ή αυτό είναι δείγμα μιας γενικότερης απαξίωσης των συνδικαλιστικών οργάνων. «Υπάρχουν αυτοί που ασχολούνται και εκείνοι που μένουν εκτός, αρκούμενοι στην κριτική. Όταν, όμως, γίνεται κάτι καλό και εισπράττουν το όφελος, βλέπω να αλλάζουν γνώμη», μας λέει, επισημαίνοντας ότι πάντα χρειάζεται ένα συλλογικό όργανο, για να προωθεί τα κοινά ζητήματα-προβλήματα που απασχολούν τον κλάδο, αφού κανείς δεν διαθέτει χρόνο στις μονάδες.

Η ίδια είναι μέλος του ΣΕΜΑ. «Δεν συμμετέχω ενεργά, αλλά όπου μπορώ βοηθάω», μας λέει, αναγνωρίζοντας και εξαίροντας τη σημαντική δουλειά των συναδέλφων της που ασχολούνται με το Δ.Σ. και τις Επιτροπές, σε βάρος του προσωπικού και επαγγελματικού τους χρόνου πολλές φορές.
Καθώς η συζήτηση έρχεται στη γενικότερη οικονομική κατάσταση, η κα Κουιδουρμάζη σημειώνει: «Ζούμε την εξαέρωση του ψεύτικου χρήματος. Για πολλά χρόνια όλοι δούλευαν με 8μηνη πίστωση. Που σημαίνει ότι χρήματα δεν υπήρχαν πολύ πριν ξεσπάσει η κρίση. Και σ’ αυτό τη μεγαλύτερη ευθύνη φέρουν οι τράπεζες. Έδωσαν δάνεια παραπάνω απ’ όσα μπορούσαν να καλύψουν. Φούσκωσαν τις αξίες, ειδικά στον κατασκευαστικό κλάδο, υπέρμετρα. Κάποια στιγμή η φούσκα θα έσκαγε. Κάτι ανάλογο γίνεται τώρα και στην Τουρκία. Έχουν ανοίξει οι κάνουλες της χρηματοδότησης. Να δούμε τι θα γίνει και εκεί σε μερικά χρόνια».

Για το πώς αυτή η κατάσταση επηρεάζει και διαμορφώνει τον ασφαλιστικό κλάδο επισημαίνει:
«Κανείς δεν ξέρει τι γίνεται. Όλοι διαχειριζόμαστε την πτώση της χώρας. Σε αυτές τις συνθήκες η πίτα μειώνεται, οι εταιρείες κάνουν βεβιασμένες κινήσεις και οι διαμεσολαβητές συνειδητοποιούν ότι ο τρόπος που δούλευαν μέχρι τώρα δεν μπορεί να εφαρμοστεί στις παρούσες συνθήκες. Βεβαίως, ακούμε για προοπτικές στον κλάδο συντάξεων, στην υγεία. Γεγονός, όμως, είναι ότι ο κόσμος δεν έχει πλέον τη δυνατότητα να αγοράσει ασφάλιση, όσο φθηνή κι αν είναι».
Τι θα σημάνει όλο αυτό για το μέλλον της αγοράς;

«Οι νοικοκυραίοι, όσοι δεν χρωστάνε, όσοι έχουν καλές συνεργασίες με το εξωτερικό ή αποφασίσουν να αλλάξουν νοοτροπία όσον αφορά τις συνεργασίες στο εσωτερικό, νομίζω ότι θα μπορέσουν να επιβιώσουν. Βεβαίως, πολλοί διαμεσολαβητές θα βρεθούν εκτός επαγγέλματος και αρκετές εταιρείες θα κλείσουν ή θα συγχωνευτούν. Γενικότερα, νομίζω ότι και ως κλάδος και ως χώρα θα πονέσουμε για αρκετά χρόνια ακόμα, μέχρι να φτιάξουν τα πράγματα. Θα φτιάξουν, όμως!», απαντά με σιγουριά η κα Κουιδουρμάζη.
Την πεποίθηση αυτή, που κρύβει την ελπίδα και την αισιοδοξία που τόσο ανάγκη έχουν οι μέρες μας, παίρνουμε μαζί μας, φεύγοντας από το γραφείο της.

Δήμητρα Καζάντζα

 

 

 

Εγγραφείτε στο NewsLetter μας