Άρθρα

Tυμπανοπλαστική στα παιδιά

Του Ιωάννη Χριστόπουλου, Διευθυντή ΩΡΛ Τμήματος, Ευρωκλινική Παίδων

Η οξεία μέση ωτίτιδα είναι μία από τις πιο συχνές (αν όχι η συχνότερη) παθήσεις της παιδικής ηλικίας. Υπολογίζεται ότι το 90% των παιδιών έχει περάσει το λιγότερο ένα επεισόδιο οξείας ωτίτιδας μέχρι την ηλικιά των 5 ετών. Η θεραπεία της, στη μεγάλη πλειοψηφία των περιστατικών, είναι απλή και συνήθως οι μικροί ασθενείς δεν αντιμετωπίζουν ιδιαίτερα προβλήματα. Σπανίως, όμως, η οξεία μέση ωτίτιδα, παρά τη θεραπεία, εμφανίζει επιπλοκές, οι οποίες είναι ιδιαίτερα σοβαρές έως και απειλητικές για τη ζωή του παιδιού. Η πιο συχνή επιπλοκή είναι η παραμονή μόνιμης τρύπας (διάτρηση) στο τύμπανο του παιδιού.
Οι αιτίες μόνιμης διάτρησης τυμπάνου είναι:

  • ρήξη τυμπάνου μετά από οξεία μέση ωτίτιδα 
  • τραυματισμός του ωτός (π.χ. από μπατονέτα) 
  • κάκωση και κατάγματα της κεφαλής (τροχαία ατυχήματα) 
  • συνέπεια χειρουργικών παρεμβάσεων στο αυτί (μετά από τοποθέτηση σωλινίσκων αερισμού) 
  • κάκωση του ωτός (συνήθως μετά από ξυλοδαρμό) 
  • όγκοι του μέσου ωτός (χολοστεάτωμα) 
  • βαροτραυματικές ωτίτιδες (μετά από καταδύσεις) και άλλες πιο σπάνιες παθήσεις. 

Η θεραπεία της μόνιμης τρύπας του τυμπάνου είναι χειρουργική, τόσο στα παιδιά όσο και στους ενήλικες. Η χειρουργική αποκατάσταση του τυμπάνου ονομάζεται τυμπανοπλαστική. Η επέμβαση κρίνεται αναγκαία, τόσο για την αποκατάσταση της ακοής όσο και για την αποκατάσταση της αρχιτεκτονικής του ωτός. Το δεύτερο είναι ιδιαίτερα σοβαρό, γιατί με τη διάτρηση του τυμπάνου έχει διαταραχθεί η αποστείρωση της περιοχής. Το μέσο αυτί (η περιοχή πίσω από το τύμπανο), σε φυσιολογικές συνθήκες, είναι μία κλειστή κοιλότητα, η οποία εξασφαλίζεται από ένα ακέραιο τύμπανο. Σε περιπτώσεις διάτρησης υπάρχει επικοινωνία, με αποτέλεσμα ο αέρας και το νερό να εισέρχεται στο μέσο αυτί δημιουργώντας προβλήματα (ωτόρροια, ίλιγγος, πόνος, βουητά, κ.λπ.). Είναι μία αρκετά δύσκολη χειρουργική επέμβαση, η οποία πραγματοποιείται από εξιδεικευμένο Ωτορινολαρυγγολόγο, τον Ωτοχειρουργό. Γίνεται πάντοτε υπό γενική αναισθησία στα παιδιά. Η διάρκεια της επέμβασης εξαρτάται από τον τύπο της τυμπανοπλαστικής και κυμαίνεται μεταξύ 30 λεπτών έως και δύο ωρών. Η παραμονή στο νοσοκομείο είναι συνήθως μία μέρα. Η επιτυχία της επέμβασης σε έμπειρα χέρια αγγίζει το 80%-90% στα παιδιά.
Υπάρχουν διάφοροι τύποι τυμπανοπλαστικής που μπορούν να εφαρμοστούν. Η επιλογή του τύπου εξαρτάται από την αιτιολογία της διάτρησης, την ηλικία του παιδιού, τη συχνότητα των λοιμώξεων του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος, τις συνθήκες διαβίωσης της οικογένειας και, κυρίως, από τη χρονική παρουσία της διάτρησης.

Κατ’ επέκταση, σε μία διάτρηση που οφείλεται σε κάκωση ή και τραυματισμό του ωτός, η χειρουργική παρέμβαση συνιστάται σε σύντομο χρονικό διάστημα και ανεξάρτητα της ηλικίας του παιδιού. Ωστόσο, σε μικρά παιδιά που εκτίθενται σε πολλές λοιμώξεις (για παράδειγμα τα παιδιά που πηγαίνουν παιδικό σταθμό), θα χρειαστεί και φαρμακευτική θεραπεία μετά την επέμβαση. Στις περιπτώσεις αυτές, η τυμπανοπλαστική γίνεται μέσα από το αυτί χωρίς τομές εξωτερικά και συνήθως χρησιμοποιούνται τεχνητά μοσχεύματα ή/και λίπος από το ίδιο το παιδί. Η μετεγχειρητική πορεία απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή και από τον ιατρό αλλά ιδίως από τους γονείς. Τα αποτελέσματα είναι πολύ ικανοποιητικά και ο μικρός ασθενής σε 3-6 μήνες επανέρχεται σε όλες τις δραστηριότητές του (π.χ. κολυμβητήριο).

Αντιθέτως, στις περιπτώσεις που η διάτρηση οφείλεται σε ρήξη του τυμπάνου, λόγω πολλών ωτίτιδων, η επέμβαση θα πρέπει να πραγματοποιείται σε ηλικίες άνω των 7-8 ετών, όπου στατιστικά οι λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος έχουν ελαττωθεί σημαντικά. Ο λόγος είναι ότι αν το παιδί πάθει μια οξεία μέση πυώδη ωτίτιδα άμεσα (εντός των πρώτων μηνών) μετά από την τυμπανοπλαστική, ενδεχομένως το μόσχευμα που έχει χρησιμοποιηθεί να καταστραφεί, με αποτέλεσμα πάλι μόνιμη διάτρηση, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Η επιλογή του τύπου της τυμπανοπλαστικής σε αυτές τις περιπτώσεις και ειδικά η επιλογή του μοσχεύματος, εξαρτάται από την εμπειρία του Ωτοχειρουργού. Θεωρείται ότι η χρησιμοποίηση μοσχεύματος από το ίδιο το παιδί (λαμβάνεται κατά τη διάρκεια της επέμβασης) αποτελεί την ιδανικότερη επιλογή. Η μετεγχειρητική θεραπεία απαιτεί προσοχή από το ίδιο το παιδί, αλλά και από τους γονείς και πάντα σε άμεση συνεργασία με το γιατρό. Αρχικά, το αυτί είναι κλειστό με γάζες και μετά από 10 μέρες αφαιρούνται τα ράμματα στην τομή, πίσω από το αυτί, όπου έχει γίνει η επέμβαση. Το αυτί παραμένει βουλωμένο έως και 2 μήνες μετά την επέμβαση από ένα ειδικό υλικό, που τοποθετείται στον έξω ακουστικό πόρο. Το παιδί επανέρχεται σταδιακά στις δραστηριότητές του: σχολείο μετά από 7 μέρες και αθλητικές δραστηριότητες μετά από 2 μήνες (εκτός κολύμβησης). Το χειρουργημένο αυτί δεν θα πρέπει να βρέχεται το λιγότερο για 4-6 μήνες.

Τέλος, σε περιπτώσεις που υπάρχει υποτροπή της διάτρησης (π.χ. αποτυχία επέμβασης), δύναται να γίνει δεύτερο χειρουργείο, το λιγότερο μετά από 6 μήνες και συνήθως με διαφορετικό μόσχευμα. Δυστυχώς, όμως, τα ποσοστά επιτυχίας της δεύτερης επέμβασης είναι αρκετά μικρότερα από τα αντίστοιχα της πρώτης.
Γίνεται κατ’ επέκταση κατανοητό ότι η απόφαση για το πότε και πώς θα πραγματοποιηθεί η τυμπανοπλαστική είναι κρίσιμη. Θα πρέπει ο Ωτοχειρουργός να λάβει όλους εκείνους τους παράγοντες υπόψη του, έτσι ώστε η πρώτη επέμβαση να είναι και η τελευταία.

 

Εγγραφείτε στο NewsLetter μας